Σε μία πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα ενέργεια προέβη η Γερμανίδα καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ κατά την επικοινωνία της με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Παπούλια.

Όπως ενημέρωσε τους πολιτικούς αρχηγούς ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Παναγιώτης Πικραμένος η κ. Μέρκελ πρότεινε την παράλληλη με τις εκλογές 2012 διενέργεια δημοψηφίσματος με ερώτημα αν οι Έλληνες θέλουν ή όχι να μείνουν στο ευρώ!

Ο κ. Πικραμένος, σύμφωνα με την ανακοίνωση, απάντησε ότι ένα τέτοιο θέμα δεν είναι στην αρμοδιότητα της υπηρεσιακής κυβέρνηση και κάτι τέτοιο βέβαια δεν συζητούν – σύμφωνα με πληροφορίες οι πολιτικοί αρχηγοί. Ωστόσο η παρέμβαση στα εσωτερικά και μάλιστα με ένα τέτοιο εκβιαστικό κατ΄ ουσίαν ερώτημα θέτει σε δεύτερη μοίρα το γεγονός ότι η κ. Μέρκελ αναφέρθηκε ακόμα και σε μέτρα υπέρ της ανάπτυξης, τα οποία όπως είπε θα συζητηθούν στο επόμενο Συμβούλιο Κορυφής. Αναλυτικά η ανακοίνωση του Μαξίμου έχει ως εξής:

Ο πρωθυπουργός Παναγιώτης Πικραμμένος, κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, επικοινώνησε με τους πολιτικούς αρχηγούς: Α. Σαμαρά, Πρόεδρο της ΝΔ, Αλ. Τσίπρα, πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Ευ. Βενιζέλο Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Αλ. Παπαρήγα ΓΓ του ΚΚΕ, Ν. Μιχαλολιάκο ΓΓ του Λαϊκού Συνδέσμου – Χρυσή Αυγή και τον πρόεδρο της ΔΗΜ.ΑΡ Φ. Κουβέλη και τους ενημέρωσε για το περιεχόμενο της συνομιλίας που είχε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με την Καγκελάριο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Αγκελα Μέρκελ.

Η κ. Μέρκελ επανέλαβε τη στήριξη της Ε.Ε. στις προσπάθειες της Ελλάδας για υπέρβαση της κρίσης. Επίσης ανέφερε ότι η Ε.Ε. έχει την πρόθεση να εξετάσει την ενίσχυση των πολιτικών για ανάπτυξη και καταπολέμηση της ανεργίας στον ευρωπαϊκό χώρο. Το ζήτημα της ανάπτυξης, είναι άλλωστε ένα το βασικό θέμα που θα απασχολήσει το Έκτακτο Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ στις 23 Μαΐου στις Βρυξέλλες.

Επίσης μετέφερε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σκέψεις για τη διενέργεια δημοψηφίσματος παράλληλα με τις εκλογές, με το ερώτημα κατά πόσον επιθυμούν οι Έλληνες πολίτες την παραμονή στην ευρωζώνη. Είναι πρόδηλο ωστόσο ότι το θέμα εκφεύγει των αρμοδιοτήτων της υπηρεσιακής κυβέρνησης.