Σειρά προτάσεων για την αντιμετώπιση του προβλήματος της μετανάστευσης, το οποίο χαρακτήρισε ως εκρηκτικό, παρουσίασε στον πρωθυπουργό, Γ. Παπανδρέου, η Γενική Γραμματέας του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, στην αποψινή συνάντησή τους.
Σε δηλώσεις της αμέσως μετά τη συνάντηση, η κ. Παπαρήγα εξέφρασε την απόλυτη διαφωνία της με την κυβερνητική πολιτική στο μεταναστευτικό ζήτημα, αναφέρθηκε αναλυτικά στο ανθρωπιστικό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί, ενώ σημείωσε ότι πόλεμοι και τυραννικά καθεστώτα είναι τα κύρια αίτια που προκαλούν μεταναστευτικά κύματα.
Η κα Παπαρήγα, στο πλαίσιο αυτό, τόνισε ότι μπορεί να υπάρξουν σοβαρες παρενέργειες από τον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος και ζήτησε να σταματήσει ο διαχωρισμός μεταξύ νόμιμων και παράνομων μεταναστών.
Επίσης, τόνισε την ανάγκη η κυβέρνηση να επιδιώξει άμεσα την αναθεώρηση της συμφωνίας “Δουβλίνο ΙΙ” και και να δοθούν ταξιδιωτικά έγγραφα σε όλους όσοι θέλουν να πάνε σε χώρες της ΕΕ.
Σε υπόμνημα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ που επέδοσε η κα Παπαρήγα στον πρωθυπουργό, χαρακτηρίζεται ως εκρηκτική η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με τους μετανάστες, εξαιτίας της εφαρμοζόμενης πολιτικής.
Το ΚΚΕ επικρίνει την κυβέρνηση,σημειώνοντας ότι δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες, οι οποίοι ζουν, εργάζονται και θέλουν να παραμείνουν στη χώρα μας βρίσκονται σε καθεστώς εκκρεμότητας και ομηρίας της ροζ κάρτας, ανησυχούν για το μέλλον τους, φοβούμενοι – δικαίως – ότι και με το νέο σύστημα ασύλου θα δουν τα αιτήματά τους για άσυλο να απορρίπτονται σε ποσοστά ίδια, ή παραπλήσια, με το ισχύον μέχρι σήμερα ποσοστό ντροπής του 99%.
Παράλληλα, επισημαίνεται στο υπόμνημα του ΚΚΕ, εκατοντάδες χιλιάδες οικονομικοί μετανάστες, οι περισσότεροι με οικογένεια και με παιδιά, δεν μπορούν να ανανεώσουν την πανάκριβη – εξ αιτίας των παραβόλων, προστίμων κλπ. – άδεια παραμονής τους, κινδυνεύουν ακόμη και με απέλαση με βάση το νόμο που ψηφίστηκε πρόσφατα, γιατί οι δυσβάσταχτες προϋποθέσεις της μεταναστευτικής νομοθεσίας τους υποχρεώνουν να προσκομίσουν 150 – 200 ένσημα και σύμβαση με εργοδότη, πετούν στην “παρανομία” έναν όλο και αυξανόμενο αριθμό άνεργων μεταναστών.
Το ΚΚΕ κάνει λόγο για “απαράδεκτη, διαποτισμένη με εθνικιστικό δηλητήριο απόφαση του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας που ακυρώνει το Ν. 3838/2010 για την ιθαγένεια και τη συμμετοχή στις δημοτικές εκλογές ορισμένων, πολύ λίγων μεταναστών” και σημειώνει ότι αυτή η απόφαση δίνει το νομικό προκάλυμμα για τη συνέχιση και την ένταση των πολιτικών καταστολής του μεταναστευτικού ζητήματος.
Η κυβέρνηση, σύμφωνα με την ΚΕ του ΚΚΕ, αντί να σκύψει πάνω στο πρόβλημα και να δώσει λύσεις αντίστοιχες με τη σοβαρότητα που έχει, επιλέγει την καταστολή, παρ’ ότι γνωρίζει ότι η καταστολή – εκτός του ότι είναι απάνθρωπη – είναι και αδιέξοδη.
‘Εφθασε μάλιστα στο σημείο να χαρακτηρίσει κίνδυνο για την “εσωτερική ασφάλεια” τις ενδεχόμενες κινητοποιήσεις των μεταναστών αυτή την περίοδο, λόγω των σοβαρών γεγονότων που λαμβάνουν χώρα στην Αίγυπτο και άλλες αφρικανικές χώρες.
Τα μέτρα που προτείνει το ΚΚΕ για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι:
α) Η παύση της συμμόρφωσης με τον ευρωενωσιακό μηχανισμό του Κανονισμού του Δουβλίνου ΙΙ, που κρατάει ομήρους στη χώρα μας εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που έχουν ως προορισμό άλλες χώρες της ΕΕ και η παροχή ταξιδιωτικών εγγράφων σε αυτούς, προκειμένου να μεταβούν νόμιμα και με ασφάλεια στις χώρες προορισμού τους,
β) Η άμεση παροχή ασύλου ή άλλης μορφής διεθνούς προστασίας στα θύματα των ιμπεριαλιστικών πολέμων και επεμβάσεων (πχ αυτών που προέρχονται από το Αφγανιστάν, το Ιράκ, την Παλαιστίνη, τη Σομαλία),
γ) Η αποσύνδεση της ανανέωσης της άδειας διαμονής από ένσημα και σύμβαση εργασίας, η χορήγησή της και στους ανέργους, η απλοποίηση των διαδικασιών και η διευκόλυνση των διαδικασιών οικογενειακής επανένωσης,
δ) Η άμεση νομιμοποίηση όλων των μεταναστών που ζουν και εργάζονται στη χώρα μας, ιδιαίτερα αυτών που βρίσκονται για μεγάλο χρονικό διάστημα, έχουν οικογένεια ή έχουν δημιουργήσει ισχυρούς βιοτικούς δεσμούς με τη χώρα μας και επιθυμούν φυσικά να παραμείνουν.
Η ΚΕ του ΚΚΕ εκτιμά ότι τα μέτρα αυτά εξυπηρετούν τα συμφέροντα τόσο των Ελλήνων όσο και των μεταναστών εργαζομένων και προσφύγων, ικανοποιούν δίκαια αιτήματα, είναι ρεαλιστικά και ώριμα να ληφθούν.