Αφιερωμένο στα «σκυλάδικα» ήταν το επεισόδιο της εκπομπής «Πρωταγωνιστές» του τηλεοπτικού σταθμού Alpha, που μεταδόθηκε τα μεσάνυχτα της Πέμπτης (19/1). Ο Σταύρος Θεοδωράκης «ξενάγησε» τους τηλεθεατές σε ό,τι έχει απομείνει από τη νυχτερινή διασκέδαση των μπουζουκιών με τα σπασμένα πιάτα και τον «λουλουδοπόλεμο», αλλά και στις ένδοξες μέρες αυτού του τρόπου διασκέδασης.
Μια από τις καλεσμένες του ήταν και η Κατερίνα Στανίση, η… ιέρεια της πίστας που την καψουρευόντουσαν αλλά δεν την άγγιζαν, όπως η ίδια εξομολογήθηκε στην κάμερα. Μιλώντας στην εκπομπή έκανε αναδρομή στα πρώτα της βήματα στα «σκυλάδικα», στα ευτράπελα που βίωσε, αλλά και στις δυσκολίες που αντιμετώπισε στο συγκεκριμένο εργασιακό περιβάλλον. «Φάγαμε από τα σκυλάδικα, από εκεί μέσα αναδείχθηκα και εγώ», είπε η Κατερίνα Στανίση και συνέχισε:
«Γινόντουσαν γλέντια, και ήταν όλο άντρες ,γυναίκα δεν έβλεπες. Και κάποια φορά τραγουδάω και είδα ένα φορτηγό να μπαίνει μέσα, έψαχνε ο κόσμος πώς να φύγει», ανέφερε για ένα από τα πολλά απίστευτα περιστατικά που έζησε και πρόσθεσε άλλο ένα: «Δεν θα ξεχάσω ένα βράδυ, έπαιρναν κάτι μπουκάλια ουίσκι και το βάζαν ξάπλα για μαγκιά και έπεφτε συνέχεια στο ίδιο πόδι, στο ίδιο νύχι, μου άνοιξε το πόδι και με έτρεχαν στο Α’ Βοηθειών».
Έπειτα, η διάσημη τραγουδίστρια αναφέρθηκε και στις περιβόητες «δημόσιες σχέσεις» που γίνονταν σε αυτά τα μαγαζιά. «Γιατί τώρα δεν υπάρχει αυτό; Κονσομασιόν το λέγανε τότε – εντάξει τότε ήταν και πιο άγρια – αλλά και τώρα είναι δημόσιες σχέσεις. Δεν είναι κακό να πεις μία “καλησπέρα”, όταν ο άλλος σου αδειάζει τόσα λουλούδια πάνω σου. Έπρεπε να τον καλοπιάσεις τον πελάτη για να ξαναρθεί, τι να κάνουμε», δήλωσε και σημείωσε: «Ξεκίνησα τραγουδίστρια, δεν ήμουν κονσομετρίς. τραγουδούσα, αλλά έπρεπε να κατέβω και κάτω γιατί ήταν υποχρεωτικό, εδώ κατέβαιναν οι άνδρες. Στα μαγαζιά μας, όμως, υπήρχαν και κονσομετρίς που έκαναν μόνο αυτή τη δουλειά».
Απαντώντας σε ερώτηση του Σταύρου Θεοδωράκη για το ποια ήταν η πιο άσχημη νύχτα της στα μπουζούκια, η Κατερίνα Στανίση, τόνισε: «Είχα αρρωστήσει μια φορά, κρυολόγησα. Και μου λέει ένα παιδί, σερβιτόρος: “Έλα, σε θέλει ο αφέντης”. Μου λέει το αφεντικό: “Βλέπω ότι δεν πίνετε στα τραπέζια που πάτε”. Του είπα πως ήμουν λίγο άρρωστη. Φοβόμουν μη με διώξει κιόλας και μου απάντησε: “Τί γυναίκες είσαστε εσείς, που είναι εκείνες οι παλιές που πίνανε και άδειαζαν τα μπουκάλια… Τί άσχημα πέρασα… ».