«Το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου, συμβάλλει στην προαγωγή της έρευνας στη χώρα, διευρύνοντας τους πνευματικούς ορίζοντες και αναδεικνύοντας τα πλεονεκτήματα της χώρας», ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός αρμόδιος για θέματα Έρευνας και Καινοτομίας, Κώστας Φωτάκης, παρουσιάζοντας στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, το σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας, για την Έρευνα.
Ο κ. Φωτάκης, πρόσθεσε ότι η έρευνα καλείται στο εξής να αποτελέσει μια σοβαρή αναπτυξιακή προοπτική για την επόμενη μέρα μετά την κρίση και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, βασισμένη στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας και τόνισε ότι μπορεί να λειτουργήσει, ως δυναμικός μοχλός ανάπτυξης δίπλα στον πρωτογενή τομέα, τον τουρισμό και την ναυτιλία.
Ο αναπληρωτής υπουργός Έρευνας είπε επίσης, ότι στόχος του σχεδίου νόμου είναι επίσης η δημιουργία μόνιμων θέσεων εργασίας και η αντιμετώπιση δυσλειτουργιών στη διαχείριση των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ, όπως η ανυπαρξία καταλόγου πιστοποιητών, “ώστε να αυξηθεί η ταχύτητα απορρόφησης των πόρων των προγραμμάτων”.
Κατά τη συζήτηση στη Επιτροπή , υπήρξε αντιπαράθεση μεταξύ του αναπληρωτή υπουργού Παιδείας, και της εισηγήτριας της Νέας Δημοκρατίας Μαρίας Αντωνίου με αφορμή την απόσυρση από το σχέδιο νόμου διάταξης για τους καταλογισμούς σε πανεπιστημιακούς, που υπήρχε όταν τον νομοσχέδιο δόθηκε σε δημόσια διαβούλευσης, ως «φωτογραφική» προκειμένου να απαλλαγούν από τις κατηγορίες στην υπόθεση των καταλογισμών, πρώην μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, όπως ο υπουργός Οικονομίας.
«Την ώρα που διεξάγετε προσχηματικό διάλογο φαρσοκωμωδία, φέρνετε ρυθμίσεις σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης χωρίς συζήτηση», είπε η κ. Αντωνίου .
«Η διάταξη δεν αφορούσε πολιτικό πρόσωπο», απάντησε ο κ. Φωτάκης παραπέμποντας στη σχετική ανακοίνωση του πρύτανη του πανεπιστημίου και πρόσθεσε ότι, δεν υπήρχε δόλος αλλά κακός χειρισμός της υπαλλήλου που είχε αναλάβει την ανάρτηση και αντί να αναρτήσει στο σχέδιο νόμου στην τελική μορφή του, επέλεξε την πρώτη εκδοχή.
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό Έρευνας, οι περισσότεροι καταλογισμοί αφορούν πράξεις που έγιναν για καθαριότητα και φύλαξη και το νομοσχέδιο επιχειρεί να δώσει λύση, διασφαλίζοντας την χρηματοδότησή τους από τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας.
Αναφερόμενος στο ίδιο θέμα στη δευτερολογία του ο κ. Φωτάκης επανέλαβε ότι το θέμα δεν υπάρχει και δημιουργήθηκε από δημοσιεύματα που τα απέδωσε σε “κάποιους δημοσιογράφους”, όπως είπε, στους οποίους καταλόγισε “άγνοια ή διατεταγμένη υπηρεσία”. Κάλεσε επίσης τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας που είναι βουλευτές να “πάρουν θέση, γιατί σπιλώνονται άτομα και απαξιώνεται ολόκληρη η ακαδημαϊκή κοινότητα”.
Αντιπαράθεση υπήρξε και για τη ρύθμιση που περιέχεται στο άρθρο 33 παράγραφος 7, που ρυθμίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μόνιμοι εκπαιδευτικοί ιδιαίτερα αυξημένων προσόντων μπορούν να μεταταγούν σε θέση ΕΔΙΠ στα ΑΕΙ.
Ο βουλευτής του Ποταμιού Γιώργος Μαυρωτάς, χαρακτήρισε ως “ύποπτες” τις προϋποθέσεις για τις μετατάξεις.
«Γιατί περιορίζεται η δυνατότητα μετάταξης μόνο στο χώρο των εκπαιδευτικών και όχι στο ευρύτερο δημόσιο, όπου υπάρχουν κατάλληλοι υπάλληλοι με γνώσεις και διδακτορικές σπουδές;» αναρωτήθηκε ο βουλευτής του Ποταμιού, συμπληρώνοντας ότι «το γεγονός πως η απάντηση του υπουργείου Παιδείας κάνει λόγο για διαρκή ρύθμιση και όχι άπαξ, αποδεικνύει ότι η διάταξη δεν είναι φωτογραφική, αλλά κινηματογραφική. Η γυναίκα του Καίσαρα δεν φτάνει να είναι τίμια,πρέπει και να το δείχνει» ανέφερε.
‘Αμεση ήταν η αντίδραση της αναπληρώτριας υπουργού Παιδείας Σίας Αναγνωστοπούλου, η οποία επεσήμανε ότι η διάταξη αφορά περιπτώσεις ατόμων με πλούσια βιογραφικά που δουλεύουν σε εργαστήρια πανεπιστημίων καλύπτοντας πάγιες ανάγκες και για να αποκτήσουν διδακτική εμπειρία επιστήμονες που διαφορετικά θα έφευγαν.
«Δεν υπάρχει τίποτα πονηρό ακόμη και αν πρόκειται για πρόσωπα που κάποιοι θεωρούν ότι έγινε για αυτά».
Η κ. Αναγνωστόπουλου είπε, πρόθεση της κυβέρνησης είναι να προχωρήσει σε προσλήψεις προσωπικού στα ΑΕΙ και ότι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη “νομοθετούμε σε βομβαρδισμένο τοπίο” και σημείωσε ότι στο νομοσχέδιο υπάρχει ρύθμιση για κανονικές συμβάσεις εργασίας ακόμη και αν η διδασκαλία είναι δύο ώρες την ημέρα.