Την ώρα που μια χούφτα Έλληνες ξεσηκώνονταν το 1821 για την ελευθερία τους, στην άλλη πλευρά της Ευρώπης ιδρυόταν μια εφημερίδα. Και ιδρυόταν στον απόηχο ενός εγκληματικού γεγονότος, έχοντας λες την είδηση στα γεννοφάσκια της. Βλέπετε δύο μόλις χρόνια πριν, το 1819, το ιππικό είχε ανοίξει πυρ κατά ενός γιγαντιαίου πλήθους διαδηλωτών, 60.000-80.000 ανθρώπων, που είχαν μαζευτεί ειρηνικά σε πλατεία του Μάντσεστερ ζητώντας δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Δεκαοχτώ άνθρωποι έχασαν εκείνη τη μαύρη μέρα της 16ης Αυγούστου τη ζωή τους και εκατοντάδες ακόμα τραυματίστηκαν. Μεταξύ τους ήταν και ένας βαμβακέμπορος, κάποιος John Edward Taylor, ο οποίος έζησε τα αιματηρά γεγονότα και έγραψε γι’ αυτά. Η σφαγή που είδε γέννησε μέσα του την επιθυμία να δώσει φωνή στο δημοκρατικό κίνημα, σκαρώνοντας ένα έντυπο για τις πιο φιλελεύθερες πένες της Βρετανίας. Και δύο ακριβώς χρόνια αργότερα το όραμά του έπαιρνε σάρκα και οστά, καθώς στις 5 Μαΐου 1821 έβγαινε το πρώτο ποτέ φύλλο μιας εφημερίδας που ονόμασε ο έμπορος «Manchester Guardian» και σήμερα ξέρουν οι πάντες ως «Guardian»! Θέματα να γράψει είχε πολλά ο Taylor και οι δημοσιογράφοι του, καθώς είμαστε ακριβώς μετά το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων (1815) και η πείνα και η ανεργία θέριζαν τη Βρετανία, καταστάσεις που έρχονταν να κάνουν ακόμα χειρότερες οι διαβόητοι Νόμοι του Καλαμποκιού. Η νεότευκτη εφημερίδα ήταν εδώ να προωθεί τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που τόσο χρειάζονταν η κοινωνία. Ο «Manchester Guardian» κυκλοφορούσε κάθε Σάββατο μέχρι το 1836, όταν άρχισε να βγαίνει και τις Τετάρτες. Και έπρεπε η Αγγλία να περιμένει ως το 1855 και την αποτίναξη ενός δυσβάσταχτου φόρου για τις εφημερίδες ώστε να κυκλοφορεί πια το έντυπο καθημερινά, αλλάζοντας την ίδια τη βρετανική ενημέρωση…

Σύντομη ιδιοκτησιακή ιστορία του «Guardian»
ggmgsmfsefsegefsefsgs1
Ο «Guardian» ωστόσο δεν θα γινόταν ποτέ «Guardian» αν δεν είχε στο τιμόνι του τον CP Scott, που κράτησε τη θέση του εκδότη από το 1872 και για 57 συναπτά έτη. Αυτός ήταν που έδωσε στην εφημερίδα την εθνική και διεθνή κατόπιν αναγνώρισή της. Το 1907 μάλιστα, μετά τον θάνατο του γιου του Taylor, αγόρασε τον «Manchester Guardian» για να ξεδιπλώσει το δικό του όραμα. Που δεν απομακρυνόταν ωστόσο από τα θεμέλια που είχε θέσει ο ιστορικός ιδρυτής, αφού ο Scott φρόντισε να ξεκαθαρίσει από την αρχή πως η εφημερίδα θα συνέχιζε να λειτουργεί στις ίδιες βάσεις ανεξαρτησίας και ουδετερότητας. Και θα ήταν όσο αδέσμευτη την ήθελε ο εμπνευστής της. Στα εκατό μάλιστα χρόνια του «Manchester Guardian» το 1921, ο Scott επανέλαβε τη δέσμευσή του στην ανεξάρτητη δημοσιογραφία με ένα δικό του άρθρο που πλέον αποτελεί σταθμό στον κλάδο: «Ο σχολιασμός είναι ελεύθερος», μας λέει, «αλλά τα γεγονότα είναι ιερά. Η φωνή των αντιπάλων έχει δικαίωμα να ακούγεται όχι λιγότερο από τη φωνή των φίλων»… Όταν εγκατέλειψε τον ενεργό δημοσιογραφικό και εκδοτικό στίβο, ο Scott έδωσε τον έλεγχο της εφημερίδας στους δύο του γιους, κάνοντας τον John Russell γενικό διευθυντή και τον Edward Taylor εκδότη. Τα δυο αδέρφια, αναγνωρίζοντας πως το ανεξάρτητο και αδέσμευτο μέλλον της εφημερίδας θα υπονομευόταν αν κάποιος από τους δυο τους πέθαινε, έδωσαν όρκο ιερό πως όταν έφευγε ο ένας από τη ζωή, ο άλλος θα εξαγόραζε το μερίδιό του. shutterstock721504024
Ο πατέρας Scott πέθανε το 1932 και τέσσερις μήνες αργότερα έφυγε από τον κόσμο και ο Edward, αφήνοντας την πλήρη ιδιοκτησία στον John, όπως τα είχαν συμφωνήσει. Ο γιος ανησυχούσε όμως πολύ για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της εφημερίδας του μετά τον θάνατό του, αλλά και για τις αρπακτικές διαθέσεις των ανταγωνιστών. Κι έτσι κατέληξε σε μια δραστική λύση ώστε να διασφαλίσει τόσο το μέλλον του σοβαρού «Guardian» όσο και της ιδιαιτέρως κερδοφόρας «Manchester Evening News». Μια λύση που έκανε τον καλό του φίλο, δικαστή και πολιτικό Gavin Simonds να διαμαρτυρηθεί: «Προσπαθείς να κάνεις κάτι πολύ κατακριτέο για τον νόμο της Αγγλίας. Προσπαθείς να στερήσεις τον εαυτό σου από το δικαίωμα στην ιδιοκτησία»! Ο Scott είχε πάρει όμως την απόφασή του και τον Ιούνιο του 1936 εμπιστεύτηκε επισήμως το ιδιοκτησιακό καθεστώς του «Guardian» στο Scott Trust, ένα καταπίστευμα που ιδρύθηκε γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Το κληροδότημα που εμπιστεύτηκε ο John Scott στο συμβούλιο των εμπίστων του δινόταν ωστόσο με τον απαράβατο όρο πως η εφημερίδα «θα λειτουργεί στο μέλλον στις ίδιες ακριβώς γραμμές και με το ίδιο ακριβώς πνεύμα όπως και τώρα», καλώντας απλώς τους συμβούλους του να διασφαλίσουν τη μακροημέρευση του εντύπου. Αυτές ήταν οι εντολές που είχε η επιτροπή που διαχειριζόταν τον «Guardian», αν και συχνά πυκνά κάποιο μέλος της οικογενείας ασχολούνταν ενεργά με την εφημερίδα. Μέχρι το 1984 όλα αυτά, όταν στα 70 του πια χρόνια, ο Richard Scott παραιτήθηκε από την προεδρική θέση που είχε στο καταπίστευμα…
Ο «Guardian» στον χώρο των εκδόσεων
shutterstock416319073 Όσο η επιρροή του «Manchester Guardian» επεκτεινόταν από τα σύνορα της βόρειας κομητείας του, ο νέος εκδότης AP Wadsworth, που ανέλαβε τα καθήκοντά του το 1944, αντιμετώπισε μια νέα πρόκληση. Συγκεκριμένα, τον περιορισμένο αριθμό των φύλλων, την κακή εκτύπωση αλλά και την περιβόητη εντοπιότητα της εφημερίδας, που κάλυπτε και μια σειρά ειδήσεις που αφορούσαν αποκλειστικά στους κατοίκους του Μάντσεστερ. Σε σχέση με τις άλλες μεγάλες βρετανικές εφημερίδες, όπως η «Daily Telegraph» και οι «Times», η εμμονή του «Guardian» στην είδηση και τα γεγονότα φάνταζε πλέον εκκεντρική. Οι αδέσμευτες αρετές των εμπνευστών του έμοιαζαν να ξεπερνιούνται από την εποχή και τις παράξενες ιδιοσυγκρασίες της εφημερίδας, καθώς αρνούνταν να φιλοξενήσει απλά και πεζά πράγματα, όπως το δελτίο των ιπποδρομιών! Κι έτσι έχανε συνεχώς λεφτά και συντηρούνταν μόνο από τα μεγάλα κέρδη της «Manchester Evening News». Το 1964 ο εκδότης της εφημερίδας μετακόμισε μάλιστα τα γραφεία της στο Λονδίνο, βάζοντας τον «Guardian» σε μεγάλες οικονομικές περιπέτειες στην εθνική αγορά. Το μέλλον φαινόταν εξόχως δυσοίωνο, τόσο δυσοίωνο που ανάγκασε τον πρόεδρο του καταπιστεύματος Laurence Scott να προσεγγίσει τους «Times» για να συζητήσει την προοπτική μιας εξαγοράς. Και οι «Times» παράδερναν οικονομικά, κι έτσι το σενάριο της συγχώνευσης έμοιαζε δελεαστικό, πόσο μάλλον που οι έρευνες έδειχναν πως η βρετανική αγορά σήκωνε μόνο έναν ανταγωνιστή της «Telegraph». Πιθανότατα ο «Guardian» θα είχε πουληθεί αν δεν ήταν ο νέος του εκδότης, ο Alastair Hetherington, που παρέμενε σκληροπυρηνικός θιασώτης του οράματος του Scott περί ανεξαρτησίας της εφημερίδας. Η σύγχρονη εκδοχή του «Guardian» του χρωστά όμως πολλά περισσότερα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς του. shutterstock628609796 Αυτός επέμενε να αποκτήσει η εφημερίδα δικά της πιεστήρια και να ολοκληρωθεί η μεταφορά της στο Λονδίνο το 1976, κάτι που εγγυήθηκε τη μακροημέρευσή της. Αυτός σκάρωσε επίσης το πρώτο ένθετο της εφημερίδας, το «Guardian Weekly», το οποίο φιλοξενούσε περιεχόμενο από τη «Washington Post» και τη «Le Monde». Και αυτός επέμενε να παραμείνει ανεπηρέαστη η εφημερίδα από τις πολιτικές αναταραχές των δεκαετιών του 1970 και του 1980, μένοντας σταθερά η φωνή της Αριστεράς. Πλέον ήταν μια από τις σοβαρές φωνές του βρετανικού Τύπου και έμοιαζε να μην απειλείται από την εμφάνιση κι άλλων μεγάλων παικτών, όπως του «Independent» το 1986. Γι’ αυτό και παρά την ακριβότερη τιμή του σε σχέση με τον ανταγωνισμό, συνέχισε να αυξάνει την κυκλοφορία του και να παραμένει εμπορικά υγιής, διατηρώντας την έμφαση στην ποιότητα και τη μαχόμενη δημοσιογραφία. Τόσο το 1997 όσο και το 1998 τιμήθηκε με το βαρύτιμο βραβείο «Εφημερίδα της Χρονιάς». Από το 1994 ξεκίνησε πειραματικά και την ηλεκτρονική του έκδοση, η οποία καθιερώθηκε από το 1995 και μέχρι τον Μάρτιο του 2001 ήταν για τα καλά η δημοφιλέστερη ηλεκτρονική εφημερίδα της Αγγλίας. Το 2005 έγινε μάλιστα η πρώτη πλήρως έγχρωμη εφημερίδα της χώρας. Και συνεχίζει έκτοτε δυναμικά, πατώντας σταθερά στα ιδεώδη εκείνου του έντιμου εμπόρου που αναγνώρισε την ανάγκη για πραγματική ειδησεογραφία. Το 2011 τιμήθηκε εξάλλου για άλλη μια φορά με το βραβείο «Εφημερίδα της Χρονιάς» για τη συνεισφορά του στην αποκάλυψη των WikiLeaks…