Στη σημασία της επίσκεψη του προέδρου της Πορτογαλίας στο Κέντρο Φιλοξενίας Προσφύγων στη Θήβα, αλλά και στην Ελλάδα γενικότερα, με την έννοια ότι η ιβηρική χώρα από την πρώτη στιγμή στάθηκε πολύ υποστηρικτικά στα προβλήματα που έχει η χώρα μας και σε σχέση με την προσφυγική και τη μεταναστευτική κρίση, στάθηκε ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρης Βίτσας, ο οποίος συνόδευσε τον Μαρσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουζα στον προσφυγικό καταυλισμό.
«Να μην ξεχνάμε ότι δύο πλοία της Πορτογαλίας βρίσκονται στα νησιά του Αιγαίο, αλλά και ο ίδιος ο πρόεδρος στις συνομιλίες που είχε και με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και με τον πρωθυπουργό, ιδιαίτερα ενδιαφέρθηκε για τα ζητήματα του προσφυγικού και σημασία στην παρούσα φάση έχει να συγκεντρώσουμε όσο μεγαλύτερη υποστήριξη γίνεται. Και αυτό γιατί υπάρχουν φωνές στην Ευρώπη -και δεν μιλάω μόνο για τις ρατσιστικές ή τις μισαλλόδοξες φωνές- που πρέπει να αποκλειστούν, αλλά υπάρχουν και φωνές φοβικές που δεν θα τους ήταν άσχημο να φορτώσουν στην Ελλάδα ένα ζήτημα, το οποίο είναι βασικά και ανθρωπιστικό, αλλά και στο κάτω κάτω της γραφής και ευρωπαϊκό», τόνισε ο κ. Βίτσας.
Με τον υπουργό να συμπληρώνει: «Θωρώ ότι πήρε μια πολύ καλή εικόνα από το τι προσπαθούμε να κάνουμε, από το πώς προσπαθούμε να το κάνουμε και ότι θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, θέλετε τιμώντας την ιστορία μας, την αξιοπρέπειά μας, το τι κάνει για τον συνάνθρωπό του ο ελληνικός λαός. Έχει, λοιπόν, αυτή την καλή εικόνα και αυτή θέλουμε να τη μεταφέρει και στην Πορτογαλία».
Όπως μεταφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Βίτσας πρόσθεσε: «Θέλω να τονίσω ότι η Πορτογαλία ήταν από τις χώρες που εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους που αφορούσαν τις μετεγκαταστάσεις. Αντίθετα, άλλες χώρες δεν έχουν εκπληρώσει, όχι το 1%, αλλά θα έλεγε κανένας είναι κάτω από το μηδέν. Εμείς θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε, ώστε η διαχείριση να γίνεται από κοινού, αλλά και με βασικούς στόχους να λυθούν τα προβλήματα, για να μην υπάρχουν πόλεμοι από τη μία μεριά και μην έχουμε προσφυγικές ροές, αλλά να λυθούν και τα προβλήματα μοιράζοντας την ευθύνη σε όλη την Ευρώπη και νομίζω ότι και με τη δουλειά που έχει γίνει στο υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, αλλά και από την κυβέρνηση, όλα τα προηγούμενα χρόνια είμαστε σε ένα καλό σημείο».
Σε ερώτηση για το αν συζητήθηκε το θέμα της Σέγκεν και η τυχόν κατάργησή της, όπως επιθυμούν κάποιες χώρες, απάντησε: «Στη συζήτηση που έγινε ανάμεσα στον Πορτογάλο Πρόεδρο και στον Έλληνα Πρόεδρο και οι δύο με ταυτόσημες απόψεις απέρριψαν τέτοιες ιδέες. Άλλωστε, μην ξεχνάμε το εξής. Για τη μορφή της Ευρώπης, η Συνθήκη του Σέγκεν είναι γενεσιουργός αυτής της μορφής. Με μία έννοια, άμα αρχίσουμε τους αποκλεισμούς, αν αρχίσουμε τους τεμαχισμούς, μεγάλο ζήτημα θα είναι, αν θα μπορεί να υπάρχει και Ευρώπη όπως τη γνωρίζουμε αυτή τη στιγμή και όπως θα θέλαμε να γίνει το επόμενο διάστημα».
Ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής ρωτήθηκε ακόμη για τη Δουβλίνο ΙΙ και αν προτίθεται να ζητηθεί η αλλαγή της. Όπως είπε, «εκείνο που είναι σίγουρο, είναι ότι το Δουβλίνο Ι έχει καταρρεύσει. Είναι ξεκάθαρο ότι γίνεται μία συζήτηση σε ό,τι αφορά το Δουβλίνο ΙΙ και σπρώχνουμε και σε συνεννόηση και με τον Έλληνα Επίτροπο, τυγχάνει και είναι και Έλληνας και αυτό είναι και καλό για μας, ώστε να είναι σε μία θετική κατεύθυνση. Αλλά επειδή προσπαθώ να σκεφτώ το ουσιαστικό περιεχόμενο της ερώτησης, θέλω να σας πω ότι η Ελλάδα θέλει να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της και δεν το συναρτά σε σχέση με τους άλλους, αλλά είναι εμφανές ότι μια σειρά ζητήματα, που αφορούν το Δουβλίνο, δεν μπορούν να εφαρμοστούν. Και νομίζω ότι αν το καλοσκεφτούν, κανείς δεν θέλει να εφαρμοστούν».