Με πρωτοσέλιδο τίτλο «Ελλάδα, η Αναγέννηση» και 32 σελίδες αφιερωμένες στην Ελλάδα, κυκλοφόρησε σήμερα το περιοδικό Le Point. Επίσης, η αποκλειστική συνέντευξη του Έλληνα πρωθυπουργού προβάλλεται στο πρωτοσέλιδο με υπότιτλο «Αλέξης Τσίπρας: κανείς δεν το πίστευε». Την τετρασέλιδη συνέντευξη στις εσωτερικές σελίδες συνυπογράφουν η Ετιέν Ζερνέλ και ο Ρομέν Γκιμπέρ που προλογίζουν δίνοντας τον τόνο: «Επιστροφή στη χάρη». Θαυμαστής του Τσε Γκουεβάρα, ο πρωθυπουργός έθεσε σε εφαρμογή ένα θεαματικό σχέδιο λιτότητας. Εξηγήσεις και εκμυστηρεύσεις». Με αναφορά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 και την αλλαγή της πολιτικής με την υπογραφή μιας συμφωνίας μια εβδομάδα αργότερα, ο πρωθυπουργός εξήγησε: «Πριν το δημοψήφισμα, η χώρα μου ήταν σε παγίδα. Οι πιστωτές δεν μας άφηναν κανένα περιθώριο (…) μου ζητούσαν τεράστιες θυσίες, εκπληκτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά χωρίς χρήματα. Αποφασίσαμε την οργάνωση του δημοψηφίσματος για να επιστρέψει η Ελλάδα στα πράγματα και να ανακτήσει μια δύναμη στη διαπραγμάτευση. Το δημοψήφισμα επέτρεψε σε όλους να συνειδητοποιήσουν τις πιέσεις. (…) Να σας υπενθυμίσω ότι ουδέποτε είπα ότι ήθελα να δω την Ελλάδα εκτός ευρώ. Έκανα έναν συμβιβασμό με δύσκολους όρους για την Ελλάδα, αλλά κερδίσαμε αρκετό χρόνο και χρήματα για να κάνουμε τις προσαρμογές με πιο ομαλό τρόπο. Και ήμουν σε θέση να επιστρέψω στο λαό προσφέροντάς του μια προοπτική». Ο πρωθυπουργός αναγνώρισε ότι οι ευρωπαίοι εταίροι «υπήρξαν μερικές φορές δυσάρεστοι» μαζί του γιατί δεν περίμεναν όλα αυτά… «Στο τέλος όμως όλοι κατάλαβαν, οι πιστωτές και οι ίδιοι οι Έλληνες. Γιατί έπρεπε να ειπωθεί η αλήθεια στο λαό. Εάν δεν κάναμε τίποτα, θα είχαμε πτώχευση. Τελικά αυτό το δημοψήφισμα είχε πολλές αρετές: από τη μια έπαιξε το ρόλο της δημοκρατικής βαλβίδας ασφάλειας, γιατί οι Έλληνες εξέφρασαν τα συναισθήματά τους. Από την άλλη επέτρεψε να βρεθεί μια καλύτερη συμφωνία προς όφελος όλων» υποστήριξε. Στην παρατήρηση ότι επί της ουσίας δεν είχε εκλεγεί για να κάνει αυτού του είδους τις μεταρρυθμίσεις, ο Α. Τσίπρας εξήγησε: «Οι Έλληνες κατανόησαν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα μας επέτρεπαν να προσδιορίσουμε μια προοπτική, ένα μέλλον, ενώ είμαστε σε κατάσταση πτώχευσης. Σε αυτές τις στιγμές, ο χρόνος είναι το πιο πολύτιμο πράγμα για μια κυβέρνηση που αντιμετωπίζει μια τέτοια κρίση. Ο χρόνος και η αλήθεια. Το 2015 η Ελλάδα δεν είχε πλέον καμία γεωπολιτική πίστη. Σήμερα, τρία χρόνια μετά απαλλαχθήκαμε από αυτήν την κατάσταση. Είμαστε εκ νέου ένας πυλώνας σταθερότητας. Η Ελλάδα αποτελεί μέρος της λύσης, δεν είναι πλέον το πρόβλημα». Στην παρατήρηση ότι για κάποιον που δηλώνει αριστερός, οι μεταρρυθμίσεις ήταν μάλλον ριζοσπαστικές, ο πρωθυπουργός ανέφερε: «Βρισκόμουν σε ένα μόνιμο δίλημμα, ανάμεσα στην προστασία των πιο αδύναμων και την πραγματικότητα των δημόσιων λογαριασμών. Αυτό όμως που με οδήγησε μέχρι τέλους ήταν ο φόβος για ένα Grexit. Θα ήταν η σίγουρη καταστροφή για τους πιο αδύναμους. Σε μια πτώχευση, οι πλούσιοι μπορούν πάντα να μεταφέρουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό. Είναι σε ασφάλεια. Οι πιο αδύναμοι όμως κινδύνευαν να χάσουν τα πάντα. Το Grexit ήταν για μένα η κόκκινη γραμμή. Ήταν μια δύσκολη απόφαση, τελικά όμως ήταν υπέρ των πιο ευάλωτων. Μερικές φορές πρέπει να ξέρει κανείς να πάει κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα, κόντρα στα στερεότυπα επίσης». Σαν παράδειγμα τέτοιων αποφάσεων κόντρα στο κύμα, ο Αλέξης Τσίπρας έφερε την τελευταία του απόφαση για την ονομασία «Βόρειος Μακεδονία». Εξήγησε ότι «Πολλές εθνικιστικές δυνάμεις κατήγγειλαν την απόφαση αυτή. Θα ήταν εύκολο να παίξει κανείς με τα συναισθήματα των Ελλήνων. Το αρνήθηκα όμως, προτίμησα να κοιτάξω πιο μακριά: σκέφθηκα το καλό της περιοχής. Πήγα κόντρα στον άνεμο, με προοδευτικές μεταρρυθμίσεις σε κοινωνικά ζητήματα, πέρασα νόμους για τα δικαιώματα LGTB ή για τη χορήγηση ελληνικής ιθαγένειας σε ορισμένους νέους μετανάστες που γεννήθηκαν στο έδαφός μας. Φυσικά και αυτές τις μεταρρυθμίσεις προσκρούουν στις πεποιθήσεις μεγάλου μέρους των Ελλήνων. Μερικές φορές όμως είναι απαραίτητο να πάμε ενάντια στην πλειοψηφία…τούτο ονομάζεται υπευθυνότητα».