Τα πυρά του Μεγάρου Μαξίμου δέχθηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας μετά τη δημοσίευση της Ενδιάμεσης Έκθεσης για τη Νομισματική Πολιτική της ΤτΕ και την πρόταση που διατύπωσε για τη δημιουργία ενός προληπτικού προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας μετά τον Αύγουστο του 2018, όταν και ολοκληρώνεται το μνημόνιο.
«Ένα προληπτικό πρόγραμμα στήριξης θα τονώσει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, διότι αυτοί θα γνωρίζουν ότι η οικονομική πολιτική είναι και θα παραμείνει συνετή, αποκλείοντας την επανεμφάνιση των ανισορροπιών» εκτίμησε ο κ. Στουρνάρας.
Οι προειδοποιήσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος προκάλεσαν συναγερμό στην κυβέρνηση και στον Αλέξη Τσίπρα.
«Επειδή ένας αποτυχημένος υπουργός Οικονομικών τότε και μία αποτυχημένη κυβέρνηση είχαν θέσει ως βέλτιστη εκδοχή όχι την έξοδο στις αγορές με ευνοϊκά επιτόκια, αλλά τη γραμμή στήριξης, δεν σημαίνει ότι μία πετυχημένη κυβέρνηση δε θα τα καταφέρει πολύ καλύτερα. Ήδη, όλες οι ενδείξεις αυτό αποδεικνύουν» ανέφεραν χαρακτηριστικά κυβερνητικές πηγές ως απάντηση στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Ο κ. Στουρνάρας συστήνει την ένταξη της χώρας σε προληπτικό πρόγραμμα στήριξης εκτιμώντας ότι ύπαρξη ενός τέτοιου προληπτικού πλαισίου στήριξης μπορεί να δράσει υποστηρικτικά για την ελληνική οικονομία μειώνοντας το κόστος δανεισμού, καθώς θα παρέχει ασφάλεια σχετικά με την πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου σε χρηματοδότηση μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018. Όπως αναφέρει κάτι τέτοιο θα τονώσει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, διότι αυτοί θα γνωρίζουν ότι η οικονομική πολιτική είναι και θα παραμείνει συνετή, αποκλείοντας την επανεμφάνιση των ανισορροπιών.
«Η αποσαφήνιση της μορφής που θα λάβει η στήριξη της ελληνικής οικονομίας μετά το τέλος του προγράμματος είναι σημαντική, στην περίπτωση που μέχρι τότε δεν θα έχει βελτιωθεί η πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας, και για έναν πρόσθετο λόγο: για να μην απολεσθεί η δυνατότητα των ελληνικών ομολόγων να χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος και να συμμετάσχουν στις αγορές ομολόγων της ΕΚΤ στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE),» καταλήγει η Έκθεση.