Επίπονες και σκληρές διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους μας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα απαιτηθούν τις επόμενες εβδομάδες, ώστε να υλοποιηθεί ο διακηρυγμένος στόχος της νέας κυβέρνησης για την αναθεώρηση του Μνημονίου.
Όπως αναφέρει η Καθημερινή, η επιβολή επιπλέον μέτρων δεν θεωρείται αυτή τη στιγμή κοινωνικά εφικτή στην Ελλάδα, ενώ η εκταμίευση περισσότερων χρημάτων από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις συναντάει επίσης πολλές αντιδράσεις. Ερωτώμενη σχετικά πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup την Πέμπτη, στο Λουξεμβούργο, η υπουργός Οικονομικών της Φινλανδίας, Γιούτα Ουρπιλάινεν, δήλωσε ότι η παράταση του χρόνου προσαρμογής «δεν είναι καλή ιδέα».
Ανάλογες θέσεις έχουν εκφράσει επανειλημμένως η Ολλανδία και η Γερμανία, ενώ η Γαλλία, το Βέλγιο και οι χώρες του Νότου εμφανίζονται πολύ πιο ανοιχτές στο ενδεχόμενο να δοθεί είτε παράταση 1+1 χρόνου είτε κάποιας άλλης μορφής διευκόλυνση στους όρους της δανειακής σύμβασης.
Οπως γίνεται αντιληπτό, η πολιτική διαπραγμάτευση μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών, αλλά και μεταξύ των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, είναι αναγκαία ώστε να βρεθεί κοινός τόπος. Της όποιας διαπραγμάτευσης, όμως, θα προηγηθεί πλήρης και αναλυτική «απογραφή» της κατάστασης από την αποστολή της τρόικας.
Αφού καταγραφεί η κατάσταση, θα ακολουθήσει διαβούλευση με την τρόικα για το τι είναι τεχνικά εφικτό να γίνει ώστε να επανέλθει το Πρόγραμμα σε πορεία επίτευξης των στόχων. Στις Βρυξέλλες υποστηρίζουν ότι η εκτροπή που παρατηρείται σήμερα δεν οφείλεται μόνο στην επιδείνωση του μακροοικονομικού κλίματος σε Ελλάδα και Ευρώπη, αλλά και στην προεκλογική παράλυση και στην παρατεταμένη αδυναμία ή απροθυμία των ελληνικών αρχών να εφαρμόσουν τα συμπεφωνημένα. Εξ ου και οι αντιδράσεις των βορειοευρωπαϊκών χωρών στην εκταμίευση επιπλέον χρημάτων, αφού δεν κρύβουν ότι έχουν κουραστεί και θέλουν να δουν «έργα και όχι λόγια».