Με τη διμερή συνάντηση που είχε με τον ομόλογό του, της πΓΔΜ, Νικόλα Ντιμιτρόφ, ολοκλήρωσε σήμερα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς το διήμερο της συμμετοχής του στην Άτυπη Συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πραγματοποιήθηκε στη Σόφια.
Η συζήτηση του κ. Κοτζιά με τον κ. Ντιμιτρόφ, μόλις λίγες ημέρες μετά την εκτενή συνάντησή τους στη Βιέννη, επικεντρώθηκε σε πτυχές προγραμματισμού ενόψει και επόμενων συναντήσεών τους, στο πλαίσιο της εν εξελίξει διαπραγμάτευσης.
Οι τεχνικές πτυχές που θα πρέπει να δρομολογηθούν το επόμενο διάστημα στα υπό διαπραγμάτευση ζητήματα ήταν στο επίκεντρο της συνάντησης που είχε προηγουμένως με τον Αλβανό ομόλογό του, Ντιτμίρ Μπουσάτι, ενώ η διμερής συνάντηση που είχε ο κ. Κοτζιάς κατά τη χθεσινή ημέρα με τη Σουηδή υπουργό Εξωτερικών κα Βάλστρομ, αποτέλεσε μια πολύ καλή ευκαιρία να ανταλλαγούν απόψεις σχετικά με τη διεύρυνση της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια, τις προκλήσεις αλλά και τις προοπτικές της περιοχής.
Στο πλαίσιο της Άτυπης Συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Gymnich»), ο κ. Κοτζιάς είχε την ευκαιρία να παρέμβει στα κυρίαρχα θέματα της ημερήσιας διάταξης, όπως οι τελευταίες εξελίξεις στη Συρία, τα Δυτικά Βαλκάνια, τη Βόρειο Κορέα, καθώς και το θέμα της συνεργασίας της ΕΕ στον τομέα της ασφάλειας και άμυνας με τις προς ένταξη χώρες.
Ο υπουργός Εξωτερικών αναλύοντας τα πλεονεκτήματα μιας ευρωπαϊκής Τουρκίας, υπογράμμισε ότι η ένταξή της στην ΕΕ θα είναι εφικτή εξευρωπαΐζοντας τη γειτονική χώρα.
Σε σχέση με το επικίνδυνο περιστατικό στα Ίμια, ο κ. Κοτζιάς ανέδειξε το γεγονός ότι το εν λόγω συμβάν αφορά στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και κάλεσε του εταίρους να συνεχίζουν να παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στο Αιγαίο, αντιδρώντας όποτε αυτό χρειαστεί. «Εμείς δεν ανταποδώσαμε καθώς είμαστε χώρα με ευθύνη και αίσθηση του μέτρου» εξήγησε χαρακτηριστικά, ευχαριστώντας τα ευρωπαϊκά όργανα για το γεγονός ότι πήραν θέση, καταδικάζοντας το επικίνδυνο περιστατικό.
Με αφορμή την κατάσταση στη Συρία, ο κ. Κοτζιάς ανέπτυξε επίσης τις πρωτοβουλίες της ελληνικής διπλωματίας στη Μέση Ανατολή. Ειδικότερα για τη Συρία, υπενθύμισε τις τοποθετήσεις του το 2015, ότι ο πόλεμος αυτός δεν θα τελειώσει, διότι υπάρχουν εξωτερικοί παράγοντες που παρεμβαίνουν και τον τροφοδοτούν με μέσα και προσωπικό -γεγονός που είναι εμφανές μετά από τρία χρόνια, όπως είπε.
Σχετικά με τα Δυτικά Βαλκάνια ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε στη νέα στρατηγική της ΕΕ προς την περιοχή αυτή και χαιρέτισε τη σημασία που αποδίδεται στην εκπλήρωση του συνόλου των απαιτούμενων κριτηρίων από πλευράς των υποψηφίων. Παράλληλα, ως προς το ζήτημα της διεύρυνσης της ΕΕ, ανέφερε ότι δεν πρέπει να τίθεται μόνο το θέμα της προετοιμασίας των προς ένταξη χωρών, αλλά και της προετοιμασίας της ίδιας της ΕΕ για να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική και δημοκρατική λειτουργία της την επαύριον μιας μελλοντικής διεύρυνσης. Θα πρέπει να αντιμετωπισθούν πτυχές θεσμικού χαρακτήρα αλλά και χρηματοδότησης, είπε.
Στο πλαίσιο αυτό, έθεσε την ανάγκη να γίνει μία συζήτηση γύρω από το μέλλον της ΕΕ ως προς την εμβάθυνση παράλληλα με την διεύρυνσή της. Εξέφρασε δε την ετοιμότητα της Αθήνας να φιλοξενήσει προσεχώς μία διάσκεψη με τις ευρωπαϊκές χώρες του Βίσεγκραντ, τα βαλκανικά κράτη-μέλη της ΕΕ και τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες των Βαλκανίων με αντικείμενο συζήτησης το μέλλον της Ευρώπης. Κάνοντας μία αναφορά στην ελληνική εμπειρία από τις διευρύνσεις της ΕΕ, ο κ. Κοτζιάς τόνισε ότι το συμπέρασμα από όλες τις προηγούμενες διευρύνσεις συνίσταται στο ότι εκτός από την εναρμόνιση της κάθε υποψήφιας χώρας, πρέπει να οικοδομηθούν και οι μεταξύ τους σχέσεις ώστε να αποφευχθούν οι ανταγωνισμοί.
Τέλος, σε ειδική αναφορά στους όρους της διεύρυνσης της ΕΕ, υπογράμμισε ότι πρέπει να περιλαμβάνεται και η αποδοχή του δικαίου της θάλασσας.
Σήμερα, δεύτερη ημέρα των εργασιών της Συνόδου, οι υπουργοί Εξωτερικών των «28» συναντήθηκαν με τους ομολόγους των υποψήφιων κρατών. Ειδικότερα, η Αλβανία, η ΠΓΔΜ, το Μαυροβούνιο και η Σερβία εκπροσωπήθηκαν από τους υπουργούς Εξωτερικών, ενώ η Τουρκία από τον υπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Ομέρ Τσελίκ.
Οι εταίροι εστίασαν στις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να φέρουν σε πέρας οι υποψήφιες χώρες σε τομείς όπως το κράτος δικαίου και οι σχέσεις καλής γειτονίας. Παράλληλα, τέθηκε η προοπτική αυξημένης συνεργασίας τους με την ΕΕ στην ασφάλεια και άμυνα, στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της ριζοσπαστικοποίησης, της τρομοκρατίας και της παράνομης διακίνησης ανθρώπων.