«Άρωμα» Ελλάδας θα έχει ο νορβηγικός τελικός για τη Eurovision, αφού η ελληνικής καταγωγής Ήρα Κωνσταντινίδου, με όπλα την ιδιαίτερη φωνή της και τη δροσιά των 17 χρόνων της θα διεκδικήσει να εκπροσωπήσει τη χώρα στην 60η διοργάνωση στη Βιέννη.
Λίγες μέρες πριν από τη μεγάλη βραδιά της 14ης Μαρτίου, η Ήρα εξομολογήθηκε, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι η αγωνία της μεγαλώνει.
«Μέχρι τώρα δεν είχα καθόλου στρες, αλλά τώρα που έχουν μείνει λίγες μέρες μέχρι τον διαγωνισμό και νιώθω μεγάλη αγωνία, όταν σκέφτομαι ότι θα τραγουδήσω ζωντανά μπροστά σε χιλιάδες κόσμο και πάνω από 1.000.000 τηλεθεατές θα με βλέπουν την ίδια στιγμή στην τηλεόραση» τόνισε.
Η νεαρή Ήρα δεν παρέλειψε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της για την ευκαιρία που, όπως τόνισε, της δίνεται να αποκτήσει αυτή τη «φοβερή εμπειρία», αλλά επισήμανε ότι δεν επιδίωξε μόνη της να πάρει μέρος στη Eurovision.
O Έιβιν Μπλίκστα, ένας από τους δύο συνθέτες του τραγουδιού «We don’t worry», με το οποίο θα διαγωνιστεί, είχε τη μουσική επιμέλεια της παράστασης που ανέβηκε πέρσι στο σχολείο της Ήρας. Μία ημέρα προτού λήξει η προθεσμία, της ζήτησε να «δοκιμάσει» ένα τραγούδι, που ίσως θα πήγαινε στη Eurovision.
«Πήγαμε στο στούντιο του σχολείου, άκουσα το τραγούδι για πρώτη φορά, το ερμήνευσα με τον δικό μου τρόπο, έγινε η ηχογράφηση και στάλθηκε στον διαγωνισμό την επόμενη μέρα που έληγε η προθεσμία. Έγιναν όλα τόσο γρήγορα, που τελικά δεν περίμενα ότι πραγματικά θα έπαιρνα μέρος στον διαγωνισμό» πρόσθεσε.
Μετά τις καλές κριτικές που πήρε η ερμηνεία της, η Ήρα νιώθει πια σίγουρη ότι μπορεί να ακολουθήσει το όνειρο της και να ασχοληθεί με το τραγούδι και εκφράζει την πεποίθηση η Eurovision θα δώσει μια σημαντική ώθηση στο ξεκίνημα της καριέρας της.
Δύο κουλτούρες, δύο ζωές
Η Ήρα γεννήθηκε στην Νορβηγία, από πατέρα Έλληνα (και μάλιστα ποντιακής καταγωγής) και μητέρα Νορβηγίδα. «Η Ελλάδα», σημείωσε, «είναι μια σημαντική πλευρά του εαυτού μου. Όταν έρχομαι στην Ελλάδα, είναι σαν να βλέπω σε καθρέφτη αυτή την την άλλη πλευρά του εαυτού μου. Είναι πολύ συναρπαστικό να ζω μέσα σε δυο κουλτούρες, να έχω δύο ζωές, διότι η Ελλάδα και η Νορβηγία είναι δύο αρκετά διαφορετικές χώρες».
Έχει ελληνική ομορφιά, αλλά, όπως είπε, στη νοοτροπία είναι περισσότερο Νορβηγίδα, αφού σε αυτή τη χώρα γεννήθηκε και μεγάλωσε. «Βέβαια, θα ήθελα να είμαι περισσότερο Ελληνίδα, γιατί οι Έλληνες είναι πιο ζεστοί και ανοιχτοί άνθρωποι» τόνισε.
Έμαθε ελληνικά από τον πατέρα της, που μίλαγε στην ίδια και στα δύο αδέλφια της, μόνο στη μητρική του γλώσσα και από τα ταξίδια της κάθε καλοκαίρι στην Ελλάδα. Μάλιστα, τραγουδάει και στα ελληνικά και στην πρώτη της εξωσχολική συναυλία, πέρσι το καλοκαίρι, στη Λέσβο, ερμήνευσε τρία τραγούδια του Μάνου Χατζηδάκι.
«Όταν τραγουδάω στα ελληνικά είναι πολύ διαφορετικά από ό,τι στα νορβηγικά και τα αγγλικά. Τα αγγλικά είναι ούτως ή άλλως μια ξένη γλώσσα για μένα. Με τα ελληνικά και την ελληνική μουσική εκφράζω βαθύτερα συναισθήματα, που δεν μπορώ να τα εκφράσω, όταν τραγουδάω στα νορβηγικά. Είναι νομίζω και τα δύο μαζί, η γλώσσα και η μουσική της Ελλάδας, που με βοηθούν να εκφραστώ με έναν ξεχωριστό και ουσιαστικό τρόπο» υπογράμμισε.
Ή Ήρα έμαθε χασαποσέρβικο και κάποιους ποντιακούς χορούς από τον πατέρα της, ενώ της αρέσει πολύ και το ελληνικό φαγητό, χωρίς να έχει κάποιο που να ξεχωρίζει περισσότερο. «Είναι πολλά που μου αρέσουν πολύ, όπως τα θαλασσινά που τρώμε στη Λέσβο κάθε καλοκαίρι, τα γεμιστά κολοκυθάκια της γιαγιάς, ο μουσακάς, η τυροκαυτερή, αλλά ακόμη και ο γύρος» είπε.
Τόνισε, τέλος, ότι δεν έχει κάποιο τραγουδιστή ως πρότυπο της, ωστόσο την έχουν επηρεάσει με τον τρόπο της ερμηνείας τους, η Έτα Τζέιμς και η Έιμι Γουάινχάουζ.