«Η κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα επιβάλλει τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική συσπείρωση των αριστερών ευρωπαϊκών δυνάμεων της χώρας» δήλωσε σήμερα μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, «Πρακτορείο 104,9 FM» ο επικεφαλής της Ενωτικής Κίνησης Ευρωπαϊκής Αριστεράς, Φώτης Κουβέλης.
«Εξάλλου στη χώρα διαμορφώνονται δύο πολιτικοί πόλοι, ο ένας βαθύτατα νεοφιλελεύθερος και συντηρητικός και ο άλλος προοδευτικός. Είναι φανερό ότι μιλάω για διπολισμό και όχι για δικομματισμό» είπε και πρόσθεσε: «Αυτός ο προοδευτικός πολιτικός πόλος πρέπει να στηριχτεί και να έχει σταθερή την πορεία του προς όφελος της χώρας και της κοινωνίας. Η κίνηση η δική μας, η Ενωτική Κίνηση Ευρωπαϊκής Αριστεράς, αναδεικνύει ακριβώς και προωθεί αυτή τη συσπείρωση με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στη μεγάλη προσπάθεια και τον αγώνα για τη δημοκρατία, τη δίκαιη ανάπτυξη, τον μετασχηματισμό της κοινωνίας και του κράτους και συμπαρατάσσεται στην απόκρουση των σχεδίων για τη λεγόμενη αριστερή παρένθεση και τη δεξιά παλινόρθωση».
Ο κ. Κουβέλης είπε ότι η παρουσία του στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν το αποτέλεσμα της πρόσκλησης που δέχτηκε, με δεδομένες και τις πολιτικές του θέσεις, και διευκρίνισε ότι η στάση του δεν σχετίζεται με το ενδεχόμενο συμμετοχής του σε ένα κυβερνητικό σχήμα.
Για την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε ότι δεν είναι ούτε εύκολη ούτε ευθύγραμμη και σημείωσε ότι έχει απέναντί του «κοινωνικά συντηρητικές και οικονομικά νεοφιλελεύθερες δυνάμεις, αλλά και κέντρα του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό».
Σχετικά με τη διαπραγμάτευση ανέφερε ότι «θα είναι μια δύσκολη υπόθεση με το δεδομένο ότι η κυβέρνηση, η χώρα εντέλει έχει μπροστά της την αναβλητικότητα που επιλέγεται κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας, με το δεδομένο ότι η Γερμανία, επιλέγει διά του κ. Σόιμπλε, να καθυστερήσει προφανέστατα διότι δεν θέλει η οποιαδήποτε συμφωνία για την αναθεώρηση του χρέους να γίνει πριν από τις γερμανικές εκλογές». Ωστόσο, υπογράμμισε ότι δεν πρέπει να χρονοτριβήσει η όλη υπόθεση, τόνισε ότι ο χρόνος είναι αποφασιστικό μέγεθος στη διαδικασία της εξόδου από την κρίση και εκτίμησε ότι η αναθεώρηση του χρέους δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά έχει σχέση και “με τη γενικότερη πορεία και εξέλιξη όχι μόνο των οικονομικών αλλά και των πολιτικών ζητημάτων μιας ρηγματωμένης ήδη Ευρωπαϊκής Ένωσης».