Σαφείς απαντήσεις έδωσε κατά την επίσκεψή του στη Θεσσαλονίκη ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Χάρης Θεοχάρης, σε πλήθος ερωτημάτων που υποβλήθηκαν, τόσο σε ό,τι αφορά την πρακτική εφαρμογή της φορολογικής μεταρρύθμισης της κυβέρνησης, αλλά και σε σχέση με οικονομικά ζητήματα ευρύτερου ενδιαφέροντος.
Πιο συγκεκριμένα, για την προθεσμία προμήθειας POS, ο κ. Θεοχάρης τόνισε ότι «η διαδικασία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί ως τις 29 Φεβρουαρίου 2024, ύστερα και από την παράταση ενός μηνός που παραχώρησε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στους υπόχρεους. Ως προς το ενδεχόμενο παράτασης στη διασύνδεση ταμειακών και POS επί του παρόντος δεν προβλέπεται. Εξάλλου, δεν έχουμε όλα τα απαραίτητα δεδομένα, ώστε να αξιολογήσουμε τη δυνατότητα μιας μετάθεσης της καταληκτικής ημερομηνίας. Ας κάνουμε όλοι αυτό που πρέπει, και η κυβέρνηση θα είναι, όπως πάντα, έτοιμη να βοηθήσει».
Κλείνοντας την αναφορά του στο ζήτημα, ο Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επισήμανε ότι «πολύ σύντομα θα ανοίξει ο 4ος κύκλος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων για την προμήθεια τερματικών POS, με πολλή κατανόηση εκ μέρους του Υπουργείου, εφόσον ο στόχος είναι η πλήρης διασύνδεση, σε όλους τους κλάδους της αγοράς όπου αυτό προβλέπεται. Συνιστώ, λοιπόν, στους υπόχρεους, να επωφεληθούν, χωρίς να περιμένουν άλλο για την παραγγελία POS. Οι όροι ένταξης στη χρηματοδότηση θα είναι πολύ ευνοϊκοί».
Σε ερώτηση για την πιθανότητα χορήγησης έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης στις πιο ευάλωτες κατηγορίες πολιτών για το Πάσχα, ο κ. Χάρης Θεοχάρης διευκρίνισε ότι «προς το παρόν είναι πάρα πολύ νωρίς για οποιαδήποτε συζήτηση γύρω από το πασχαλινό bonus, κι αυτό διότι δεν έχουμε επαρκή στοιχεία για την πορεία εφαρμογής του προϋπολογισμού.
Έχουμε μια πρώτη εικόνα για τον Ιανουάριο -και μάλιστα χωρίς τα οριστικά δεδομένα, άρα δεν είναι δυνατόν να αποφανθούμε εάν υπάρχουν ή όχι περιθώρια έκτακτης ενίσχυσης. Ταυτόχρονα όμως, όλοι οι Έλληνες γνωρίζουν καλά πλέον, ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης νοιάζεται και στέκει πάντα στο πλευρό των ευάλωτων. Αυτό αποδεικνύεται καθημερινά και διαχρονικά από τα μέτρα στήριξης που λαμβάνει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας -και, μάλιστα, πληρώνει σημαντικό πολιτικό κόστος γι’ αυτή την επιλογή.
Όμως, παρά τις επικρίσεις, εμείς πιστεύουμε ότι η ενίσχυση που δίνουμε είναι σωστή και δίκαιη, εξού και θα συνεχίσουμε να τη δίνουμε -υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν τα περιθώρια. Αλλά επαναλαμβάνω πως τα περιθώρια αυτά είναι συγκεκριμένα και είναι στενά, διότι διανύουμε έτος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Συγκεκριμένα, το πρωτογενές πλεόνασμα του 1,1% του ΑΕΠ, το οποίο πέτυχε ο προϋπολογισμός το 2023, πρέπει να το αυξήσουμε στο 2,1% του ΑΕΠ. Αυτό είναι μια πολύ δύσκολη δουλειά, η οποία γίνεται ακόμη πιο δύσκολη μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο από πολλούς και μεγάλους κινδύνους. Ακόμη και η Γερμανία, φερ’ ειπείν, μια αγορά με μεγάλη σημασία για την απορρόφηση ελληνικών προϊόντων. αλλά και τον τουρισμό, ανέμενε ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας της με ρυθμό 1,5%, αλλά στην πραγματικότητα δε θα είναι πάνω από 0,2%».