Για τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουν γραφτεί πολλά. Εδώ και δύο χρόνια οι εικόνες από τις ρημαγμένες από τους συνεχείς ρωσικούς βομβαρδισμούς πόλεις κάνουν τον γύρο του κόσμου. Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει. Και ούτε φαίνεται να τελειώνει σύντομα. Οι Ουκρανοί δεν καταθέτουν τα όπλα και, όπως κάθε λαός που απειλείται, αντιστέκονται. Η κόπωση είναι μεγάλη, αλλά αντιστέκονται. Και ζουν μια επίπλαστη κανονικότητα.
Για εμάς τους υπόλοιπους ο πόλεμος στην Ουκρανία βρίσκεται στο πίσω μέρος του μυαλού. Έχει περάσει σε δεύτερη ή και τρίτη μοίρα. Όταν, λοιπόν, μου ανακοίνωσαν από την ΕΡΤ ότι θα ταξίδευα στην Ουκρανία, προκειμένου να καλύψω την επίσκεψη του πρωθυπουργού, τα συναισθήματα ήταν ανάμεικτα.
Η αποστολή έγινε κάτω από άκρα μυστικότητα. Κανείς δεν έπρεπε να μάθει για λόγους ασφαλείας για το ταξίδι αυτό. Άλλωστε αυτό συνηθίζεται με όλους τους αρχηγούς κρατών, που μεταβαίνουν στην εμπόλεμη αυτή ζώνη.
Οι οδηγίες που μας δόθηκαν ήταν συγκεκριμένες: μια μικρή χειραποσκευή και ένα ταξίδι που ξεκίνησε δυο ημέρες πριν από την άφιξη του πρωθυπουργού στην Οδησσό και θα μου μείνει, για πολλούς λόγους, αξέχαστο.
Με το συνεργείο της ΕΡΤ ταξιδέψαμε αρχικά στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια στη Μολδαβία. Διανυκτέρευση στο Κισινάου και το πρωί ένα ταξίδι 4 ωρών για την Οδησσό. Μέχρι εκείνη την ώρα ήμουν ανυποψίαστη. Η Οδησσός πανέμορφη, αλλά μια πόλη σε παύση, όπου ο χρόνος έχει σταματήσει και η κανονικότητα είναι παρελθόν.
Από τα πρώτα λεπτά που φτάσαμε στο ξενοδοχείο, οι Ουκρανοί φρόντισαν να μας βάλουν στο κλίμα. Εκεί, γινόταν πόλεμος! «Καλησπέρα σας, καλώς ήρθατε! Ελάτε να σας δείξουμε το καταφύγιο! Από τα μεσάνυχτα έως τις 5 το πρωί υπάρχει απαγόρευση κυκλοφορίας». Αυτές ήταν οι πρώτες κουβέντες που ακούσαμε.
Ακόμα και τότε, όμως, ειδικά όταν βρίσκεσαι σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, ή νομίζεις ότι βρίσκεσαι, αισθάνεσαι σχετικά ασφαλής.
Όλα άλλαξαν λίγο μετά τα μεσάνυχτα, όταν άρχισε να χτυπάει το τηλέφωνό μου αλλά και το σταθερό στο δωμάτιο, όπως και οι πόρτες, με τους συναδέλφους να μου φωνάζουν: «Ήχησαν οι σειρήνες και πάμε στο καταφύγιο!».
Τρόμος! Φόβος! Ρίγος και ανασφάλεια. Μόνο λίγα από τα συναισθήματα που σε κατακλύζουν τις ώρες που περιμένεις σε ένα υπόγειο να λήξει ο συναγερμός.
Το πρωί της 6ης Μαρτίου, της ημέρας που δεν θα ξεχάσω όσο ζω, μας βρήκε να ταξιδεύουμε στα σύνορα, προκειμένου να συναντήσουμε την αυτοκινητοπομπή του πρωθυπουργού και να κατευθυνθούμε πίσω στην Οδησσό.
Τα μέτρα ασφαλείας ήταν πρωτόγνωρα και πώς να μην είναι, αφού σε λίγο θα συναντούσαμε τον πρόεδρο της Ουκρανίας, ένα πρόσωπο οικείο πια σε όλους μας.
Οι στάσεις ήταν προκαθορισμένες και ο συμβολισμός της επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στη συγκεκριμένη πόλη, με το τόσο έντονο ελληνικό στοιχείο, ήταν έντονος. Δεν περνούσαν καν από το μυαλό όσα θα ακολουθούσαν.
Το πρόγραμμα άλλαξε την τελευταία στιγμή και η επίσκεψη άρχισε από το λιμάνι της Οδησσού. Τα μέτρα ασφαλείας ήταν τόσο αυστηρά που μας ζητήθηκε να μην ακολουθήσουμε κατά πόδα την περιήγηση, αλλά μείναμε με το συνεργείο της ΕΡΤ σε ένα βαν σε απόσταση περίπου 200 μέτρων.
Ο πρωθυπουργός και η ελληνική αντιπροσωπεία αποβιβάστηκαν. Στο σημείο τους υποδέχθηκε ο πρόεδρος Ζελένσκι με τους στενούς του συνεργάτες και τη φρουρά του. Θα γινόταν ενημέρωση, καθώς το λιμάνι της Οδησσού είναι ένα σημείο στρατηγικής σημασίας και κρυφός πόθος των Ρώσων, που δεν έχουν καταφέρει ευτυχώς να φτάσουν ως εκεί.
Και ενώ εκτυλίσσονταν όλα αυτά, ένας διαπεραστικός ήχος μας έκανε όλους να αναπηδήσουμε από τις θέσεις μας. Η περιοχή σείστηκε στην κυριολεξία και αρχικά μείναμε αποσβολωμένοι.
Ακολούθησαν πυροβολισμοί και αμέσως σήμανε συναγερμός. Η κινητοποίηση όλων ήταν άμεση και μας ανακοινώθηκε ότι φεύγουμε άρον άρον. Εκείνη τη στιγμή δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς πολλά πράγματα. Ακούς τους γύρω σου με προσοχή και υπακούς σε ό,τι σου λένε. «Σε τέτοιες περιπτώσεις και όταν βρίσκεσαι σε έναν χώρο ανοικτό, το πιο σωστό είναι να βρίσκεσαι διαρκώς σε κίνηση», είπε ένας από τους άνδρες της ασφάλειας.
Λίγο αργότερα μαθαίναμε τι είχε συμβεί, πόσο είχαμε κινδυνεύσει, αλλά και ότι πέντε άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από τον ρωσικό πύραυλο, που είχε πέσει σε απόσταση λίγο περισσότερο από 300 μέτρα από το σημείο που βρισκόμασταν.
Και τότε, καταλαβαίνεις τι είναι ο πόλεμος, πόσο ευάλωτος είσαι ανά πάσα στιγμή, ότι είσαι ένας κινούμενος στόχος και μετά το πρώτο σοκ στέλνεις μήνυμα στους δικούς σου ανθρώπους ότι είσαι καλά, ακόμα… Και συνεχίζεις τη δουλειά. Και πλέον ταυτίζεσαι μετά από αυτό με τους ντόπιους και λυγίζεις στη θέα μιας λαβωμένης από ρωσικά drones πολυκατοικίας, όπου ξεψύχησαν γονείς και παιδιά (5 μικρά παιδιά) και βλέπεις τους πολίτες να συσπειρώνονται γύρω από τον ηγέτη τους, γιατί πρέπει από κάπου να πιαστούν.
Και σκέφτεσαι πόσο επίκαιρο, δυστυχώς, παραμένει το «Ελευθερία ή Θάνατος», που ειπώθηκε εκεί που τώρα βρίσκεται το Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό.
Όταν ώρες μετά περάσαμε τα σύνορα και βρεθήκαμε στη Μολδαβία, στην ασφάλεια, συνειδητοποιήσαμε το μέγεθος όλων όσων είχαν συμβεί.
Μάθαμε για την αγωνία συγγενών και φίλων στην Αθήνα αλλά και τη διεθνή καταδίκη της επίθεσης αυτής εναντίον δυο ηγετών. Και ένα τεράστιο γιατί, σου τριβελίζει το μυαλό.
Τώρα, πολλές ώρες μετά, συνειδητοποιώ ότι την επόμενη ημέρα που αναχωρήσαμε από τη Μολδαβία για την Ελλάδα όλοι μας, ο εικονολήπτης Φώτης Πάντος και ο ηχολήπτης Κώστας Γιαβρίμης της ΕΡΤ είχαμε μια ένταση πρωτόγνωρη, μια ανησυχία. Ήμασταν σαν αγρίμια. Και όπως μας εξήγησε ένας έμπειρος συνάδελφος, που έχει ζήσει τους πολέμους στην πρώτη γραμμή, 24 ώρες μετά μας είχε κυριεύσει ένας υπόκωφος φόβος…