Την απόφασή του να αποχωρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε ο Νίκος Μπελαβίλας, γνωστό στέλεχος στον Πειραιά και υποψήφιος δήμαρχος με το κόμμα στις δημοτικές εκλογές του 2019, δηλώνοντας ότι «δεν πάει άλλο».
Σε ανάρτηση που έκανε στο Facebook, ο κ. Μπελαβίλας αναφέρεται στη διάσπαση στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και στην πορεία του στον χώρο της Αριστεράς.
Ολόκληρη η ανάρτηση:
«Αγαπημένες μου συντρόφισσες και σύντροφοι δεν πάει άλλο. Το πάλεψα πολύ, δεν θέλησα να υπογράψω κείμενο αποχώρησης. Μεγάλωσα με τους απόηχους δύο τρομερών βίαιων διασπάσεων, της Τασκένδης του ’55 και αυτής του ’68.
Έπειτα είχα την τύχη να ζήσω τις μεγάλες διασπάσεις της νεολαίας, ο ίδιος του «Ρήγα Φεραίου» και της Β’ Πανελλαδικής, και δίπλα μας οι φίλοι, οι συγκάτοικοι των φοιτητικών χρόνων τις δικές του, της ΚΝΕ και της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ, των οργανώσεων της εκτός Αριστεράς.
Για όσες και όσους αγνοείτε εκείνες τις μικρές ιστορίες, όλη η Μεταπολίτευση είναι ένα μεγάλο θέατρο διασπάσεων, διαγραφών, αποσχίσεων.
Οι πάντες γνωρίζαμε την αλήθεια που οι «άλλοι» αγνοούσαν. Η επιβολή της «δικής» μας αλήθειας γινόταν με ξύλο στις συνελεύσεις, στα αμφιθέατρα, στις αφισοκολλήσεις, στις συγκεντρώσεις και στις διαδηλώσεις. Ποιος θα πάρει το μικρόφωνο, ποιος θα καλύψει το σύνθημα του αντιπάλου, ποιος θα επιβληθεί στο συνδικάτο, στη λέσχη, στο σύλλογο.
Μιλάμε για την Αριστερά βεβαίως, κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική. Όσες και όσοι δεν το έχουν ζήσει, δεν ξέρουν τι πάει να πει διάσπαση. Έπειτα ΕΑΡ-ΚΚΕεσωτ-Α.Α, ΣΥΝ-ΚΚΕ, ως τις μαζικές αποχωρήσεις την εποχή του 2010 και του 2015.
Τόσο η βία, άλλοτε άγρια φυσική, σωματική και σήμερα λεκτική στο διαδίκτυο, όσο και η κατοχή του αλάθητου των «φωτισμένων» είναι χαρακτηριστικό ενός φανατισμού της Αριστεράς που έρχεται από τους μακρινούς καιρούς των επαναστάσεων. Δεν ξεπερνιέται. Εμπεριέχεται στον γενετικό κώδικα όλων των συλλογικοτήτων που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο τους τελευταίους τρεις αιώνες. Την ξαναβρίσκουμε ακριβώς την ίδια στις αρχέγονες διαμάχες χιλιετιών των θρησκευτικών αιρέσεων και σεχτών που επιβιώνουν ακόμη».