Σε κατηγορηματική διάψευση ότι η «Σπίθα» θα συμμετέχει στις επικείμενες εκλογές προχώρησε ο Μίκης Θεοδωράκης.
Αφορμή της παρέμβασής του μέσω της ιστοσελίδας της «Σπίθας», όπως σημειώνει αποτέλεσε δημοσίευμα του περιοδικού «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» που αφορά γκάλοπ για τις επικείμενες εκλογές και αναφέρει ότι «ΣΥΡΙΖΑ, Πανελλήνιο Άρμα Πολιτών, Μίκης Θεοδωράκης-Σπίθα, Ανταρσύα εξακολουθεί να αποτελεί δυνητική επιλογή του εκλογικού σώματος που θα έφτανε στα 18-20%».
Ο Μίκης Θεοδωράκης λέει εμφατικά πως «επανειλημμένως έχω δηλώσει ότι η Σπίθα δεν αποτελεί κόμμα. Διαψεύδω κατηγορηματικά κάθε πληροφορία – είδηση που με αφορά σε σχέση με τις επικείμενες εκλογές».
Διαβάστε ολόκληρη τη δήλωση του Μίκη Θεοδωράκη
«Σε δημοσίευμα του σημερινού (22.3.2012) τεύχους του περιοδικού «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» που αφορά ένα νέο γκάλοπ για τις επικείμενες εκλογές, διαβάζω ότι «ΣΥΡΙΖΑ, Πανελλήνιο Άρμα Πολιτών, Μίκης Θεοδωράκης-Σπίθα, Ανταρσύα εξακολουθεί να αποτελεί δυνητική επιλογή του εκλογικού σώματος που θα έφτανε στα 18-20%»
Επανειλημμένα έχω δηλώσει ότι η Σπίθα δεν αποτελεί κόμμα. Διαψεύδω κατηγορηματικά κάθε πληροφορία – είδηση που με αφορά σε σχέση με τις επικείμενες εκλογές.
Κατ’ αρχήν πιστεύω ότι σε συνθήκες απώλειας της Εθνικής Αυτοτέλειας, με τις σχέσεις υποταγής στο ΔΝΤ και στην Ευρώπη των Τραπεζών, με την παρουσία του κ. Ράιχενμπαχ και των συνεργατών που εκτελούν ουσιαστικά καθήκοντα Πρωθυπουργού και υπουργών και τέλος με την ρητή υποχρέωση της όποιας κυβέρνησης προκύψει να εφαρμόσει πιστά το απεχθές και επαχθές Μνημόνιο ΙΙ, κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες οι εκλογές δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά ένα παιχνίδι εντυπώσεων, για να ξεγελάσουν το λαό δημιουργώντας ψεύτικες ελπίδες, να τον αποπροσανατολίσουν και να τον αποσυντονίσουν, ώστε μετά τις εκλογές να επιπέσουν επάνω του με νέα ορμή. Για να ηττηθεί αυτό το συμπαγές αντεθνικό και αντιλαϊκό Μέτωπο της εθνικής μειοδοσίας και της αντιλαϊκής λαίλαπας, θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένα επίσης συμπαγές μέτωπο των κοινωνικών δυνάμεων που θίγονται από τις πολιτικές των Μνημονίων, υπεράνω ιδεολογικών και κομματικών συνόρων. Και γι’ αυτό ανέλαβα να δημιουργήσω το Κίνημα Ανεξάρτητων Πολιτών (ΚΑΠ), που το θεωρούσα και το θεωρώ ως ένα συνδετικό κρίκο γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό.
Δυστυχώς ομολογώ ότι απέτυχα, δεδομένου ότι αντιμετώπισα γενικώς άρνηση συνεργασίας και μάλιστα αναζωπύρωση του κομματικού πατριωτισμού, που καταδικάζει και πάλι τα κόμματα της Αριστεράς που επιδιώκουν την παρουσία τους στη Βουλή, σε ένα ρόλο παθητικού παρατηρητή, ανίκανα να εμποδίσουν ουσιαστικά, όπως έγινε έως τώρα, τις δραματικές εξελίξεις με θύμα τη χώρα και τον Ελληνικό Λαό».