Τη θέση ότι «πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να υπερασπιστούμε τα εθνικά μας συμφέροντα και ταυτόχρονα να σταθούμε ενάντια στον εθνικισμό και την εθνική περιχαράκωση», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας κατά την ομιλία του στη Συνεδρίαση της Επιτροπής της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Δυτικά Βαλκάνια που πραγματοποιείται στο Βελιγράδι, σήμερα και αύριο.
Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι «πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αναζωογονηθεί η ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων» και σχολίασε πως πρέπει να είναι σαφές στην ευρωπαϊκή ηγεσία ότι αν η ΕΕ αποτύχει στη γειτονιά μας, τότε δεν θα έχει καμία αξιοπιστία να αποτελέσει ισχυρή διεθνή δύναμη στον υπόλοιπο κόσμο. «Εάν η ΕΕ αποτύχει στα Βαλκάνια, οι συνέπειες για τη δική της σταθερότητα και ασφάλεια θα είναι πολύ σοβαρές και επικίνδυνες», τόνισε.
Ειδικότερα ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρθηκε στη δύσκολη περίοδο πολλαπλών κρίσεων που διανύουμε, σε παγκόσμιο, περιφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο, «μια περίοδο με δύο πολέμους στη γειτονιά μας, όπου χιλιάδες άμαχοι έχουν σκοτωθεί και πεθαίνουν καθημερινά», μια περίοδο «μετάβασης προς έναν πολυπολικό κόσμο με ισχυρούς ανταγωνισμούς και συγκρούσεις». Υποστήριξε ότι αυτή «η αποσταθεροποίηση επιδεινώνεται εν μέρει επειδή δεν αναπτύσσουμε τη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας – τα απαραίτητα διπλωματικά εργαλεία και τις περιφερειακές πρωτοβουλίες – που χρειαζόμαστε για να προστατεύσουμε τους πολίτες μας και να διασφαλίσουμε την ειρήνη και τη σταθερότητα σε αυτήν τη νέα περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας».
Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι «για να γίνει αυτό, πρέπει να σταθούμε ενάντια στον κυνισμό και τον εθνικισμό» και πως «δεν αρκεί να το κάνουμε αυτό, μιλώντας για αξίες». Διότι, όπως σχολίασε, «όλο και περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο πιστεύουν ότι το να μιλάμε για αξίες είναι υποκριτικό και ότι βασιζόμαστε σε δύο μέτρα και δύο σταθμά». «Πρέπει λοιπόν να διδαχθούμε από τα λάθη του παρελθόντος. Η διεθνής κοινότητα πρέπει -σήμερα- να είναι πιο ειλικρινής από ό,τι ήταν τα τελευταία 30 χρόνια. Ιδιαίτερα η Δύση πρέπει να επανεξετάσει τα λάθη που έκανε ειδικά σε σχέση με τις στρατιωτικές της επεμβάσεις», είπε ο ίδιος.
Παράλληλα πρόσθεσε ότι αυτό δεν αρκεί, για να τονίσει ότι «είναι σημαντικό να σταθούμε ενεργά απέναντι στην παραβίαση της εδαφικής ακεραιότητας οποιαδήποτε χώρας. Κάτι που έγινε με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και την ίδια στιγμή είναι σημαντικό η Ευρώπη να χρησιμοποιήσει όλη την διπλωματική της ισχύ για ειρήνη στη βάση του διεθνούς δικαίου στην Ουκρανία με τερματισμό της εισβολής».
«Είναι σημαντικό να καταδικάσουμε την τρομοκρατία. Και την ίδια στιγμή να τονίσουμε ότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη δολοφονία χιλιάδων αμάχων, όπως βλέπουμε από τις ισραηλινές επιθέσεις στην Παλαιστίνη. Να τονίσουμε ότι πρέπει να υπάρξει άμεση κατάπαυση πυρός στη Μέση Ανατολή με επιστροφή των ομήρων» πρόσθεσε ο κ. Τσίπρας, υπογραμμίζοντας ότι «πρέπει να καταβάλλουμε κάθε διπλωματική προσπάθεια για να υποστηρίξουμε τόσο την ειρήνη, όσο και το διεθνές δίκαιο».
Ο πρώην πρωθυπουργός επισήμανε ότι όλοι γνωρίζουν τις μεγάλες δυνατότητες που έχει η περιοχή των Βαλκανίων μας και τις μεγάλες δυνατότητες των λαών μας, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι «όλοι γνωρίζουμε τον μεγάλο κίνδυνο που υπάρχει, εάν η περιοχή μας επανέλθει ξανά στην αστάθεια και τις συγκρούσεις».
Ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι «Εμείς, στα Βαλκάνια, πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για την ειρηνική επίλυση διαφορών, ακόμη και όταν αυτό είναι δύσκολο. Ακόμη και όταν έχει πολιτικό κόστος». Και ανέφερε ότι το είπε αυτό όταν υπέγραψαν τη Συμφωνία των Πρεσπών για το ονοματολογικό «με τον φίλο» Ζόραν Ζάεφ και πως επιμένει σε αυτό σήμερα.
«Ταυτόχρονα, πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σεβαστούμε τις διεθνείς συμφωνίες και δεσμεύσεις, καθώς και το κράτος δικαίου. Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να υπερασπιστούμε τα εθνικά μας συμφέροντα και ταυτόχρονα να σταθούμε ενάντια στον εθνικισμό και την εθνική περιχαράκωση», είπε ο κ. Τσίπρας, ενώ τόνισε ότι «πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αναζωογονηθεί η ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων» και ότι «αυτό σημαίνει ότι η ηγεσία της ΕΕ πρέπει να κινηθεί πέρα από την πεπατημένη και να υιοθετήσει μία νέα προσέγγιση σταδιακής διεύρυνσης (phased enlargement)».