Όταν ο Γιάννης Βαρουφάκης ανακοίνωνε, στις 20 Φεβρουαρίου, τη συμφωνία – γέφυρα με τους δανειστές, έχοντας ήδη αναγνωρίσει ότι συμφωνεί με το 70% του μνημονίου, δεν ήταν λίγοι αυτοί, που απόρησαν με το κατά πόσο θα είναι χρήσιμη αυτή η συμφωνία και εξέφραζαν τον προβληματισμό τους για τη ζημιά, που πιθανώς θα κάνει στην αγορά και στην οικονομία ευρύτερα.
Κάποιοι – και μέσα από την κυβέρνηση – του εισηγήθηκαν και του εισηγούνταν διαρκώς να κλείσει συμφωνία το συντομότερο δυνατόν.
Ο ίδιος, όμως, επέμενε σε αυτό, που ο ίδιος βάφτισε «δημιουργική ασάφεια». Συνέχισε να μιλάει – και ως υπουργός Οικονομικών – για αλλαγή του πλαισίου λειτουργίας της Ε.Ε., για ανατροπή των κανόνων, κλπ, παρασύροντας την κυβέρνηση σε λάθος χειρισμούς και στη διαρκή άρνηση υπογραφής για συμφωνία.
Όλα αυτά οδήγησαν τελικά σε μέτρα, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, αν είχε υπάρξει συμφωνία από το Φεβρουάριο. Ακόμα χειρότερα, η επιβάρυνση αυτή έρχεται να κουμπώσει πάνω στην πολύ σημαντική ζημιά, η οποία επήλθε στην ελληνική οικονομία και την αγορά τόσο από το πάγωμα όλων αυτό το εξάμηνο, όσο και από τις κλειστές τράπεζες και τα capital control.
Η πρωτοφανής τακτική της δημιουργικής ασάφειας του Γιάννη Βαρουφάκη απέδειξε ότι ο ίδιος πρόκειται για τον πιο… ακριβό υπουργό Οικονομικών, που έχει γνωρίσει ποτέ η χώρα (όπως τον χαρακτήρισε και το Reuters).
Δείτε γιατί:
Με τη βοήθεια επενδυτικών οίκων και του Bloomberg, υπολογίσαμε τις ζημιές και απώλειες για την οικονομία, όσο και τα επιπλέον κόστη, που πλήρωσε η Ελληνική Δημοκρατία από αυτή την τακτική.
Μέσα σε ένα εξάμηνο, λοιπόν :
Ο – πανάκριβος – δανεισμός για τις τράπεζες, μέσω ELA, προσέγγισε τα 90 δισ. ευρώ, επειδή – με τις κινήσεις μας – χάσαμε την πρόσβαση στη φθηνή ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Τα πιστωτικά ιδρύματα χρειάζονταν διαρκώς έκτακτη ρευστότητα, επειδή έφευγαν διαρκώς καταθέσεις (54 δισ. έκαναν φτερά από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα).
Να μην ξεχάσουμε ακόμα ότι το μαξιλάρι των 10,9 δισ. ευρώ, που υπήρχε στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, όχι μόνο πέρασε στον EFSF, αλλά έχει πλέον λήξει.
Το ελληνικό Χρηματιστήριο έχασε περί τα 13 δισ. ευρώ (12,7 για την ακρίβεια).
Οι απώλειες από επενδύσεις, που πάγωσαν ή ακυρώθηκαν (συμπεριλαμβανομένων και των ιδιωτικοποιήσεων, που δεν ολοκληρώθηκαν), εκτιμώνται – σε πρώτη φάση – στα 12,9 δισ. ευρώ.
Το κράτος έχασε 5,5 δισ. από έσοδα.
Η εκτιμώμενη επί τα χείρω αναθεώρηση του ΑΕΠ φτάνει στα 9,2 δισ. και του πρωτογενούς πλεονάσματος (πλέον μιλάμε για έλλειμμα) στα 5,6 δισ. ευρώ.
Από τον τουρισμό, με τις κρατήσεις, που ακυρώθηκαν, υπολογίζεται ότι θα χαθούν συνολικά 6,2 δισ. ευρώ.
Τέλος, ανυπολόγιστο είναι το κόστος από τις δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, που χάθηκαν ή ουδέποτε δημιουργήθηκαν.
Σε όλα αυτά, να μην ξεχνάμε και την ευρύτερη ζημιά από την καθυστέρηση, κατά τουλάχιστον μια τριετία πλέον, της εξόδου στις αγορές, η οποία και είχε προγραμματιστεί – με βάση τον προηγούμενο σχεδιασμό – για φέτος.
Συνολικά, οι κινήσεις και εμπνεύσεις του κ. Βαρουφάκη κόστισαν – ούτε λίγο, ούτε πολύ, με βάση το Bloomberg – 210,1 ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΕΥΡΩ !
Δηλαδή, κάτι παραπάνω από το ΑΕΠ της χώρας (112%).
Η ζημιά είναι μεγάλη, μπορεί όμως ακόμα και τώρα – όχι να διορθωθεί – απλά να αρχίσει να αντιμετωπίζεται. Με σοβαρό λόγο, συνέπεια, άμεση εφαρμογή των συμφωνηθέντων και, κυρίως, επενδύσεις.
Πάνω απ΄ όλα, χωρίς δηλώσεις, σχέδια και λεονταρισμούς, που μόνο κακό κάνουν στον τόπο.