Τέτοιες μέρες ήταν πριν από 43 χρόνια, Κυριακή 13 Δεκεμβρίου του 1981. Το τηλεοπτικό κανάλι της ΥΕΝΕΔ που το επόμενο έτος θα μετονομαζόταν σε ΕΡΤ-2, μεταδίδει το πρώτο επεισόδιο της εκπομπής «Ρεπόρτερς» με σκηνοθέτη τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο. Στόχευε στο να αποτελέσει ένα νέο δημοσιογραφικό μαγκαζίνο όπου θα μπορούσαν να λεχθούν τα πάντα, με έμφαση στα καθημερινά προβλήματα που ταλανίζουν τους πολίτες. Παρουσιαστές είναι οι δημοσιογράφοι Κώστας Χαρδαβέλλας που τότε ήταν 36 ετών, ο Γιάννης Δημαράς και ο Κώστας Ρεσβάνης.
Και οι τρεις εργάζονταν στην εφημερίδα «Τα Νέα». Οι δύο πρώτοι στο ελεύθερο ρεπορτάζ και ο τρίτος στο πολιτιστικό. Στην αμέσως επόμενη εκπομπή ο Ρεσβάνης θα αντικατασταθεί από τον συνάδελφό του, Γιώργο Λιανή, και η τριάδα αυτή θα καθιερωθεί στους τηλεοπτικούς δέκτες της δημόσιας τηλεόρασης για επτά σεζόν καθιστώντας τη μια από τις πιο επιτυχημένες που έχουν υπάρξει ποτέ στη χώρα μας.
Στο τηλεοπτικό σήμα αρχής εμφανίζονται τα πρόσωπα των παρουσιαστών, καθώς και αυτό του 46χρονου τότε σχολιαστή, του μεγάλου στιχουργού και πολύπειρου δημοσιογράφου, Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Θα ασχολούνταν εκτενώς με όλη την τρέχουσα επικαιρότητα της εποχής. Από την εργασία ανηλίκων, την εξάπλωση των ναρκωτικών, την κατάσταση στις φυλακές και την «Αγία» Αθανασία του Αιγάλεω μέχρι τη δολοφονία του Σωτήρη Πέτρουλα, τα ελληνοτουρκικά, το Παλαιστινιακό και το Κυπριακό. Το πρώτο ρεπορτάζ που βγήκε στον αέρα αφορούσε την επίσκεψη στη Νέα Σεβάστεια Θεσσαλονίκης και είχε τίτλο «Χωριό ένα, κάτοικος ένας».
Στις κορυφαίες εκπομπές συγκαταλέγεται μια αποστολή στη Συρία με τον ηθοποιό Μάνο Κατράκη, καθώς επίσης και η συνέντευξη με τον τραγουδιστή Στέλιο Καζαντζίδη, στο σαλόνι του σπιτιού του, όπου μίλησε για τη βιομηχανία του θεάματος και τη συμβολαιογραφική ομηρία του από τη δισκογραφική εταιρεία MINOS.
Υπήρχαν όμως και παρεμβάσεις για τη μη μετάδοση εκπομπών, όπως αυτή που αφορούσε τα άδυτα της Μασονίας στην Ελλάδα.
Ο αείμνηστος Κώστας Χαρδαβέλλας, μαζί με τον Γιώργο Λιάνη και τον Γιάννη Δημαρά, είχαν γίνει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα γνωστοί σε όλο το πανελλήνιο. Ο κόσμος τούς χαιρετούσε στον δρόμο, τους έπαιρναν τηλέφωνο για να αναδείξουν θέματα και τους έστελναν αμέτρητες επιστολές.
Λίγο πριν από το Πάσχα του 1983, η εκπομπή ταξιδεύει με την Ειρήνη Παπά στην Κωνσταντινούπολη. Σχεδιάζουν να μπουν στην Αγιά Σοφιά, η μεγάλη ηθοποιός να ψάλλει το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ» και να καταφέρουν να φύγουν χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τις τουρκικές αρχές, καθώς κάτι τέτοιο θα οδηγούσε κατά πάσα πιθανότητα στη σύλληψή τους. Όλα πήγαν κατ’ ευχήν. Η Ειρήνη Παππά ντυμένη στα κόκκινα μπήκε στον μεγαλοπρεπή Ναό της Αγίας του Θεού Σοφίας, στάθηκε ανάμεσα στους επισκέπτες και φορώντας μια κατακόκκινη μαντίλα άρχισε να ψάλλει. Λίγο αργότερα θα έλεγε στον Κώστα Χαρδαβέλλα ότι «οι Έλληνες νικάνε με την ψυχή», καθώς όταν μπήκε στον ναό, είδε ότι «του είχαν φύγει τα στολίδια που είχε κάποτε, ήταν γυμνός, σαν να πλύθηκε».
Η εκπομπή θα διακοπεί τέλη του 1988, μετά από μια συνέντευξη με τον γιο του τραγουδιστή Βασίλη Τσιτσάνη που κατηγορούνταν για φόνο. Θεωρήθηκε υπερπροβολή του συγκεκριμένου προσώπου. Θα λέγαμε ότι η εκπομπή μπορεί να χωριστεί σε δύο φάσεις. Η πρώτη διήρκεσε από το 1981 έως το 1985 και χαρακτηριζόταν από την αποκαλυπτική και μαχητική δημοσιογραφική έρευνα. Η δεύτερη ξεκινά από το 1985 και τελειώνει το 1988 όπου έχουμε την ανάδειξη περισσότερο πολιτιστικών θεμάτων.
Μιλώντας για τους «Ρεπόρτερς» σε συνεντεύξεις του, ο πρόσφατα εκλιπών Κώστας Χαρδαβέλλας έλεγε ότι «την εκπομπή αυτή την αγαπήσαμε και οι τρεις, ο Γιώργος Λιάνης, ο Γιάννης Δημαράς κι εγώ. Οι τηλεθεάσεις ήταν τεράστιες γιατί ήταν η πρώτη τηλεοπτική εκπομπή που ασχολούταν με κοινωνικά θέματα. Οι “Ρεπόρτερς” κράτησαν μέχρι το 1989. Μας έκοψαν κάποια στιγμή γιατί κάναμε μία συνέντευξη με τον Στέλιο Καζαντζίδη που μιλούσε για το εβραϊκό λόμπι. Όταν ξεπεράστηκε το πρόβλημα, ξαναρχίσαμε την εκπομπή και κάναμε πολλές αποστολές στον Λίβανο, σε πολέμους. Ήταν μία άλλη τηλεόραση. Με πήρε τηλέφωνο μία γυναίκα από την Πάτρα και μου είπε “σώστε με, έχω την καρδιά μου, πεθαίνω και δεν με εγχειρίζουν επειδή δεν είμαι σε ασφαλιστικό ταμείο”. Πήρα την κάμερα μαζί μου και φύγαμε για την Πάτρα. Πήρα τη γυναίκα από το σπίτι της και την πήγαμε στον Ευαγγελισμό και ζήτησα να μπει αμέσως στο χειρουργείο. Αυτή η γυναίκα μπήκε στο χειρουργείο και σώθηκε και κάθε Χριστούγεννα μου στέλνει μία κάρτα που γράφει “Σ’ ευχαριστώ που ζω”».
Οι τρεις ρεπόρτερς θα συναντιόντουσαν και πάλι τηλεοπτικά 28 χρόνια αργότερα, κάνοντας μια αναδρομή στην ιστορική εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης. Όπως θα έλεγε τότε ο Χαρδαβέλλας, «ήμασταν αρκετά χρόνια μαζί πριν βγει στον αέρα η εκπομπή. Υπήρχε ένα δέσιμο μεταξύ μας, σαν φίλοι. Ήμασταν φιλαράκια, πώς να το πω;».