Συμπληρώθηκε ένας χρόνος διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ένας χρόνος που την ευθύνη για την εξωτερική πολιτική της χώρας φέρει ο Νίκος Κοτζιάς. Με την ευκαιρία της επίσκεψης του στο Βερολίνο, όπου συναντήθηκε με τον ομόλογο του Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών μίλησε στη Deutsche Welle. Ερωτηθείς για τους βασικότερους στόχους που πέτυχε κατά την άποψη τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ο κ. Κοτζιάς απαντά ως εξής: «Νομίζω ότι σε αυτό το χρόνο, πρώτον, αποκαταστήσαμε το κύρος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Όλοι οι εταίροι μας αντιλήφθηκαν ότι έχουμε λόγο και δεν μπορούν να μας παρακάμπτουν όπως στο παρελθόν. Δεύτερον, κάναμε ουσιαστικά πολυδιάστατη την εξωτερική πολιτική και καταφέραμε να έχουμε καλές σχέσεις με δυνάμεις που έχουν τους πιο διαφορετικούς προσανατολισμούς και να αναπτύσσουμε αυτές τις σχέσεις. Τρίτο, συγκροτήσαμε καινούργιες συμμαχίες, υλοποιώντας αυτό που πάντα έλεγα, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ειδικευτεί στα τρία Δέλτα: στους τομείς της διαπραγμάτευσης, της διαμεσολάβησης και της διαιτησίας στο διεθνή χώρο».
Υπό την απειλή της εξόδου
Ο πρώτος χρόνος διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται από δύο σημαντικά προβλήματα: την οικονομική κρίση που επισκίασε κυρίως την πρώτη περίοδο της κυβέρνησης Τσίπρα και το προσφυγικό που κυριαρχεί στην ευρωπαϊκή σκηνή από το Σεπτέμβριο και μετά. Και στις δύο περιπτώσεις η Ελλάδα βρέθηκε στο στόχαστρο σφοδρής κριτικής και απειλήθηκε, αλλά και εξακολουθεί να απειλείται, με τον αποκλεισμό της από διεθνείς θεσμούς: τη μια από την ευρωζώνη και την άλλη από τη ζώνη Σένγκεν. Όπως επισημαίνει ο Νίκος Κοτζιάς στη Deutsche Welle τέτοιου είδους απειλές δεν στρέφονται μόνο εναντίον της Ελλάδας, αλλά συνιστούν κίνδυνο για το όλο εγχείρημα της ΕΕ και τη διαδικασία της ολοκλήρωσης. «Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να σταματήσουν κάποιες φωνές σε ευρωπαϊκά κράτη να υπονομεύουν την ενότητα και το μέλλον της ΕΕ μόνο και μόνο προκειμένου να γίνουν πιο αρεστοί, κατά τη γνώμη τους, σε εσωτερικά εθνικά ακροατήρια, διότι ο κίνδυνος επανεθνικοποίησης της Ευρώπης είναι μεγάλος», αναφέρει ο έλληνας υπ. Εξωτερικών. Eιδικότερα αναφορικά με το προσφυγικό, η κριτική για τον τρόπο που το διαχειρίζεται η Ελλάδα δεν διατυπώνεται όμως μόνο από κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και την Αυστρία. Και στη Γερμανία, για παράδειγμα, υπάρχουν τέτοιες φωνές. Αν και δέχεται αυτή την ένσταση ο κ. Κοτζιάς, τονίζει ωστόσο ότι αυτή δεν αφορά το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών: «Τα δύο υπουργεία Εξωτερικών, της Γερμανίας και της Ελλάδας, συμφωνούν. Υπάρχουν κύκλοι στη γερμανική κυβέρνηση σε υπουργεία που δεν σχετίζονται με τη διπλωματία που κάνουν καμιά φορά και δεύτερες σκέψεις».
Η αντιμετώπιση του προσφυγικού
Αναφορικά με το φλέγον ζήμημα της αντιμετώπισης του προσφυγικού, χρειάζονται πολλά και σύνθετα μέτρα, αναφέρει περαιτέρω ο Νίκος Κοτζιάς. Θα πρέπει να τερματιστεί ο πόλεμος στη Συρία και να προχωρήσει η διαδικασία ειρήνευσης στη Μέση Ανατολή, δεδομένου ότι είναι οι πηγές του προβλήματος. Για να μειωθούν άμεσα οι προσφυγικές ροές στην ΕΕ, θα πρέπει η Τουρκία να διασφαλίσει πραγματικούς ελέγχους στα σύνορα της, να θεσμοθετήσει την παροχή βίζας για Μαροκινούς και Αλγερινούς και να αποδεχτεί την επαναπροώθηση και επαναεισδοχή των μεταναστών που φτάνουν στην Ελλάδα από εκεί. Όμως, τονίζει ο κ. Κοτζιάς, και η ΕΕ θα πρέπει να τηρήσει έναντι της Τουρκίας τις δεσμεύσεις που προκύπτουν από την πρόσφατη συμφωνία. Όπως για παράδειγμα η εκταμίευση χρημάτων από την βοήθεια των 3 δις ευρώ για τους πρόσφυγες που έχουν έρθει στη χώρα. Μια άλλη προϋπόθεση για την επιτυχή αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος είναι η αξιοποίηση των «ευρωπαϊκών εργαλείων», όπως η Frontex και μελλοντικά μια ευρωπαϊκή ακτοφυλακή. Ο Νίκος Κοτζιάς αναφέρει σχετικά: «Εμείς πιστεύουμε ότι η ΕΕ θα πρέπει να αποκτήσει ακτοφυλακή. Είμαι ο άνθρωπος που πρότεινε στη Συνθήκη του Άμστερνταμ να εμπεδωθεί, να μπει ο όρος ‘σύνορα’ και η Frontex προέκυψε από τη φύτρα των συνόρων. Άρα εμείς πάντα υπήρξαμε σε αντίθεση με αυτά που λένε ορισμένοι ‘κολάσιμοι’ φίλοι μας υπέρ της ενίσχυσης του ρόλου της ΕΕ στα σύνορα της, αλλά πάντα με τρόπο που να διατηρεί και να επιβεβαιώνει το ρόλο εθνικού κράτους».
Ελληνογερμανικές σχέσεις
Σε ό,τι αφορά τις ελληνογερμανικές σχέσεις σε επίπεδο υπουργείων Εξωτερικών ο κ. Κοτζιάς υπενθυμίζει ότι από την αρχή είχε επιδιώξει στενή συνεργασία με τον Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ. Και όντως, θυμάται κανείς ότι στις πρώτες του κινήσεις για την «οικοδόμηση της εμπιστοσύνης» ανήκαν ακόμη και συμβολικά μέτρα: στις συνομιλίες του με το γερμανό ομόλογό του στο Βερολίνο συνοδευόταν από γερμανομαθείς έλληνες διπλωμάτες, ενώ δεν παρέλειψε να αξιοποιήσει το γεγονός ότι και οι δύο είχαν σπουδάσει στο πανεπιστήμιο του Γκίζεν. Σήμερα, δώδεκα μήνες μετά, ο κ. Κοτζιάς δηλώνει ικανοποιημένος: «Νομίζω ότι από την αρχή διαμορφώσαμε σχέσεις στο επίπεδο της διπλωματίας που ήταν καλύτερες από τις σχέσεις στο επίπεδο της οικονομίας και που συμβάλουν στη βελτίωση των σχέσεών μας σε όλα τα πεδία». Στην τελευταία τους συνάντηση την Παρασκευή, Κοτζιάς και Σταϊνμάιερ συμφώνησαν σε ένα «Σχέδιο Δράσης» που θα συμπεριλαμβάνει το σύνολο των ελληνογερμανικών σχέσεων σε πολιτικό, οικονομικό, πολιτικό και μορφωτικό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το θέμα της ίδρυσης ενός Ελληνογερμανικού Ιδρύματος Νεολαίας. Στην ερώτηση για τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης αναφορικά με αυτό το ίδρυμα, ο κ. Κοτζιάς απαντά ως εξής: «Την άνοιξη θα υπάρξει εκ νέου μια συνάντηση ανάμεσα στα αρμόδια υπουργεία με πρόθεση ναι μεν να προχωρήσει αλλά με τρόπο που να ανταποκρίνεται στον 21ο αιώνα και όχι σε γερμανικές επιλογές μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο».