Την κατηγορία ότι διέπονται από «ακαδημαϊκό παλαιοημερολογητισμό» απέδωσε ο υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης από το βήμα της Βουλής, στα κόμματα της αντιπολίτευσης που καταψήφισαν την Σύμβαση της Λισαβόνας για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ευρωπαϊκή περιφέρεια και τους καταλόγισε ότι προσήλθαν στην συζήτηση επιστρατεύοντας «fake news» και παρωχημένα τσιτάτα.
Απαντώντας στον πρόεδρο της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτη Φάμελλο και στον Αλέξη Χαρίτση, που προηγήθηκαν στο βήμα, αλλά και στους εκπροσώπους των κομμάτων που καταψήφισαν (πλην του ΠΑΣΟΚ, που έδωσε θετική ψήφο) ο Κυριάκος Πιερρακάκης τους κατηγόρησε ότι δεν επιχειρηματολόγησαν επί πραγματικών δεδομένων, αλλά επί ψευδών ειδήσεων. Δεδομένου ότι ακούστηκε στην ολομέλεια ότι η Σύμβαση θα έχει «τραγικές επιπτώσεις» για το εγχώριο δίκαιο, ο υπουργός Παιδείας το διέψευσε κατηγορηματικά και εξήγησε ότι όλα όσα έπρεπε να γίνουν έχουν ήδη γίνει, έχουν δηλαδή ήδη νομοθετηθεί σε πρότερα νομοθετήματα, όπως με τους νόμους 4957/2022 και 5094/2024.
«Καθυστερήσαμε για τα αυτονόητα»
Ο υπουργός Παιδείας, ξεκίνησε την ομιλία του σημειώνοντας ότι θα ήθελε να μπορεί εκφράσει την ικανοποίησή του για την ψήφιση της Σύμβασης, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν θα ήταν αληθές, αφού η καθυστέρηση της κύρωσης αντανακλά και την καθυστέρηση της ωρίμανσης του δημόσιου διαλόγου στη χώρα και της εφαρμογής, εν τέλει, του αυτονόητου. Κι είναι αυτονόητο – όπως είπε ο κ. Πιερρακάκης – υπό την έννοια ότι 46 από τα 47 κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν κυρώσει τη σύμβαση, όπως και άλλα 10 εκτός του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Ως «δεύτερο τίτλο fake news» χαρακτήρισε ο υπουργός Παιδείας τους ισχυρισμούς ότι θα αναγνωρίζονται περίοδοι σπουδών για Έλληνες, εξηγώντας: «Μας το λέει ξεκάθαρα ο νόμος που ψηφίσαμε μαζί εδώ. Αλλογενείς, αλλοεθνείς, στα ξενόγλωσσα. Αυτές είναι οι περίοδοι σπουδών που ερχόμαστε να αναγνωρίσουμε. Και προσθέτω, ότι μέσα στη Σύμβαση έχει μπει μία πάρα πολύ συγκεκριμένη επιφύλαξη σε σχέση με τα κολέγια. Η Σύμβαση έχει επιφύλαξη στο άρθρο 6.3, η οποία είναι ξεκάθαρα αποτυπωμένη πάνω στο κείμενο». «Παρ’ όλα αυτά, όμως, από εδώ, από αυτό το βήμα, ακούσαμε κάποιους να μιλάνε για τα κολέγια με τα ίδια τσιτάτα» είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Πιερρακάκης, εξέφρασε επίσης την λύπη του, καθώς ακούστηκε ξανά ένα επιχείρημα το οποίο είναι το ίδιο από τα χρόνια που ήταν ακόμη ο ίδιος φοιτητής: ότι εξισώνονται τα τριετή πτυχία με πενταετή. «Κάνει αυτό το ΔΟΑΤΑΠ; Καταρχήν το ΔΟΑΤΑΠ κάνει αυτή τη δουλειά της αντιστοίχισης εδώ και δύο χρόνια» απάντησε.
Στο σημείο αυτό, πρόσθεσε και ότι ο ΔΟΑΤΑΠ έχει ήδη κάνει εξαιρετική δουλειά σε σχέση με την ταχύτητα της αναγνώρισης πτυχίων του εξωτερικού και απέδωσε συγχαρητήρια στον πρόεδρό του, Ορέστη Καλογήρου γιατί – όπως είπε – «οι περισσότεροι από εμάς που έχουμε περάσει από το παλιό ΔΙΚΑΤΣΑ, γνωρίζουμε τι ήταν αυτό. Κάφκα. Η απόλυτη καθυστέρηση». «Να πρέπει τώρα να αποδείξει κάποιος, που ενδεχομένως να έχει τελειώσει την Οξφόρδη ή το Κέιμπριτζ, την ισοδυναμία του πτυχίου του πώς και τι και με ποιες γραφειοκρατικές διαδικασίες και σε εννέα βήματα. Ένα χάος! Το χάος αυτό, λοιπόν, ξεκίνησε να λύνεται. Εγώ θα πω λύθηκε. Η τελευταία νομοθετική εκκρεμότητα η οποία υπήρχε σε σχέση με τη Λισαβόνα, καλύφθηκε στον τελευταίο νόμο και αφορά την αναγνώριση περιόδων σπουδών» εξήγησε ο υπουργός.
Σχετικώς με τον ισχυρισμό του Σωκράτη Φάμελλου ότι η κύρωση της διεθνούς σύμβασης είναι αντισυνταγματική, διερωτήθηκε αν έχει προκύψει κάτι τέτοιο κατά την τελευταία διετία στις εκτελεστές διοικητικές πράξεις του ΔΟΑΤΑΠ, ως προς την αντιστοίχιση των ακαδημαϊκών δικαιωμάτων των φοιτητών και αν κρίθηκε κάτι αντισυνταγματικό, ή αυτό γίνεται και τελείται κανονικότατα τα τελευταία δύο χρόνια, επειδή φυσικά είναι απολύτως συμβατό με το συνταγματικό κείμενο.
«Απλώς εδώ είμαστε στο γνωστό ανέκδοτο, αυτού που οδηγεί στο αντίθετο ρεύμα κι ακούει στο ραδιόφωνο ότι υπάρχει κάποιος που οδηγεί στο αντίθετο και ρεύμα. Και μονολογεί ‘Μόνο ένας;», ανέφερε σε σκωπτικό τόνο και προσέθεσε ότι δεν μπορεί 25 χρόνια μετά να υπάρχουν τα ίδια τσιτάτα, «διότι ο κόσμος προχωράει, ο κόσμος έχει τρέξει». Απευθυνόμενους σε όσους υποστήριξαν ότι η κυβέρνηση αιφνιδίασε με την κύρωση της Σύμβασης της Λυσαβόνας, ο υπουργός Παιδείας είπε πως με τον ισχυρισμό αυτό “περάσαμε από τον Κάφκα στον Ιονέσκο, έχουμε 25 χρόνια καθυστέρηση και έχουμε ‘αιφνιδιάσει’ που φέρνουμε τη σύμβαση αυτή για κύρωση”. Εξήγησε ωστόσο, ότι η σύμβαση ήρθε τώρα στη Βουλή, διότι εκκρεμούσε να υλοποιηθεί το τελευταίο της κομμάτι το οποίο ψηφίστηκε στον τελευταίο νόμο και πλέον ήμασταν έτοιμοι ως χώρα να το κάνουμε. «Δυστυχώς, αργήσαμε πάρα πολύ. Δυστυχώς θα είμαστε οι τελευταίοι. Ευτυχώς δεν θα αργήσουμε άλλο. Και υπό αυτήν την έννοια, κυρίες και κύριοι, θα πρέπει να μπορέσουμε να σπάσουμε όλα αυτά τα εύκολα συνθήματα στον χώρο της εκπαιδευτικής πολιτικής» υπογράμμισε.
Σχετικά με την επίκληση του κ. Φάμελλου των αποτελεσμάτων της PISA του ΟΟΣΑ, ο υπουργός είπε προς τον πρόεδρο της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, να μεταβιβάσει την άποψη επίκλησης των αποτελεσμάτων της PISA του ΟΟΣΑ και στη συνδικαλιστική τους παράταξη στη ΔΟΕ και στην ΟΛΜΕ, για να μην παρεμποδίζουν τη διεξαγωγή των συγκεκριμένων διαγωνισμών.
«Θα ήθελα να μπορούμε όλοι να πούμε ότι αυτός ο διαγωνισμός μετράει πράγματα τα οποία είναι ουσιώδη. Και όταν θα έρθει ο ΟΟΣΑ εφόσον κάνει η αξιωματική αντιπολίτευση επίκληση των αποτελεσμάτων του, να προτείνει συγκεκριμένα πράγματα, γιατί έχουμε ζητήσει συγκεκριμένη μελέτη, θα ήθελα να μπορέσουμε να τα συζητήσουμε όλοι μαζί εδώ και να τα ψηφίσουμε και μαζί, αν όλοι το πονάμε το θέμα της εκπαίδευσης και της παιδείας στη χώρα μας. Εκτός και αν όλοι ψάχνουμε να βρούμε τα εύκολα συνθήματα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Απευθυνόμενος προς τον πρόεδρο της Νέας Αριστεράς, ο οποίος έκανε αναφορά στις πανελλήνιες εξετάσεις, είπε πως το να αναφέρει τη δυσκολία ή την ευκολία των θεμάτων ως στοιχείο κριτικής στην κυβέρνηση, μειώνει το κύρος της ανεξάρτητης αρχής που βάζει τα θέματα, διότι «αυτό στην πραγματικότητα είναι λαϊκισμός και μάλιστα από το κάτω ράφι».
Τέλος, σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα θέματα τα οποία τέθηκαν, ο κ. Πιερρακάκης διευκρίνισε ότι επιλύονται εκκρεμότητες. «Η ναυαρχίδα ήταν, είναι και θα είναι το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, όπως είναι σε κάθε χώρα το αντίστοιχο δημόσιο πανεπιστήμιο. Αλλά συγγνώμη, τι ακριβώς φοβόμαστε; Έχει αυξηθεί η χρηματοδότηση του ελληνικού δημοσίου πανεπιστημίου προς τα λειτουργικά του κατά 50% τα τελευταία χρόνια, από τον απόλυτο πάτο που το πήραμε το 2018, γιατί αυτοί ήταν οι αριθμοί. Έχει προστεθεί ένα Ταμείο Ανάκαμψης από πάνω. Δίνουμε ευελιξίες. Στον τελευταίο νόμο βάλαμε άρθρα τα οποία συμφωνήσαμε με τη σύνοδο των πρυτάνεων και ήταν προτάσεις του ίδιου του δημοσίου πανεπιστημίου. Τα ζήτησε η ίδια η ακαδημαϊκή κοινότητα.
Όπως η ίδια η ακαδημαϊκή κοινότητα παρεμπιπτόντως σε σχέση με την αναγνώριση που προκύπτει, εκεί που αναφέρατε κάποιοι τα τριετή σε πενταετή και ποια είναι τα αντισταθμιστικά, τα έξτρα που ζητάμε, οι καθηγητές του ελληνικού δημοσίου πανεπιστημίου έρχονται στο ΔΟΑΤΑΠ να προτείνουν ποια θα είναι τα έξτρα αντισταθμιστικά για να μπορέσει να προκύψει ακαδημαϊκή αναγνώριση. Το δημόσιο πανεπιστήμιο έρχεται να κάνει αυτή τη δουλειά».
«Αλλά εδώ στην πραγματικότητα – συνέχισε ο κ. Πιερρακάκης – ακόμη και τώρα, 25 χρόνια μετά, είμαστε στο σύνθημα. Δεν ξέρω, ίσως φανταζόμαστε, μιας και είμαι και υπουργός Θρησκευμάτων, ότι έπρεπε να το κάνουμε σαν τις Οικουμενικές Συνόδους, όπου συζητήσαμε και τον Αρειανισμό και το 325 στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο και στη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο το 381. Καλό όμως είναι σε κάποια πράγματα, σε έναν κόσμο που τρέχει γρηγορότερα να μπορούμε να συμφωνούμε στα βασικά και στα ουσιώδη. Όλες οι άλλες χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης το έχουν κυρώσει. Μήπως να φύγουμε από το σύνθημα και να πάμε στην ουσία; Γιατί αυτή δεν είναι ούτε μία κακιά νεοφιλελεύθερη συμφωνία, όπως θέλουν να την βαφτίσουν κάποιοι, ούτε κάτι άλλο. Είναι το αυτονόητο που έκαναν όλοι. Και το αυτονόητο που έκαναν όλοι, είναι η δουλειά που πρέπει να κάνουμε, να κλείσουμε τις εκκρεμότητες του χθες από τη μία και από την άλλη να ανταποκριθούμε στα διακυβεύματα και στα τεράστια ερωτήματα του αύριο» κατέληξε στην ομιλία του.
Το νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε στην ολομέλεια της Βουλής από την ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, ενώ καταψηφίστηκε από όλα τα υπόλοιπα κόμματα.