Σε ιδιαίτερα υψηλούς τόνους συνέχισε η Πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου να διαμαρτύρεται για τον τρόπο με τον οποίο ξεκίνησε η διαδικασία παροχής διερευνητικών εντολών, στάση που προκάλεσε ήδη την αντίδραση κύκλων της Προεδρίας της Δημοκρατίας. Στη συνάντησή της με τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Βαγγέλη Μαϊμαράκη, η Πρόεδρος της Βουλής σήκωσε το γάντι που της πέταξε η Προεδρία της Δημοκρατίας με διαρροές νωρίτερα και έκανε λόγο για «θεσμικό ατόπημα» και διαδικασία που ξεκινά «με ιδιάζουσα σπουδή». Εκφράζοντας τη «βαθύτατη ανησυχία και ενόχλησή της», η κ. Κωνσταντοπούλου επισημαίνει πως δεν γνωρίζει να υπάρχει προηγούμενο η κυβέρνηση να μην ενημερώνει την Πρόεδρο της Βουλής και δι’ αυτής το Σώμα για την παραίτησή της και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να επιλέγει επίσης να μην την ενημερώσει. «Η ενημέρωση αυτή θα έπρεπε να είναι θεσμική», κάτι που δεν έγινε, συνέχισε. Για τον Προκόπη Παυλόπουλο, η Πρόεδρος της Βουλής είπε πως «κατέφυγε σε ερμηνείες του Συντάγματος που αφενός δεν βασίζονται στο γράμμα του Συντάγματος και αφετέρου δεν τιμούν τη θεσμική ευθύνη όλων μας σε τέτοιες στιγμές», ενώ ουσιαστικά κατηγόρησε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό πως δεν τηρούν το Σύνταγμα. «Θα καταβάλλω τη μέγιστη προσπάθεια, όπως με πολύ κόπο κάνω αυτούς τους μήνες, να διαφυλαχθεί το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος και κυρίως να διαφυλαχθεί η δημοκρατία», είπε χαρακτηριστικά. Την ενόχλησή της εξέφρασε η κ. Κωνσταντοπούλου και σε ανακοίνωση που εκδόθηκε από το γραφείο της, στην οποία τονίζει πως «Θεματοφύλακες των θεσμών είναι πρωτίστως οι πολιτειακοί παράγοντες, οι οποίοι δεν επιτρέπεται να παρακάμπτουν τις συνταγματικές προβλέψεις χάριν σκοπιμοτήτων, πολιτικών, κομματικών ή άλλων».
Ανακοίνωση του Γραφείου της Προέδρου της Βουλής «Στην παρούσα εξαιρετικά κρίσιμη πολιτική συγκυρία είναι αυτονόητη η επιταγή προσήλωσης στο Σύνταγμα, για τη διασφάλιση της πολύπαθης και πολλαπλώς κακοποιημένης δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών και του πολιτεύματος στην πατρίδα μας. Θεματοφύλακες των θεσμών είναι πρωτίστως οι πολιτειακοί παράγοντες, οι οποίοι δεν επιτρέπεται να παρακάμπτουν τις συνταγματικές προβλέψεις χάριν σκοπιμοτήτων, πολιτικών, κομματικών ή άλλων. Αποτελεί εξαιρετικά δυσάρεστο γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός παρέλειψε παντελώς να ενημερώσει την Πρόεδρο της Βουλής τόσο για την πρόθεση παραίτησης της Κυβέρνησης η οποία είχε λάβει την εμπιστοσύνη της παρούσας Βουλής όσο και για την συντελεσθείσα παραίτηση. Αποτελεί ακόμη πιο δυσάρεστο γεγονός ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επίσης επέλεξε να παρακάμψει την Πρόεδρο της Βουλής και να δρομολογήσει εσπευσμένα και χωρίς να πληρούνται οι συνταγματικές προϋποθέσεις τη διαδικασία ανάθεσης διερευνητικών εντολών και, μάλιστα, με νυχτερινά ηλεκτρονικά μηνύματα. Αποτελεί ιδιαιτέρως οχληρό γεγονός ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απέφυγε να επικοινωνήσει με την Πρόεδρο της Βουλής ακόμη και σήμερα το πρωί, προ της συναντήσεώς του με τον Πρόεδρο της Ν.Δ., όταν η ίδια η Πρόεδρος τον ζήτησε τηλεφωνικώς. Αποτελεί, τέλος, θεσμικό ολίσθημα ότι, όταν τελικά επικοινώνησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με την Πρόεδρο της Βουλής σήμερα στις 11.30, επιχείρησε ερμηνείες του Συντάγματος για να δικαιολογήσει το θεσμικό ατόπημα. Στο άρθρο 37 § 4 του Συντάγματος, που εφαρμόζεται εν προκειμένω, σύμφωνα με το άρθρο 38 § 1, προβλέπεται ρητά και κατηγορηματικά, με τρόπο που αποκλείει επινοημένες ερμηνείες: «Η πρόταση για την ανάθεση εντολής γίνεται μέσα σε τρεις ημέρες από την ημέρα που ο Πρόεδρος της Βουλής ή ο αναπληρωτής του ανακοινώνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη δύναμη των κομμάτων στη Βουλή˙ η ανακοίνωση αυτή γίνεται πριν από κάθε ανάθεση εντολής». Ωστόσο, χωρίς να γίνει οποιαδήποτε επίσημη ενημέρωση ή επικοινωνία από την Κυβέρνηση και την Προεδρία της Δημοκρατίας προς τη Βουλή σχετικά με την παραίτηση της Κυβέρνησης και πριν καν γίνει η ανακοίνωση της δύναμης των κομμάτων στη Βουλή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία ρητά προβλέπεται ως αναγκαία προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών, υπήρξε ανεπίτρεπτη σπουδή που για άλλη μια φορά δοκιμάζει την συνταγματική νομιμότητα. Αυτές τις ώρες δεν θα έπρεπε να είναι αναγκαία η επισήμανση πως η τήρηση του Συντάγματος δεν μπορεί να γίνεται επιλεκτικά από τον ανώτατο πολιτειακό παράγοντα – εγγυητή της δημοκρατίας. Η τήρηση του Συντάγματος αποτελεί ύψιστο θεσμικό καθήκον και επαφίεται στη θεσμική ευσυνειδησία των εκπροσώπων της πολιτειακής εξουσίας, αλλά και στον πατριωτισμό των πολιτών, στους οποίους εντάσσονται και οι πολιτειακοί παράγοντες. Η ιστορία δεν χαρίζεται και δεν θα χαριστεί σε κανέναν. Η χώρα και ο λαός δεν αντέχουν άλλη εκτροπή. Η λαϊκή κυριαρχία δεν είναι σύνθημα, αλλά επιταγή που υποχρεώνει τους πάντες να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων». Η απάντηση της Προεδρίας Κύκλοι της Προεδρίας της Δημοκρατίας, απαντώντας στα όσα είπε η Πρόεδρος της Βουλής για το θέμα των διερευνητικών εντολών, κατά τη συνάντηση της με τον κ. Μεϊμαράκη επισημαίνουν: «Ύστερα από τη νέα παρέμβαση της κ. Κωνσταντοπούλου, ισχύει πολύ περισσότερο τώρα, όπως ήδη διευκρινίσθηκε, ότι “ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τηρεί και εφαρμόζει στο ακέραιο τις διατάξεις του Συντάγματος. Και δεν σχολιάζει προσωπικές και καινοφανείς απόψεις ως προς την ερμηνεία των διατάξεων του Συντάγματος, έστω και αν προέρχονται από πολιτειακούς παράγοντες”. Οι ίδιοι κύκλοι επισήμαναν με έμφαση «Ως προς την ουσιώδη μεταβολή της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ την οποία υπαινίχθηκε η κ. Κωνσταντοπούλου, απλώς υπενθυμίζεται, ότι κατά το άρθρο 11 παρ. 6 του κανονισμού της Βουλής, εκείνη όφειλε να ενημερώσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την μεταβολή αυτή, πράγμα που δεν έχει πράξει ως τώρα».