«Ο στόχος για καθαρή έξοδο από τα μνημόνια και το καθεστώς επιτροπείας μπορεί και πρέπει να έχει την ευρύτερη δυνατή πολιτική στήριξη, διότι είναι η πλέον συμφέρουσα επιλογή για τη χώρα και το λαό», ανέφερε μιλώντας απόψε στη συζήτηση του προϋπολογισμού ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης.
Ο κ. Δραγασάκης μίλησε για την επόμενη μέρα σημειώνοντας πως τον Αύγουστο του 2018 τελειώνουν και το καθεστώς της επιτροπείας πως η νέα διευθέτηση θα καθορίζεται από τους κοινούς κανόνες αλλά η ευθύνη για τη διαμόρφωση της πολιτικής επανέρχεται σε μας, στην εκλεγμένη κυβέρνηση και τα όργανα της ελληνικής Δημοκρατίας.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης δεν παρέλειψε να επισημάνει όμως ότι το τέλος των Μνημονίων δεν είναι το τέλος του δρόμου, αλλά ένας σημαντικός σταθμός, ένα «ξέφωτο» που μας επιτρέπει να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας και να σχεδιάσουμε το μέλλον με δίκη μας ευθύνη. Κρίσιμο στοιχείο για τις εξελίξεις είναι και ποιες δυνάμεις θα κυβερνούν μετά το τέλος των Μνημονίων. Αν δηλαδή «θα είναι οι δυνάμεις που θα προτάξουν τις ανάγκες των πολλών» ή θα είναι οι δυνάμεις με τις οποίες θα επιστρέψουμε σε καθεστωτικές λογικές εξυπηρέτησης των κάθε λογής «ημέτερων».
Η κυβέρνηση επέλεξε την καθαρή έξοδο από τα μνημόνια και την επιτροπεία, ανέφερε ο κ. Δραγασάκης σημειώνοντας ότι η επίτευξη του στόχου δεν θα είναι αποτέλεσμα κάποιου αυτόματου πιλότου. «Η καθαρή έξοδος από τα μνημόνια είναι το δικό μας σχέδιο, η δική μας επιλογή. Και πρέπει να έχουμε συνείδηση του γεγονότος ότι άλλες δυνάμεις επιδίωκαν άλλη πορεία των πραγμάτων», είπε ο Γιάννης Δραγασάκης σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση είχε μπροστά της τρεις επιλογές. Η πρώτη ήταν να συνεχίσουμε να δανειζόμαστε από τον ESM μένοντας διαρκώς σε καθεστώς μνημονίων και ειδικής επιτροπείας. Διότι το επιτόκιο δανεισμού στην περίπτωση αυτή θα ήταν χαμηλότερο και διότι το “πολιτισμικό πρότυπο” της ελληνικής κοινωνίας είναι τέτοιο που μόνο με εξωτερική πίεση υποτίθεται μπορεί να διασφαλιστεί η δημοσιονομική βιωσιμότητα. «Οι απόψεις αυτές βγήκαν από το τραπέζι των πολιτικών συζητήσεων διότι η σημερινή κυβέρνηση τις απέρριψε εξαρχής», αλλά είναι απόψεις που «έχουν ερείσματα σε κύκλους στο εξωτερικό και στο εσωτερικό της χώρας, σε τμήματα της αστικής διανόησης και των εγχώριων ελίτ». Είναι αυτές οι δυνάμεις, είπε ο κ. Δραγασάκης, που αποδέχτηκαν από την αρχή τα μνημόνια και την επιτροπεία κραυγάζοντας κατά καιρούς «κράτα γερά Γερούν».
«Η δεύτερη επιλογή», που είχε να κάνει η κυβέρνηση ήταν, όπως ανέφερε ο Γιάννης Δραγασάκης, αυτή της εξόδου στις αγορές με τη βοήθεια μιας πιστοληπτικής γραμμής. «Ήταν η λύση που επιδίωκε -χωρίς να την εξασφαλίσει- η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά το 2014. Η λύση αυτή, αν την επιλέγαμε, θα συνεπάγετο, αν όχι νέο μνημόνιο, σίγουρα νέες δεσμεύσεις πέραν όσων έχουμε ήδη αποδεχθεί. Γι’ αυτό και την απορρίψαμε», εξήγησε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και προσέθεσε ότι η κυβέρνηση έκανε την τρίτη επιλογή. Δηλαδή, «την καθαρή έξοδο, που σημαίνει να βγούμε στις αγορές έχοντας διαμορφώσει ένα απόθεμα κεφαλαίων που θα θωρακίζει τη χώρα απέναντι σε απρόβλεπτες απειλές. Και μάλιστα το απόθεμα αυτό ή ένας μέρος του να το διατηρήσουμε και μετά, ως ένα μόνιμο ταμείο σταθεροποίησης, τουλάχιστον μέχρις ότου η Ευρωζώνη αποκτήσει θεσμούς δανεισμού ύστατης ανάγκης και θωράκισης από ασύμμετρα σοκ».
«Δεν ήταν εύκολος ο στόχος αυτός. Δεν ήταν αρχικά αποδεκτός από όλους. Δεν ήταν βέβαιο εάν θα ήταν εφικτός χωρίς τη συμμετοχή μας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, το λεγόμενο QE. Οι θετικές εξελίξεις στην οικονομία, η αποφασιστική στάση της κυβέρνησης και η ευνοϊκή από ορισμένες απόψεις διεθνής συγκυρία, καθιστούν την καθαρή έξοδο εφικτή. Όμως θα χρειαστεί επιμονή και στήριξη μέχρι τέλους», υπογράμμισε ο κ. Δραγασάκης για να επισημάνει ότι θα ήταν χρήσιμο να γίνει πιο ευκρινής η θέση και των άλλων πολιτικών δυνάμεων στο θέμα αυτό και να προσθέσει ότι «ο στόχος για καθαρή έξοδο από τα μνημόνια και το καθεστώς επιτροπείας μπορεί και πρέπει να έχει την ευρύτερη δυνατή πολιτική στήριξη, διότι είναι η πλέον συμφέρουσα επιλογή για τη χώρα και το λαό».
Ο κ. Δραγασάκης αναφέρθηκε και στην επόμενη μέρα, στο «καθεστώς μετά τα Μνημόνια». «Τον Αύγουστο του 2018 τελειώνουν τα μνημόνια και μαζί τους τελειώνει το καθεστώς της επιτροπείας που τα συνοδεύει. Η νέα διευθέτηση θα καθορίζεται από τους κοινούς κανόνες και όχι από κάποιο ειδικό καθεστώς εξαίρεσης όπως συνέβαινε ως τώρα. Η ευθύνη για τη διαμόρφωση της πολιτικής επανέρχεται σε μας, στην εκλεγμένη κυβέρνηση και τα όργανα της ελληνικής Δημοκρατίας», είπε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Παράλληλα όμως «ξεκαθάρισε» ότι «η έξοδος από τα μνημόνια, δεν σημαίνει έξοδο και από όλα τα προβλήματα που δημιούργησε η κρίση. Αντίθετα ορισμένα από αυτά έχουν μακροχρόνιες συνέπειες, όπως το δημογραφικό, η παρατεταμένη αποεπένδυση, η διεύρυνση των ανισοτήτων» και ακριβώς γι’ αυτό, «το τέλος των Μνημονίων δεν είναι το τέλος του δρόμου, αλλά ένας σημαντικός σταθμός, ένα “ξέφωτο” που μας επιτρέπει να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας και να σχεδιάσουμε το μέλλον με δίκη μας ευθύνη».
Ο κ. Δραγασάκης περιέγραψε και αυτούς που σήμερα καλλιεργούν σύγχυση και ισοπεδωτισμό. «Και μετά τα Mνημόνια», λένε, «Mνημόνια θα έχουμε». «Και μετά την επιτροπεία, επιτροπεία θα έχουμε ξανά». «Δυστυχώς αυτός ο ισοπεδωτισμός ορισμένες φορές υιοθετείται άκριτα και από δυνάμεις του ευρύτερου αριστερού χώρου», είπε ο κ. Δραγασάκης και προσέθεσε ότι στόχος είναι οι εκπρόσωποι του παλαιού συστήματος εξουσίας να καλλιεργήσουν την εντύπωση ότι «όλοι το ίδιο είναι». Και το κάνουν αυτό, όπως τόνισε, για να κρύψουν τις δικές τους ευθύνες για τη χρεοκοπία της χώρας. «Αυτή η αντιστροφή της πραγματικότητας έχει λοιπόν καθαρή πολιτική στόχευση και ιδεολογική αναφορά που δεν πρέπει να αγνοείται από καμία δύναμη της Αριστεράς», είπε ο κ. Δραγασάκης.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης επιφύλασσε ξεχωριστή αναφορά στις προτεραιότητες της κυβέρνησης στη βάση των κοινωνικών αναγκών. «Μπορεί ο νεοφιλελευθερισμός να είναι το μέλλον της κοινωνίας μας, όταν αυτός αποδείχτηκε θερμοκήπιο εκρηκτικών ανισοτήτων και “θερμοκοιτίδα” της Ακροδεξιάς όπου κι αν εφαρμόστηκε; Ή μήπως ένα μίγμα εθνικισμού και νεοφιλελευθερισμού, όπως πρότεινε ο κ. Σαμαράς, μπορεί να αποτελέσει ένα αξιόπιστο υποκατάστατο του; Ή μήπως μια γραμμή ίσων αποστάσεων και αποφυγής των διλλημάτων, όπως κάνει η κυρία Γεννηματά, είναι λύση; Αλήθεια, κυρία Γεννηματά, αν εσείς συμπληρώνατε τα ερωτηματολόγια που συμπλήρωσαν οι σύνεδροι της ΝΔ, τι θα απαντούσατε; Στήριξη του κοινωνικού κράτους ή ιδιωτικοποίηση του;, ανέφερε ο Γιάννης Δραγασάκης.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης εξήγησε ότι με την έξοδο από τα Μνημόνια, κρίσιμο ζήτημα είναι ποιες πολιτικές δυνάμεις θα κυβερνούν. Αν δηλαδή «θα είναι οι δυνάμεις που θα προτάξουν τις ανάγκες των πολλών, όπως προσπαθεί η σημερινή κυβέρνηση ή θα είναι οι δυνάμεις με τις οποίες θα επιστρέψουμε σε καθεστωτικές λογικές εξυπηρέτησης των κάθε λογής “ημέτερων”. Αν θα είναι οι δυνάμεις που θα αρχίσουν την αποκατάσταση των αδικιών “από τα κάτω” προς “τα πάνω”, όπως κάνει η σημερινή κυβέρνηση; Ή θα αρχίσουν από τα “ρετιρέ” και θα ξεχαστούν εκεί, όπως γινόταν στο παρελθόν;».
«Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η πολιτική δύναμη που όχι μόνο επιθυμεί αλλά έχει και κάθε λόγο να υπερβεί έμπρακτα το παρελθόν. Είναι εδώ διότι συγκρούστηκε με ό,τι αυτό το παρελθόν εξέφραζε και είναι η δύναμη που μπορεί να κάνει τις αναγκαίες ρήξεις», είπε ο κ. Δραγασάκης και προσέθεσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η δύναμη που έχει σχέδιο για το μέλλον της χώρας, για την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη διαμόρφωση ενός νέου υποδείγματος βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης.