«Απάντηση στην ακροδεξιά είναι η ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους», σημειώνει η Ράνια Σβίγκου σχετικά με τη ρευστότητα που υπάρχει στην πολιτική κατάσταση πανευρωπαϊκά, σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό “Παραπολιτικά 90,1 FM”. Υπογραμμίζει ότι μέσα σε ένα γενικευμένο κλίμα αβεβαιότητας, είναι συμφέρον της ευρωπαϊκής ηγεσίας να δώσει ένα μήνυμα σταθερότητας και μέσα από το σημερινό Eurogroup.
Η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε ότι όπου η κοινωνική συνοχή έχει διαρραγεί και δεν έχουν υπάρξει απαντήσεις που να ενισχύσουν την κοινωνική συνοχή, παρατηρείται να παίρνει το πάνω χέρι η η ακροδεξιά με έναν λαϊκιστικό και εθνικιστικό λόγο. Τονίζει ότι μια τέτοια εξέλιξη, είτε στη Γαλλία με τη Λεπέν είτε σε άλλες χώρες, «θα ήταν καταστροφική», για να επισημάνει ότι ωστόσο δεν έχει λήξει το πώς θα εξελιχθούν οι καταστάσεις και στη Γαλλία που έχει προεδρική εκλογή το Μάιο και στην Ιταλία την επόμενη περίοδο.
Σε αυτό το πλαίσιο, σχολιάζοντας τις εξελίξεις στην Ιταλία, αναφέρει ότι το πώς αυτές θα επηρεάσουν μακροπρόθεσμα την Ευρώπη θα το δούμε το επόμενο διάστημα. Η κ. Σβίγκου υπογραμμίζει ότι σίγουρα όμως «μέσα σε ένα γενικευμένο κλίμα αβεβαιότητας, αστάθειας και εξελίξεων που δεν τις περίμενε η Ευρώπη πριν από ένα χρόνο – αναφέρομαι και σε άλλα γεγονότα όπως είναι το Brexit -οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν μπορεί να θέλουν μια ακόμα εστία αβεβαιότητας και αστάθειας» και τονίζει ότι «με αυτήν την έννοια, συμφέρον της ευρωπαϊκής ηγεσίας είναι και μέσα από το σημερινό Eurogroup να δώσει ένα μήνυμα σταθερότητας».
Σχετικά με τις δηλώσεις Σόιμπλε, αναφέρει ότι είναι γνωστές και ότι μάλιστα βρίσκουν σφοδρούς επικριτές, ακόμα και μέσα στην ίδια του τη χώρα, παραπέμποντας αφενός στις χθεσινές δηλώσεις Σταϊνμάιερ, και, αφετέρου, στις σημερινές δηλώσεις Μοσκοβισί αλλά και άλλων Ευρωπαίων αξιωματούχων, «που δείχνουν το θετικό κλίμα για μια πολιτική συμφωνία και για ένα Eurogroup σήμερα που θα ορίσει τις βασικές γραμμές αυτής της συμφωνίας». «Σε σχέση με πέρυσι, δηλώσεις όπως αυτές του Σόιμπλε είναι πιο παράταιρες από ό,τι ήταν ένα χρόνο πριν και πιο μειοψηφικές».
Αναφορικά με τις εκκρεμότητες των συμφωνηθέντων που φέρεται να έχουν ολοκληρωθεί κατά 95% και να έχει μείνει ένα 5%, η κ. Σβίγκου είπε: «Υπάρχουν τρεις άξονες. Το ένα είναι οι μεταρρυθμίσεις και το δημοσιονομικό μέχρι το 2018. Εκεί είναι το 95%, όπου υπάρχουν διαφορές στα εργασιακά και στο ενεργειακό όπως έχουμε ήδη αναφέρει και από την προηγούμενη εβδομάδα. Από εκεί και πέρα υπάρχει και η συζήτηση για το χρέος και συζήτηση για τα πλεονάσματα μετά το 2018, που είναι δυο θέματα τα οποία συνδέονται».
Η κ. Σβίγκου επισήμανε ότι «είναι γνωστές οι απόψεις του ΔΝΤ για τα εργασιακά, όπως είναι πολύ ενθαρρυντικές από την άλλη πλευρά οι πολιτικές πιέσεις οι οποίες ασκούνται, ειδικά στο ζήτημα των εργασιακών». Τόνισε ότι «έχει γίνει μια πολύ καλή προεργασία σε επίπεδο ευρωπαϊκών επαφών από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης» και ότι «αν τελικά το ΔΝΤ θα μείνει σε μια σειρά αντεργατικών εμμονών, νομίζω, θα βρει απέναντί του την Ευρώπη», καθώς οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν δηλώσει ότι δεν μπορεί η Ελλάδα να εξαιρεθεί από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και πως «αυτά τώρα για τα οποία πιέζει το ΔΝΤ, δεν έχουν καμία σχέση με το ευρωπαϊκό δίκαιο».
Στο ερώτημα εάν η κυβέρνηση θα πάει σε εκλογές ή θα φέρει νέα μέτρα, αν τελικά “περάσει” του Β. Σόιμπλε ο οποίος «θέλει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα», το οποίο Ταμείο «ζητάει επιπλέον μέτρα», η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε ότι το ΔΝΤ ζητάει περισσότερα μέτρα γιατί θεωρεί ότι αν δεν γίνει ρύθμιση του χρέους δεν πρόκειται να επιτευχθούν αυτά τα οποία έχουν αποφασιστεί στο ελληνικό πρόγραμμα και πως θα πρέπει το ΔΝΤ να πιέσει προς την πλευρά του Σόιμπλε ώστε να βρεθεί μια λύση για τη βιωσιμότητα του χρέους, η οποία να μπορεί να είναι αποδεκτή και από το ίδιο το ΔΝΤ.
Τόνισε ότι η κυβέρνηση εργάζεται «ώστε να υπάρξει πολιτική συμφωνία που να ανοίξει το δρόμο για τη ρύθμιση του χρέους και για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης» και πως «κανέναν δεν συμφέρει η εκτροπή από μια πορεία σταθεροποίησης και ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, όπως δείχνουν και τα στοιχεία για την ανάπτυξη για το 2017». «Και από τη στιγμή που κανέναν δεν συμφέρει μια πορεία αποσταθεροποίησης», σημείωσε, «θεωρούμε ότι το Eurogroup θα καταγράψει την πρόοδο που έχει γίνει, θα δώσει ένα σήμα για την άμεση ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης», για να τονίσει ότι «οι εκλογές δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση κάτι το οποίο επιθυμεί η ελληνική κυβέρνηση και κάτι για το οποίο εργάζεται». Αντίθετα, υπογράμμισε, ότι «αυτό για το οποίο εργάζεται, είναι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης στη βάση, όμως, των συμφωνηθέντων του Αυγούστου του 2015. Και πίσω από αυτό όπως καταλαβαίνετε δεν μπορούμε να πάμε, όχι επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ ή η κυβέρνηση έχουν ιδεοληψίες, αλλά γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό και για την οικονομία και για την ελληνική κοινωνία».