«Σήμερα μεγάλο μέρος της χώρας και των συμπολιτών μας δοκιμάζονται. Θρηνούμε θύματα από τις καταστροφικές πυρκαγιές και πλημμύρες. Εκφράζουμε τη συμπαράστασή μας σε όλους τους πολίτες που δοκιμάζονται και που βιώνουν απώλειες δικών τους ανθρώπων. Ακόμη και την ώρα τούτη που διεξάγεται η συζήτηση αυτή, γνωρίζουμε ότι σε χωριά της Θεσσαλίας δίνεται η εικόνα μίας εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, χωρίς δυστυχώς να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε εάν υπάρχουν και νέες απώλειες ανθρώπινων ζωών» τόνισε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Όλγα Γεροβασίλη μιλώντας σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την τροποποίηση του Κανονισμού του Κοινοβουλίου.
Όπως είπε, «η ύπαρξη της κλιματικής κρίσης είναι γνωστή εδώ και δύο δεκαετίες. Σήμερα βιώνουμε φαινόμενα που θεωρούσαμε ότι αποτελούν μελλοντικές απειλές. Όμως το μέλλον είναι εδώ και η χώρα μας παραμένει ανοχύρωτη. Κατέρρευσαν υποδομές οι οποίες είχαν υποτίθεται υψηλές προδιαγραφές ασφαλείας π.χ. Αγχίαλος. Κατακάηκαν φέτος 1.800.000 στρέμματα γης και προ διετίας ακόμη 1.500.000, με ό, τι αυτό σημαίνει για την ζωή και ό, τι τη συναποτελεί. Ήταν έντονα τα φαινόμενα; Απολύτως! Οφείλουν οι κυβερνώντες και οι διοικούντες να διαθέτουν ικανότητα και μηχανισμούς πρόβλεψης, πρόληψης και αντιμετώπισης; Απολύτως! Η παρούσα κυβέρνηση διοικεί για πέντε συναπτά έτη τη χώρα ανεπαρκώς ως προς την πρόβλεψη, με απουσία σχεδιασμού, πρόληψης και αντιμετώπισης και με καταφύγιο είτε την παγκοσμιότητα των κρίσεων, είτε την κλιματική αλλαγή».
Τόνισε παράλληλα πως «εμείς είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε τη συζήτηση υπερκομματικά όπως προτείνει η κυβέρνηση ΝΔ. Και θα το κάνουμε γιατί δεν είμαστε ίδιοι. Δεν θα ακολουθήσουμε την τακτική της ΝΔ που πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων όλο το εκπονηθέν έργο που παρέδωσα ιδιοχείρως στην πολιτική ηγεσία το 2019 ως απερχόμενη υπουργός Προστασίας του Πολίτη, ούτε θα σαμποτάρουμε μία διακομματική προσπάθεια με τον τρόπο τον οποίο έκανε η Νέα Δημοκρατία όταν το 2019 μου απηύθυνε πρόσκληση συμμετοχής, την οποία έκανα δεκτή και έκτοτε ουδέποτε χτύπησε ξανά το τηλέφωνο».