Συγκεκριμένους στόχους για την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση, τη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών και την ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας θέτει το «Σύμφωνο για το Ευρώ», το οποίο αναμένεται να εγκριθεί επί της αρχής από τους «17» ηγέτες της ευρωζώνης.
Σύμφωνα με το πρώτο σχέδιο τελικών συμπερασμάτων, οι ηγέτες του ευρώ επιθυμούν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και τη σύγκλιση των οικονομικών πολιτικών των χωρών, προκειμένου να αποφύγουν νέες κρίσεις χρέους στο μέλλον. Οι «17» δεσμεύονται ότι στο μέλλον θα συντονίζουν τις οικονομικές πολιτικές τους, όχι μόνο στον δημοσιονομικό τομέα, αλλά και στον φορολογικό, τον μισθολογικό και τον συνταξιοδοτικό.
«Κάθε χρόνο, τα κράτη μέλη της ευρωζώνης θα συμφωνούν, σε ανώτατο επίπεδο , σε συγκεκριμένες δράσεις, οι οποίες θα πρέπει να επιτευχθούν σε διάστημα 12 μηνών. Η επιλογή των μέτρων πολιτικής που θα πρέπει να εφαρμοστούν σε εθνικό επίπεδο θα αποτελεί ευθύνη των κυβερνήσεων», αναφέρεται στο σχέδιο του «Συμφώνου για το Ευρώ». Στη συνέχεια σημειώνεται ότι αυτές οι δράσεις θα αποτυπώνονται στα Εθνικά Προγράμματα Σταθεροποίησης και Μεταρρυθμίσεων, τα οποία τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν ετησίως προς αξιολόγηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Συμβούλιο Eurogroup, στο πλαίσιο του λεγόμενου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Ειδικότερα, το Σύμφωνο, εμμέσως πλην σαφώς, ζητεί συγκράτηση των μισθών, καθώς υπογραμμίζει ότι οι χώρες πρέπει «να διασφαλίζουν ότι οι μισθολογικές διευθετήσεις στο δημόσιο τομέα στηρίζουν τις προσπάθειες για ανταγωνιστικότητα στον ιδιωτικό τομέα». Επιπλέον, τονίζει ότι για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, θα αξιολογείται η εξέλιξη των μισθών σε σχέση με την παραγωγικότητα. «Οι μονάδες του μισθολογικού κόστους θα ελέγχονται για μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο» και θα συγκρίνονται με αυτές που ισχύουν σε άλλα κράτη μέλη, αναφέρει το Σύμφωνο. Αυτό θα ισχύει ανά οικονομικό τομέα (βιομηχανία και υπηρεσίες).
Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, το Σύμφωνο τονίζει ότι θα πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, οι οποίες θα προωθούν την «ευελιξία με ασφάλεια» (flexicurity) στην αγορά εργασίας, τη μείωση της αδήλωτης εργασίας και τη διαβίου μάθηση. Επίσης, ενθαρρύνονται φορολογικές μεταρρυθμίσεις, όπως η μείωση του φορολογικού κόστους της εργασίας.
Εξάλλου, στο Σύμφωνο επισημαίνεται ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων τους και των συστημάτων υγείας και πρόνοιας. Σημειώνεται, ότι οι μεταρρυθμίσεις, σε αυτό τον τομέα θα μπορούν να εξαρτηθούν από τη δημογραφική κατάσταση κάθε χώρας. Δηλαδή το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης να είναι συνάρτηση του προσδόκιμου ζωής που ισχύει σε κάθε χώρα
Όσον αφορά στα δημόσια οικονομικά, οι χώρες καλούνται να υιοθετήσουν μηχανισμούς που θα βάλουν «φρένο στο χρέος» και υποχρεώνονται να λάβουν μέτρα όταν το χρέος ξεπερνά ένα συγκεκριμένο όριο.
Τέλος, το Σύμφωνο τονίζει ότι θα πρέπει να υπάρχει συντονισμός των φορολογικών πολιτικών. «Η διαμόρφωση μιας κοινής φορολόγησης για τις επιχειρήσεις θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος για να προχωρήσουμε, προκειμένου να εγγυηθούμε τη συνοχή των εθνικών φορολογικών συστημάτων, σεβόμενοι τις εθνικές στρατηγικές φορολόγησης», αναφέρεται χαρακτηριστικά.