Στις συναντήσεις του στο Στρασβούργο αναφέρθηκε ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης.
Μιλώντας στον ρ/σ «Αθήνα 9.84» ανέφερε πως «όλοι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι διαπιστώνουν καθυστερήσεις και αναβλητικότητα από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης».
«Υπάρχουν καθυστερήσεις, είτε γιατί τα υπουργεία δεν είναι έτοιμα, είτε γιατί οι υπουργοί δεν είναι διατεθειμένοι να υλοποιήσουν αυτά τα οποία αποφασίζει η Βουλή» σημείωσε, λέγοντας: «Γενικά πετάνε συχνά τη μπάλα στην εξέδρα και καθυστερούν».
Ο κ. Θεοδωράκης επεσήμανε ακόμη ότι είναι κοινή η διαπίστωση ότι το ΔΝΤ τραβάει τα πράγματα στα άκρα, καθώς από τη μια παρουσιάζει στοιχεία που μειώνουν την προσπάθεια της Ελλάδας και από την άλλη δείχνει να έχει εμμονές σε σχέση με το χρέος και τη λήψη προκαταβολικών μέτρων. Ωστόσο, τόνισε, ότι «από τη στιγμή που το ΔΝΤ συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα, είναι δύσκολο να πειστούν τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια ότι το πρόγραμμα μπορεί να συνεχίσει χωρίς αυτό. Αν γίνονταν τώρα το πρόγραμμα, θα μπορούσε να μην συμμετέχει σ’ αυτό».
Δεν έκρυψε την έκπληξή του, καθώς οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι άφησαν ένα παράθυρο συμφωνίας, για το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.
Ο επικεφαλής του Ποταμιού, ερωτώμενος για το αν το Ποτάμι θα κατέβει αυτόνομο στις εκλογές, ανέφερε: «Είναι δεδομένο. Υπάρχει στην απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου. Εκτός εάν ευδοκιμήσει η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένας χώρος ο οποίος θα περιλαμβάνει όλες τις δυνάμεις του κέντρου. Εκεί εντάσσεται και η συμμαχία με τους “τρεις”, όπως και άλλες συμμαχίες. Αυτές οι πολιτικές συμμαχίες πρέπει να υπάρχουν και είναι χρήσιμο για τον εκσυγχρονιστικό και τον μεταρρυθμιστικό χώρο να υπάρχει αυτή η συνεννόηση».
Σε ό,τι αφορά την άρνηση του ΠΑΣΟΚ να συμμετάσχει στην συζήτηση αυτή, ο Σταύρος Θεοδωράκης είπε: «Δικαίωμά του. Εμείς δεν μπορούμε παρά να λέμε ότι η απαίτηση της κοινωνίας είναι η δημιουργία ενός μεγάλου τρίτου πόλου. Εάν το ΠΑΣΟΚ ή κάποιος άλλος δεν θέλει, εάν δεν τους ενδιαφέρει αυτή η υπόθεση, να το πουν στην κοινωνία. Όλοι θα μπορούσαν να ενταχθούν σ’ ένα κίνημα του κέντρου, με διαδικασίες που έχουμε αναφέρει, ώστε να εκφράζεται το Κέντρο ως κύρια δύναμη και όχι ως συμπληρωματική».