Εφικτή είναι η αυτοδυναμία για τον ΣΥΡΙΖΑ σε ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές, ανέφερε ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ενώ για τις πολιτικές εξελίξεις εντός του ΣΥΡΙΖΑ σχολίασε: «όταν οι πολιτικές διαφωνίες μετατρέπονται σε μια συνολική αμφισβήτηση και απόρριψη των προθέσεων του άλλου ο χωρισμός είναι αναπόφευκτος».
Ο υπουργός συγκεκριμένα απάντησε σε ερώτηση για τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει την αυτοδυναμία σε ενδεχόμενες εκλογές, με ένα πολυδιασπασμένο τοπίο στην αριστερά: «δεν είναι καινούργιο το φαινόμενο της κατακερματισμένης Αριστεράς» είπε. «Νέες είναι οι συνθήκες μέσα στις οποίες καλούμαστε να δράσουμε. Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως χαίρει μιας μεγάλης κοινωνικής συναίνεσης και εμπιστοσύνης, ασφαλώς όλος αυτός ο κόσμος που τον στηρίζει είναι ανομοιογενής, αποτελεί όμως μια πολιτική «ύλη» με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποκτήσει ισχυρούς δεσμούς. Το πιο πιθανό κατά τη γνώμη μου είναι πως η αυτοδυναμία είναι εφικτή».
Σε ερώτηση για τις πολιτικές εξελίξεις εντός του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Σκουρλέτης απάντησε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πορεύτηκε μέσα από μεγάλες εσωκομματικές κρίσεις και διασπάσεις.
«… Παρά τα βήματα που έγιναν για την μετατροπή του σε ένα ενιαίο πολυτασικό κόμμα, δεν ξεπεράστηκαν μεγάλες, στρατηγικού χαρακτήρα διαφοροποιήσεις, που έλκουν την καταγωγή τους από το παρελθόν. Στις σημερινές συνθήκες και με δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κυβέρνηση ή θα υπερβούμε τις στρατηγικού χαρακτήρα διάφορες μας διαμορφώνοντας ένα νέο σχέδιο που θα αντιστοιχεί σε μια σύγχρονη, κοινωνικά γειωμένη αριστερή δύναμη, ή θα υποστούμε τις επιπτώσεις μιας νέας διάσπασης. Όταν οι πολιτικές διαφωνίες μετατρέπονται σε μια συνολική αμφισβήτηση και απόρριψη των προθέσεων του άλλου ο χωρισμός είναι αναπόφευκτος».
Σε ερώτηση αν δεν καταφέρει να εξασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ την πλειοψηφία στην επόμενη Βουλή και εάν είναι δυνατή η συνεργασία με τη Ν.Δ., το Ποτάμι ή το ΠΑΣΟΚ ο κ. Σκουρλέτης απάντησε: «δεν βλέπω να υπάρχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις για μια μετεκλογική συνεργασία με τις δυνάμεις που αναφέρατε. Η βάση κάθε αξιόπιστης συνεργασίας πρέπει να είναι η προγραμματική σύγκληση και η φερεγγυότητα των προσώπων».
Για τη νέα δανειακή σύμβαση ανέφερε ότι η μαχητική διαπραγματευτική στάση της ελληνικής κυβέρνησης αποτελεί μια εγγραφή για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις και ότι η συζήτηση γύρω από τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές στρατηγικές έχει μπει πλέον σε άλλη βάση. Αναφερόμενος στο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης πρόσθεσε ότι: «το αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που θα θέλαμε βεβαίως, θα πρέπει να το συγκρίνει κανείς με το τι μας περίμενε σε περίπτωση μη συμφωνίας, με την γενίκευση δηλαδή της ανθρωπιστικής κρίσης. Το τοπίο όπως διαμορφώνεται χαρακτηρίζεται από μεγάλες αβεβαιότητες και δυσκολίες. Το επόμενο διάστημα θα δοκιμάσουμε τις αντοχές μας και την ικανότητα μας να κάνουμε κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Να εφαρμόσουμε τη συμφωνία με όσο το δυνατόν πιο ανώδυνο κοινωνικά τρόπο και ταυτόχρονα να δημιουργούμε τους όρους απεμπλοκής από αυτήν. Να μετριάσουμε τις υφεσιακές επιπτώσεις της συμφωνίας και την ιδία στιγμή να ανοίξουμε νέους δρόμους ανάπτυξης».
Για τα όσα προβλέπει η συμφωνία για τη ΔΕΗ και την αγορά ενέργειας ο υπουργός είπε ότι αποφύγαμε την απαίτηση για τη δημιουργία της «μικρής ΔΕΗ» και την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ. Ο δημόσιος χαρακτήρας της ΔΕΗ διαφυλάχθηκε. «Οι δεσμεύσεις που προωθούνται από τη νέα συμφωνία δημιουργούν ένα νέο περιβάλλον στο τομέα της ενέργειας, δεν θα σταθούν όμως εμπόδιο για τη ΔΕΗ η οποία έχει όλες τις προϋποθέσεις για να έχει μια πετυχημένη πορεία” όπως επεσήμανε ο ίδιος.
Σε ερώτηση γιατί διατηρεί σκληρή στάση η Γερμανία, παρά τη συμφωνία, ο υπουργός σχολίασε ότι με αφορμή την ελληνική διαπραγμάτευση ήρθε στην επιφάνεια το σχέδιο της Γερμανοκεντρικής Ευρώπης. «Μιας Ευρώπης, συνέχισε ο υπουργός, ακραία νεοφιλελεύθερης, απόλυτα ελεγχόμενης από τη γερμανική ολιγαρχία, ελάχιστα κοινωνικής και δημοκρατικά συρρικνωμένης. Το σχέδιο αυτό εμπεριείχε ως πρώτο βήμα και το Grexit – δεν φαίνεται ότι κέρδισε, και αυτό είναι ελπιδοφόρο. Στην παρούσα φάση ακραίοι γερμανικοί κύκλοι επιδιώκουν τη συμφωνία-γέφυρα ώστε να συντηρούν το σενάριο της ελληνικής εξόδου. Η σημερινή γερμανική ηγεσία δεν συμφιλιώθηκε ποτέ με την ιδέα μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Πολλοί είναι αυτοί που θα επιθυμούσαν την πτώση της σημερινής κυβέρνησης».