Η υπουργός Παιδείας, Άννα Διαμαντοπούλου, και ο γενικός γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας, Κ. Κοκκινοπλίτης παρουσίασαν σήμερα τις ενέργειες και δράσεις του υπουργείου Παιδείας, στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής για την έρευνα.
Η κ. Διαμαντοπούλου άρχισε την ομιλία της απαντώντας εμμέσως σε όσους θεωρούν ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να καταρτίζει νομοσχέδια, που αναφέρονται σε νευραλγικούς τομείς.
«Η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να κινείται μόνο στον αστερισμό του PSI. Τo υπουργείο, αλλά και οι υπουργοί, δεν έχουν δικαίωμα στη στάση εργασίας μέχρι να ολοκληρωθούν τα ζητήματα που αφορούν στη δανειακή σύμβαση.
Γι’ αυτό και θεωρώ αναγκαίο σε κάθε υπουργείο, κάθε υπουργός να κινείται με μεγάλες ταχύτητες ώστε να προχωρούν όλα τα αναγκαία ζητήματα. Καθετί που καθυστερεί σε όλους τους τομείς είναι μεγάλη απώλεια για τη χώρα. Έτσι στο υπουργείο Παιδείας κρινόμαστε καθημερινά σε όλες τις πολιτικές μας δράσεις» τόνισε η υπουργός.
Είπε ακόμη ότι υπάρχει πλέον μια ολοκληρωμένη στρατηγική, η οποία βάζει την Έρευνα και την Τεχνολογία στις ράγες της ανάπτυξης και συνδέει τη γνώση με την παραγωγή και την οικονομία. Και το σημαντικότερο, όπως είπε, είναι ότι «η διαχείριση των προτάσεων και οι αξιολογήσεις γίνονται πλέον με νέο τρόπο στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ).
Σήμερα έχουμε μια πλατφόρμα, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου κατατίθενται οι προτάσεις στα αγγλικά, η αξιολόγηση γίνεται ηλεκτρονικά, έχουμε πλήρες μητρώο Ελλήνων και ξένων αξιολογητών. Όλα γίνονται ηλεκτρονικά και με διαφάνεια.
Η πλατφόρμα αυτή είναι περιουσιακό στοιχείο του υπουργείου Παιδείας και μια εγγύηση για τον τρόπο, με τον οποίο θα γίνονται από εδώ και πέρα η υποβολή και η αξιολόγηση των προτάσεων για ερευνητικά προγράμματα».
Ιδιαίτερη σημασία δίδεται στο ότι ο συνολικός προϋπολογισμός για την έρευνα ανέρχεται σε 1,69 δισ. ευρώ, ενώ είναι σε εξέλιξη προγράμματα ύψους 850 εκατ. ευρώ, σε όλους τους στρατηγικούς άξονες.
Εξάλλου, η υπουργός ανέφερε ότι σήμερα ανακοινώνονται «σημαντικά προγράμματα στους άξονες της σύνδεσης της παραγωγής με την έρευνα και της εξωστρέφειας.
Το ένα αφορά clusters καινοτομίας – δηλαδή συνεργασίες Πανεπιστημίων, Ερευνητικών Κέντρων και επιχειρήσεων – όπου υποβλήθηκαν 23 προτάσεις με συμμετοχή 439 φορέων. Το άλλο αφορά venture capital, δηλαδή χρηματοδότηση καινοτόμων ιδεών και προτάσεων μέσω κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capital), και όχι με τον μέχρι σήμερα ‘κλασικό’ τρόπο, μέσω υπουργείων».
Ο γενικός γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας, Κωνσταντίνος Κοκκινοπλίτης , στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
– Οι δράσεις που ανακοινώνουμε σήμερα παρουσιάζουν χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης, βιώσιμης και ενταγμένης στο παγκόσμιο ανταγωνιστικό περιβάλλον οικονομίας, που βασίζεται στη γνώση και στην καινοτομική επιχειρηματικότητα. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι η συνεργασία – μια δύσκολη υπόθεση για τη χώρα μας- μεταξύ των επιχειρήσεων, των ερευνητικών κέντρων, των Πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις του παραγωγικού τομέα, συνεργασία επιχειρήσεων με επενδυτές για την από κοινού ανάληψη ρίσκου για καινοτομικές επενδύσεις. Το άλλο το στοιχείο είναι η εξωστρέφεια, που μέχρι σήμερα ως χώρα δεν είχαμε να επιδείξουμε ιδιαίτερες επιδόσεις.
-Τα clusters αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο για την προώθηση της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας σε όλη την Ευρώπη και προωθούν την περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη.
-Πολλές φορές οι ιδέες και τα ερευνητικά αποτελέσματα, δυστυχώς, νεκρώνονται στη λεγόμενη “κοιλάδα του θανάτου”, καθώς υπάρχει χάσμα μεταξύ του ερευνητικού αποτελέσματος και της μετουσίωσής του σε προϊόν ή υπηρεσία προς όφελος της κοινωνίας. Για να γεφυρωθεί αυτό χάσμα χρειάζεται ενεργητική συμβολή του κράτους για τη διευκόλυνση της εξέλιξης αυτής.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης των νέων όρων, υποβολής και αξιολόγησης των προτάσεων με βάση την διαφάνεια αλλά και τη διευκόλυνση, χωρίς τις γραφειοκρατικές διαδικασίες άλλων εποχών, τονίστηκε ιδιαίτερα ότι η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος εκδόθηκε το Σεπτέμβριο του 2011 και με καταληκτική ημερομηνία την 17η Οκτωβρίου. Στο διάστημα αυτό κατατέθηκαν 23 προτάσεις στις οποίες συμμετείχαν 439 φορείς (3 εξ αυτών από το εξωτερικό), 283 Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, 28 μεγάλες επιχειρήσεις, 103 Πανεπιστήμια και δημόσια ερευνητικά κέντρα και 25 λοιποί φορείς.
Οι προτάσεις αξιολογήθηκαν από οκταμελή επιτροπή διεθνών εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι προέρχονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής τη Νέα Ζηλανδία, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία. Όπως επισημάνθηκε «τα μέλη της επιτροπής ήταν υψηλού κύρους επιστήμονες με ειδικές γνώσεις και πείρα σε θέματα καινοτομικών συστάδων και διαχείρισης καινοτομίας γενικότερα, μεταφοράς τεχνολογίας και επιχειρηματικότητας βασισμένη στη γνώση. Πέντε από τα οκτώ μέλη της είναι καθηγητές σε κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού, ενώ τα υπόλοιπα τρία μέλη προέρχονται από το χώρο των επιχειρήσεων».