«Δεν διεκδικούμε απλά, απαιτούμε και αναμένουμε εκ μέρους της συμφωνίας που υλοποιούμε, τα συγκεκριμένα μέτρα, που θα καθιστούν το χρέος βιώσιμο. Αυτό προφανώς θα έχει ως συνακόλουθο τη μείωση των πλεονασμάτων μετά το 2018, γεγονός που ανοίγει ουσιαστικά το δρόμο για την ανάκαμψη της οικονομίας» υπογραμμίζει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Real News.
Τόνισε, απαντώντας στο αν εκτιμά ότι η απομείωση του ελληνικού χρέους μπορεί να επιτευχθεί έως την ολοκλήρωση της θητείας του Μπ. Ομπάμα, ότι ο δρόμος για την απομείωση του χρέους έχει ανοίξει μετά το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, με την Ελλάδα να έχει τηρήσει την συμφωνία, ενώ αναμένει να κάνουν το ίδιο και οι εταίροι της. «Ο ορίζοντας για τη συμφωνία αυτή είναι το τέλος του χρόνου» τόνισε.
Ο πρωθυπουργός επίσης, ερωτηθείς αν θεωρεί θετική τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, είπε ότι το σημαντικότερο για την Ελλάδα είναι η έκλειψη της αβεβαιότητας, και γι’ αυτό έχει ζητήσει απ’ όλους να ξεκαθαρίσουν τις προθέσεις τους όσο το δυνατόν ταχύτερα.
«Σε κάθε περίπτωση αυτό στο οποίο επιμένουμε είναι ότι η συμφωνία είναι συμφωνία και θα πρέπει να εφαρμοστεί απ’ όλους, είτε έχουν εκλογές τον επόμενο χρόνο στη χώρα τους είτε όχι» υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας.
Σε ερώτηση αν η κυβέρνηση θα διεκδικήσει μείωση των πλεονασμάτων για μετά το 2018, σημείωσε ότι η μείωση των πλεονασμάτων συναρτάται με την απόφαση που θα λάβει η ΕΕ για την απομείωση του χρέους, και υπενθύμισε ότι «η Ευρώπη έχει δεσμευτεί σ’ αυτήν την κατεύθυνση με τη συμφωνία του περασμένου Ιουνίου, και την απόφαση του Eurogroup της 25ης Μαΐου, που αναμένεται να συγκεκριμενοποιηθεί μέχρι το τέλος του χρόνου, οπότε και θα αποφασίσει το ΔΝΤ αν θα συμμετάσχει ή όχι στο πρόγραμμα».
Σε ό,τι αφορά την εξεύρεση χρημάτων για την κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης, ανέφερε ότι «ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές για την οικονομία αποδείξαμε ότι η κοινωνική πολιτική είναι η πρώτη μας φροντίδα», προσθέτοντας ότι αποτελεί επιλογή της κυβέρνησης η εξεύρεση πόρων για να βοηθήσει αυτούς που έχουν ανάγκη ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες. Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι όσο οι συνθήκες στην οικονομία θα βελτιώνονται τόσο θα διευρύνονται οι δυνατότητες άσκησης κοινωνικής πολιτικής εκ μέρους της κυβέρνησης.
Όσον αφορά τη δεύτερη αξιολόγηση, είπε ότι «κόκκινη γραμμή μας είναι να μην πάμε πουθενά πίσω από το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο».
Αναφορικά με την έξοδο της χώρας στις αγορές, είπε ότι ο κρίσιμος σταθμός είναι η ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ. «Αυτό θα συμβεί τους επόμενους μήνες. Τότε η χώρα θα μπορεί να βγει στις αγορές» προσέθεσε, σημειώνοντας ότι αυτό πρέπει να γίνει με σοβαρό και μελετημένο τρόπο.
Με αφορμή τη συμμετοχή του στη συνάντηση των Ευρωπαίων σοσιαλιστών, ο πρωθυπουργός παρομοιάζει την επί χρόνια πορεία της Ευρώπης με εκείνη του υπνοβάτη που βαδίζει προς τον γκρεμό, και επισημαίνει πως «το Brexit είτε θα ξυπνήσει τις ευρωπαϊκές ηγεσίες είτε θα είναι η αρχή του τέλους της ΕΕ».
Ο κ. Τσίπρας προσθέτει πως το Βερολίνο εξακολουθεί να λειτουργεί ως το ταμιευτήριο της Ευρώπης με τα υπερβολικά πλεονάσματα, τους «παγωμένους» μισθούς και τον χαμηλό πληθωρισμό, την ίδια στιγμή που ο ελλειμματικός Νότος έχει σπάσει όλα τα ρεκόρ στην ανεργία και στην αποανάπτυξη. «Αν αυτό συνεχιστεί, θα δούμε πολύ δυσάρεστα αποτελέσματα σε επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις και σε δημοψηφίσματα. Αν το δόγμα Σόιμπλε για Ευρώπη πολλών ταχυτήτων και ειδικές οικονομικές ζώνες υποβαθμισμένου εργατικού δυναμικού χαμηλού κόστους δεν εγκαταλειφθεί, η Ευρώπη θα βρεθεί στα όρια της αποσύνθεσης», υπογραμμίζει ο πρωθυπουργός.
Αναφερόμενος στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, ο κ. Τσίπρας σημειώνει πως είναι αναγκαίο «όχι να φτιάξουν τη δική τους ομαδοποίηση, αλλά σε συνεργασία και με άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας να μιλήσουν για την ανάγκη κοινωνικής σύγκλισης και συνοχής με επείγουσες πρωτοβουλίες μεταφοράς πόρων προς την περιφέρεια για την επιστροφή στην ανάπτυξη και την καταπολέμηση της ανεργίας».
Ο πρωθυπουργός αναφέρεται στα «εμφανή αποτελέσματα της επιλογής των σοσιαλδημοκρατών να συμπορευθούν με τη δεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό από τη δεκαετία του ’90», προσθέτοντας, ωστόσο, ότι η συνειδητοποίηση του αδιεξόδου αυτής της επιλογής «είναι εξαιρετικά θετική γιατί δημιουργεί προοπτικές» και χαρακτηρίζοντας «εξαιρετικά σημαντική» την υιοθέτηση της πρότασής του από τους Σοσιαλιστές για συζήτηση προς εξεύρεση κοινών τόπων με την Αριστερά και τους Πράσινους.
Ταυτόχρονα ο κ. Τσίπρας επισημαίνει ότι η Ευρωμεσογειακή Διάσκεψη προχωρά πέρα απ’ αυτό το σκεπτικό και τονίζει πως το ζήτημα της Ευρώπης δεν είναι μόνο ιδεολογικό, αλλά και ζήτημα διαφορετικών ταχυτήτων.
Προσθέτει ότι ο Νότος πρέπει πλέον να αναζητήσει δραστικότερους τρόπους παρέμβασης στην ευρωπαϊκή πολιτική, τονίζοντας ότι «δεν θέλουμε να είμαστε η φτωχή περιφέρεια της ΕΕ, θέλουμε να είμαστε ένα νέο κέντρο με ατζέντα και θετικές προτάσεις για την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή».
Σε ό,τι αφορά την ΝΔ ανέφερε ότι το αίτημα για εκλογές «έχει γυρίσει μπούμερανγκ» στην αξιωματική αντιπολίτευση, είπε ότι στη ΝΔ «δεν βγήκε» η προεξόφληση αποτυχίας της πρώτης αξιολόγησης και η προσπάθεια να καρπωθεί το πολιτικό κόστος που υπολόγιζε ότι θα προκύψει και προσέθεσε χαρακτηριστικά: «Έχουν εγκλωβιστεί και τώρα είναι αναγκασμένοι να γίνονται γραφικοί ζητώντας εκλογές μέχρι το 2019. Έως τότε, δηλαδή, που θα γίνει δεκτό το αίτημά τους».
Για την υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ, ο πρωθυπουργός αφού τόνισε ότι αυτή βρίσκεται στη Δικαιοσύνη και δεν χρήζει περαιτέρω σχολίων, είπε πως διαπιστώνει με αφορμή την υπόθεση αυτή πως έχει προκύψει σοβαρή –και καθόλου υπόγεια – εσωτερική ένταση στη ΝΔ. «Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε υπόγειες συμμαχίες με οποιονδήποτε. Εμείς δεν κινούμαστε υπόγεια. Κάνουμε πολιτική ανοικτά και δημόσια, χωρίς να φοβόμαστε ούτε τις συγκλίσεις ούτε τις αντιπαραθέσεις» σημείωσε.
Ερωτηθείς αν η ΝΔ του Κώστα Καραμανλή είναι άλλη από εκείνη του Αντώνη Σαμαρά ή του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο κ. Τσίπρας επισήμανε ότι «αυτό που βλέπουμε είναι η ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη» και πρόσθεσε πως «ακολουθούν πρακτικές μιας διαρκώς έξαλλης και ασυνάρτητης αντιπολίτευσης. Νομίζω ότι αν συνεχίσουν έτσι θα έχουν μεγάλη δυσκολία να ανασυγκροτηθούν σε σοβαρό πολιτικό χώρο και είναι κρίμα γιατί ο τόπος χρειάζεται μια σοβαρή αξιωματική αντιπολίτευση».
Αναφορικά με τα κριτήρια ενδεχόμενου κυβερνητικού ανασχηματισμού “που έχει προεξοφληθεί για μετά το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ”, ο πρωθυπουργός είπε “ο καλύτερος συντονισμός και η αποτελεσματικότητα είναι διαρκή ζητούμενα. Τα υπόλοιπα θα τα συζητήσουμε όταν είναι η κατάλληλη στιγμή”.
Είπε ότι η Ελλάδα δεν παραιτείται σε καμία περίπτωση από το θέμα των γερμανικών επανορθώσεων, το οποίο χαρακτήρισε «εθνικό θέμα και θέμα τιμής για τη χώρα», προσθέτοντας ότι «θα διαμορφώσουμε έναν οδικό χάρτη με στόχο να κλείσει το θέμα αυτό με τον τρόπο που πρέπει».
Για το θέμα των τηλεοπτικών αδειών, ο κ. Τσίπρας είπε ότι «δυστυχώς για το παρακράτος της διαπλοκής ο διαγωνισμός θα γίνει, και θα γίνει με τον πλέον αδιάβλητο και διαφανή τρόπο».
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η κυβέρνηση παρακολουθεί προσεκτικά τις εξελίξεις στην Τουρκία και θεωρεί ότι «η ομαλοποίηση θα είναι επωφελής γι’ όλους», υπενθυμίζοντας ότι η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή καταδίκασε την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία και «στηρίξαμε την εκλεγμένη κυβέρνηση από θέση αρχής».
Θεωρεί επίσης θετικό το γεγονός ότι «οι σχέσεις με τη γειτονική χώρα δεν έχουν διαταραχθεί και ότι η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό εξακολουθεί να εφαρμόζεται».
Ερωτηθείς αν η κυβέρνηση έχει Plan B σε περίπτωση κατάρρευσης της συμφωνίας για το προσφυγικό, είπε ότι «συνήθως για Plan B μιλούν όσοι δεν θέλουν ή δεν τους αρέσει το Plan Α και διστάζουν να το πουν καθαρά. Εμείς πριν από κάθε άλλη σκέψη παλεύουμε για να μην καταρρεύσει η Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας που μέχρι στιγμής έχει λειτουργήσει αποτελεσματικά».
«Όλα τα μέρη πρέπει να εργαστούν για να συνεχίσει να λειτουργεί και αυτό είναι κάτι που αφορά τόσο την Τουρκία όσο και την ΕΕ. Δεν βλέπω κανέναν που να έχει συμφέρον να σταματήσει η εφαρμογή της Συμφωνίας. Η Ελλάδα έχει διαχειριστεί με ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο την προσφυγική κρίση παρά τα προβλήματα και την πολυπλοκότητα της. Και θα συνεχίσει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο» κατέληξε στη συνέντευξή του ο πρωθυπουργός.