To πλήθος των μεταρρυθμίσεων που έχουν νομοθετηθεί τους τελευταίους τρεις μήνες στην Ελλάδα και σταδιακά εφαρμόζονται, επεσήμανε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Ξυδάκης στον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και επίτροπο για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση, Γίρκι Κατάινεν, σε συνάντηση που είχαν σήμερα στις Βρυξέλλες. Ο Ν. Ξυδάκης ζήτησε επίσης να επιβεβαιωθεί η υποστήριξη της Επιτροπής στις συνεχιζόμενες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ ο Γ. Κατάινεν συμφώνησε ότι οι προσπάθειες είναι στη σωστή κατεύθυνση και ότι η ολοκλήρωσή τους θα βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από την κρίση.
Επιπλέον, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών ενημέρωσε το Φινλανδό επίτροπο ότι η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει τη δημιουργία Αναπτυξιακής Τράπεζας και ότι, με την επικείμενη ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και την πλήρωση των υπόλοιπων προαπαιτουμένων, πλησιάζει η στιγμή για να ανοίξει η συζήτηση για τη ρύθμιση του χρέους και την ένταξη του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Οι δύο άνδρες συμφώνησαν ότι αυτοί είναι οι παράγοντες που θα οδηγήσουν την Ελλάδα σε τροχιά ανάκαμψης και μείωσης της ανεργίας. Ο Γ. Κατάινεν, με τη σειρά του, ανέπτυξε την προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αναβαθμίσει την οικονομική της διπλωματία, μέσα από το δίκτυο των αντιπροσωπειών της σε τρίτες χώρες. Στόχος, όπως είπε, είναι να υποστηριχθεί η οικονομική διπλωματία των κρατών-μελών, κάτι που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Περαιτέρω, ο επίτροπος ανέλυσε τις προοπτικές ανάπτυξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω της χρηματοδότησής τους με καινοτόμους τρόπους και εργαλεία. Σε αυτή την κατεύθυνση, ο Φιλανδός πρώην πρωθυπουργός, ήδη συντονίζει τη δημιουργία ενός διαδικτυακού κόμβου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπου θα συγκεντρώνονται επενδυτικά σχέδια από όλα τα κράτη-μέλη, προκειμένου να προσελκυθεί το ενδιαφέρον των επενδυτών. Ο επίτροπος Κατάινεν αναφέρθηκε, τέλος, στο ρόλο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI) και στις συνέργειες ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, με κάλυψη του επενδυτικού κινδύνου, προκειμένου να διευκολυνθούν οι επενδύσεις, να δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης και να μειωθεί η ανεργία.