Η οικονομική κατάσταση και το κυβερνητικό πρόγραμμα ήταν το βασικό θέμα της συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη στο Open. Η συνέντευξη ξεκίνησε, ωστόσο, από το σημερινό θέμα, την έναρξη της σχολικής χρονιάς, με τον υπουργό Επικρατείας να επισημαίνει ότι «ξεκινάει εξαιρετικά», χάρη σε 10.000 προσλήψεις εκπαιδευτικών, ψηφιακούς πίνακες και ψηφιακά φροντιστήρια, τα οποία θα λειτουργήσουν από τις 17 Σεπτεμβρίου, όπως είπε.

Εξάλλου, «αυτή η κυβέρνηση έχει αυξήσει από τα 5,6 δισ. στα 6,6 δισ. τη δαπάνη για την παιδεία», σημείωσε ενώ έκανε, στο σημείο αυτό, και ένα γενικό σχόλιο: «Χρόνο με το χρόνο με αυτήν την κυβέρνηση υπάρχει βελτίωση σε όλα τα μεγέθη».

Πηγαίνοντας στα οικονομικά, ο υπουργός Επικρατείας τόνισε ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν δει την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 30%, άρα και αυξημένες τριετίες, άρα έχουν αυξηθεί και οι άλλοι μισθοί, αλλά και το επίδομα ανεργίας. Συνεπώς, ναι, έχουν να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό, αλλά «κάτι έχει μείνει». Ενώ επικαλέσθηκε και το μισό εκατομμύριο συμπολιτών μας που ήταν άνεργοι και τώρα έχουν εργασία: κάποιος που ήταν άνεργος, τώρα έχει πάει στον κατώτατο μισθό στη χειρότερη εκδοχή.

Στο πρόβλημα της ακρίβειας και επιστρέφοντας στην κριτική της αντιπολίτευσης για τον ΦΠΑ, ο υπουργός επιχειρηματολόγησε ότι «δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι με το να αφαιρέσω ένα φόρο στην κατανάλωση – γιατί αυτό είναι ο ΦΠΑ – δεν θα μείνει το πρόσθετο έσοδο είτε στον έμπορο είτε στον παραγωγό. Αν μπω σε μια πολιτική μειώσεως του ΦΠΑ, διακινδυνεύω να χάσω σημαντικότατα έσοδα και να μην έχω και αποτέλεσμα!», συμπλήρωσε. Ενώ, συγχρόνως, έθεσε δύο ακόμη παραμέτρους στη συζήτηση: «Δεν βλέπουμε κάμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης, ούτε και μείωση των καταθέσεων», παρατήρησε.

Συμπερασματικώς, «ο κόσμος είχε δυσκολίες, και έχει σχετικά λιγότερες δυσκολίες, δεν είπα ότι δεν έχει δυσκολίες. Ο κόσμος εισοδηματικά είναι καλύτερα χωρίς αμφιβολία», υπογράμμισε. Τέλος, για το θέμα της ακρίβειας, ανέφερε ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού κάνει ό,τι μπορεί κατά των καρτέλ.

Με αφορμή τις ενστάσεις ενστόλων για τις αυξήσεις που ανακοινώθηκαν, ο Μ. Βορίδης έκανε πρώτα ένα γενικό σχόλιο: «Καμία κοινωνική ομάδα δεν είναι αντιπολίτευση και σέβομαι απολύτως τα αιτήματά τους». Ειδικώς δε, για τους ενστόλους υπενθύμισε ότι «δώσαμε μια πρώτη αύξηση τον προηγούμενο χρόνο και τώρα αυτή τη μικρή αύξηση στα νυχτερινά, θα πάρουν και την αύξηση των δημοσίων υπαλλήλων -όλα αυτά είναι μια πρώτη κίνηση στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του 2025».

Εξάλλου, οι ένστολοι «είναι προτεραιότητά μας και τους νοιαζόμαστε», διαβεβαίωσε και προσέθεσε: «Κοιτώντας τους στα μάτια, τους λέμε ότι εξαντλήσαμε τις δημοσιονομικές δυνατότητές μας», την ίδια ώρα, μάλιστα, τρέχουν και άλλα θέματα, όπως το στεγαστικό, οι μισθοί των γιατρών, συμπλήρωσε.

Κατά τον Μάκη Βορίδη, «η κυβέρνηση θα κριθεί σε σχέση με τις προεκλογικές δεσμεύσεις της», η οποία είχε υποσχεθεί, υπενθύμισε, με τη λήξη της τετραετίας ο μέσος μισθός να είναι στα 1.500 ευρώ. Ήδη, στον πρώτο χρόνο ο μέσος μισθός έχει φθάσει στα 1.252 ευρώ. Επίσης, «οι πολίτες διάλεξαν ένα πιο περιοριστικό πρόγραμμα» (σ.σ. της ΝΔ εν συγκρίσει με εκείνα των άλλων κομμάτων) γιατί είναι «πιο ασφαλές, υπάρχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, γιατί ξέρουν ότι αυτά που τους λέμε θα τα υλοποιήσουμε».