«Η φωτογραφία της ζωής μου» με τη Μαριάννα Τουμασάτου αλλάζει μέρα και ώρα από απόψε θα προβάλλεται κάθε Δευτέρα στις 23:30.
Απόψε, στις 23:30 «Η φωτογραφία της ζωής μου» και η Μαριάννα Τουμασάτου, κάνουν μια βόλτα στο παρελθόν, μιλούν για το παρόν και εμπνέουν αισιοδοξία για το μέλλον. Με τη βοήθεια του φωτογράφου, Αλέξανδρου Μαραγκού και της ομάδας παραγωγής, η εκπομπή ξεφυλλίζει το φωτογραφικό άλμπουμ του Απόστολου Δοσούλα, της Κλεοπάτρας Καφετζή και του Χρήστου Προδρόμου.
Ο Απόστολος Δοσούλας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ήπειρο. Σπούδασε στην Αθήνα πολιτικός μηχανικός. Με τη σύζυγό του απέκτησαν δύο παιδιά, τη Μαργαρίτα και τον Βασίλη. Το 1994, ο Απόστολος πήγε εκδρομή στο Τολό μαζί με την οικογένειά του. Ένα πρωί πήγαν για ψάρεμα με τον αδελφό του και τον γιο του τον Βασίλη, και είδαν ξαφνικά το «ιπτάμενο δελφίνι» να πλησιάζει επικίνδυνα. Έπεσαν στη θάλασσα για να σωθούν.
Όταν ο Απόστολος βγήκε στην επιφάνεια είδε πως η βάρκα είχε διαλυθεί και βρήκε τον γιο του ημιλιπόθυμο, με το ένα του χέρι και το ένα του πόδι να έχουν ακρωτηριαστεί. Οι γιατροί κατάφεραν να σώσουν το χέρι αλλά χρειάστηκε να ακρωτηριάσουν και το άλλο πόδι. Όταν μίλησε στο γιο του για τα προσθετικά μέλη που θα βοηθούσαν την κατάστασή του, εκείνος τον ρώτησε: «Σαν τον Ρόμποκοπ μπαμπά;». «Ναι Βασίλη, κάπως έτσι», του απάντησε.
Η Κλεοπάτρα Καφετζή γεννήθηκε στην Καβάλα από γονείς Μικρασιάτες. Έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, καθώς η οικογένειά της αντιμετώπιζε σοβαρές οικονομικές δυσκολίες. Από παιδί έμαθε την αξία της προσφοράς. Το 1999, αποφάσισε να ενταχθεί στον Ερυθρό Σταυρό. Φοίτησε στη σχολή των Σαμαριτών και έκανε δυο πανελλήνιες εκπαιδεύσεις. Ειδικεύτηκε στη διαχείριση κρίσεων και καταστροφών. Η πιο δύσκολη στιγμή για εκείνη ήταν στο Μάτι. Το σεληνιακό τοπίο, η μυρωδιά του καμένου, οι ανθρώπινες απώλειες, τραγικές εικόνες και δυνατά συναισθήματα που ακόμα κουβαλάει στην ψυχή της.
Ο Χρήστος Προδρόμου γεννήθηκε στην Αμμόχωστο της Κύπρου. Το 1973, τελείωσε το σχολείο και πήγε στον στρατό. Μετά τον πρώτο χρόνο της θητείας του και ενώ υπηρετούσε σε φυλάκιο κοντά στο χωριό του έγινε η εισβολή των Τούρκων. Οι γονείς, οι δύο αδελφές και η γιαγιά του άρπαξαν ό,τι μπόρεσαν από το σπίτι και έφυγαν, αφήνοντας πίσω τον κατάκοιτο παππού. Στα μισά του δρόμου, όμως, επέστρεψαν για να τον σώσουν. Όταν ο πατέρας του κατάφερε να μπει στο σπίτι, αντίκρισε τον παππού νεκρό. Ο Χρήστος ήταν ο τελευταίος που υπερασπίστηκε με τη διμοιρία του το χωριό.
Τον Οκτώβριο του ’74 κατάφερε να φτάσει στην Λάρνακα και να βρει την οικογένειά του. Το 1975 πήγε στην Αθήνα για να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα. Ο Χρήστος κατάφερε να σπουδάσει και έγινε διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας, από όπου συνταξιοδοτήθηκε.