Τη δυσαρέσκειά τους εκφράζουν οι δικαστικοί αντιπρόσωποι (δικαστές, δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς υπαλλήλους κ.λπ.) για την απόφαση να φορολογηθούν αλλά και να υπάρξουν κρατήσεις στην ειδική εκλογική αποζημίωση που θα καταβληθεί κατά τις εκλογές της Κυριακής 6ης Μαΐου 2012.
Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Γιάννης Αδαμόπουλος, σε δήλωσή του καταγγέλλει με «τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο» την επιβολή κρατήσεων υπέρ τρίτων (ΟΓΑ κ.λπ.) και την υπαγωγή σε φόρο εισοδήματος της ειδικής εκλογικής αποζημίωσης.
Σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, ο Άρειος Πάγος προσανατολίζεται να εκδώσει σχετική εγκύκλιο στην οποία να αναφέρονται οι κυρώσεις που θα έχουν οι δικαστικοί αντιπρόσωποι (εφόσον έχουν παραλάβει τους διορισμούς τους) σε περίπτωση που δεν παρουσιαστούν στα εκλογικά τους κέντρα.
Ειδικότερα, το υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε μία «εξαιρετικά επείγουσα» εγκύκλιο (2/35302/0026/30.4.2012), σύμφωνα με την οποία η εκλογική αποζημίωση υπόκειται σε νόμιμες αποζημιώσεις, καθώς και σε φορολογία εισοδήματος.
Μάλιστα, στην εγκύκλιο περιλαμβάνεται και πίνακας ο οποίος αναφέρει τις κρατήσεις κ.λπ. ανά κατηγορία δικαστικών αντιπροσώπων (δικηγόρων, δικαστικών υπαλλήλων κ.ά.).
Ενδεικτικά, στην εκλογική αποζημίωση για τους δικηγόρους θα υπάρξει φορολόγηση 20% και κρατήσεις υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) 3% και χαρτόσημο και ΟΓΑ χαρτοσήμου επί της κράτησης υπέρ του ΜΤΠΥ 3,6% (σύνολο 23,11%).
Στους δικαστικούς υπαλλήλους, πλέον της φορολόγησης 20%, θα υπάρξουν κρατήσεις 2,55% για υγειονομική περίθαλψη, 2% υπέρ του ΜΤΠΥ, χαρτόσημο και ΟΓΑ χαρτοσήμου επί της κράτησης υπέρ του ΜΤΠΥ 3,6%, καθώς και 2% υπέρ Ταμείου Αρωγής.
Παράλληλα, ο κ. Αδαμόπουλος επισημαίνει ότι «η επικράτηση αποκλειστικά και μόνο εισπρακτικού χαρακτήρα λογικών δεν απεφεύχθη ούτε κατά τον προσδιορισμό του ύψους της καταβλητέας προς τους αντιπροσώπους της δικαστικής αρχής αποζημίωσης, καθώς διαπιστώνουμε ότι επελέγη για πρώτη φορά στην ιστορία των εκλογικών διαδικασιών τόσο η υπαγωγή της σε φόρο εισοδήματος όσο και η επιβολή επ’ αυτής λοιπών ακατανόητων κρατήσεων σε αντίθεση με κάθε έννοια λογικής».
Όλα αυτά, συνεχίζει ο πρόεδρος του ΔΣΑ, αποδεικνύουν «την πλήρη επικράτηση λογικών εισπρακτικού χαρακτήρα που νοθεύουν μια αμιγώς θεσμική διαδικασία και εγκλωβίζουν την άσκηση των καθηκόντων δημοσίων λειτουργών σε φοροεισπρακτικές και φοροδοτικές λογικές, πρωτόγνωρες σε σχέση με τα μέχρι πρότινος ισχύοντα».
Την ίδια στιγμή, τονίζει ο πρόεδρος των Αθηναίων δικηγόρων, «διαπιστώνεται μια έντεχνη προσπάθεια πλασματικής αύξησης των φορολογητέων εισοδημάτων των διορισθέντων ως αντιπροσώπων, η οποία ως μόνο στόχο έχει να ανέλθουν οι τελευταίοι φορολογική κλίμακα και να κληθούν να καταβάλουν αυξημένο φόρο, μεγιστοποιώντας τα κρατικά έσοδα».
Τέλος, ο κ. Αδαμόπουλος καλεί το αρμόδιο υπουργείο «να αναλογισθεί τον άτοπο και παράλογο χαρακτήρα της προαναφερθείσας φορολόγησης και να προβεί άμεσα –έστω και τώρα, την ύστατη στιγμή– σε σημαντική αναπροσαρμογή προς τα πάνω των καταβαλλόμενων ποσών προκειμένου να ανταποκρίνονται επαρκώς και αξιοπρεπώς στο μέτρο των θεσμικών καθηκόντων που πρόκειται να ασκηθούν».