Ο καρκίνος του προστάτη είναι μία από τις συχνότερες μορφές καρκίνου στους άνδρες, αλλά και μια από τις πιο αντιμετωπίσιμες, αν διαγνωστεί έγκαιρα.

Ο κ. Ευάγγελος Κουτσοκώστας, χειρουργός ουρολόγος, MD MSc FEBU, μίλησε στο Newsbeast.gr για το πώς η έγκαιρη διάγνωση και οι νέες θεραπείες κάνουν τη διαφορά στον καρκίνο του προστάτη.

Σε ποιες ηλικίες εμφανίζεται συχνότερα ο καρκίνος του προστάτη και ποιοι είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες εμφάνισής του;

Ο καρκίνος του προστάτη είναι μία από τις πιο συχνές μορφές καρκίνου στους άντρες και η εμφάνισή του συνδέεται με διάφορους παράγοντες, όπως η ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό και άλλοι περιβαλλοντικοί και γενετικοί παράγοντες.

Ηλικία και συχνότητα εμφάνισης
Ο καρκίνος του προστάτη συνήθως εμφανίζεται σε μεγαλύτερους άντρες και είναι σπάνιος σε νεότερες ηλικίες. Οι σημαντικότερες ηλικιακές ομάδες που πλήττονται είναι οι εξής:

  • Άντρες άνω των 50 ετών: Ο κίνδυνος αυξάνεται σημαντικά με την ηλικία. Η πλειονότητα των περιστατικών διαγιγνώσκεται σε άντρες ηλικίας 65-75 ετών.
  • Άντρες άνω των 65 ετών: Είναι η πιο κοινή ηλικιακή ομάδα για την εμφάνιση καρκίνου του προστάτη. Περίπου το 60% των περιπτώσεων διαγιγνώσκονται σε αυτή την ομάδα ηλικίας.
  • Άντρες άνω των 75 ετών: Η συχνότητα αυξάνεται περαιτέρω, αν και σε πολλές περιπτώσεις η ασθένεια μπορεί να αναπτυχθεί αργά και να μην προκαλεί άμεσα συμπτώματα, καθιστώντας τη διάγνωση και την παρακολούθηση πιο περίπλοκες.

Σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου
Οι κυριότεροι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του προστάτη περιλαμβάνουν:

  • Ηλικία: Όπως αναφέρθηκε, η ηλικία είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας κινδύνου. Ο καρκίνος του προστάτη είναι σπάνιος πριν από την ηλικία των 50 ετών, αλλά γίνεται πολύ πιο συχνός μετά την ηλικία των 60.
  • Οικογενειακό ιστορικό: Η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του προστάτη. Άντρες που έχουν έναν ή περισσότερους συγγενείς πρώτου βαθμού (πατέρας, αδελφός) με καρκίνο του προστάτη έχουν αυξημένο κίνδυνο.
  • Γενετικοί παράγοντες: Ορισμένα γονίδια, όπως το BRCA1 και το BRCA2 (συνδέονται και με τον καρκίνο του μαστού στις γυναίκες), καθώς και άλλοι γενετικοί δείκτες μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης του καρκίνου του προστάτη.
  • Φυλή: Ο καρκίνος του προστάτη είναι πιο συχνός στους άντρες αφροαμερικανικής καταγωγής. Η συχνότητα είναι υψηλότερη σε αυτήν την ομάδα πληθυσμού και επίσης παρατηρείται υψηλότερος κίνδυνος για επιθετικότερες μορφές της νόσου. Αντίθετα, οι άντρες ασιατικής καταγωγής κι εκείνοι από νότια Ασία φαίνεται να έχουν χαμηλότερο κίνδυνο.

Διατροφή και περιβαλλοντικοί παράγοντες
Η διατροφή και ο τρόπος ζωής μπορούν να επηρεάσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του προστάτη.

  • Διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και κρέας: Έχουν γίνει διάφορες μελέτες που δείχνουν ότι μια διατροφή πλούσια σε κορεσμένα λίπη και κόκκινο κρέας μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο.
  • Αντιοξειδωτικά: Η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε αντιοξειδωτικά (π.χ. ντομάτες, πράσινα λαχανικά) μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο, αν και τα αποτελέσματα δεν είναι απόλυτα σαφή.

Ορμονικοί παράγοντες
Η υπερβολική παραγωγή ανδρικών ορμονών (ανδρογόνων), όπως η τεστοστερόνη, συσχετίζεται περισσότερο με την εξέλιξη της νόσου, παρά με την αρχική της εμφάνιση.

Προηγούμενες παθήσεις του προστάτη
Άντρες με ιστορικό καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη (ΒΡΗ) ή χρόνιας προστατίτιδας ενδέχεται να έχουν ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του προστάτη, αν και η συσχέτιση αυτή παραμένει αντικείμενο ερευνών.

Ποια είναι τα πρώτα σημάδια που μπορούν να υποδείξουν καρκίνο του προστάτη και πώς μπορούν να αναγνωριστούν από τον ασθενή;

Τα πρώτα σημάδια του καρκίνου του προστάτη μπορεί να είναι ήπια ή και καθόλου εμφανή, καθώς η ασθένεια συχνά αναπτύσσεται αργά και χωρίς έντονα συμπτώματα, ιδιαίτερα στα πρώιμα στάδια. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα συμπτώματα που μπορεί να υποδηλώνουν την παρουσία του καρκίνου του προστάτη και που μπορούν να αναγνωριστούν από τον ασθενή.

  • Αλλαγές στην ούρηση: Δυσκολία στην έναρξη ή διακοπή της ούρησης: Ο ασθενής μπορεί να παρατηρήσει ότι δυσκολεύεται να αρχίσει να ουρεί ή ότι πρέπει να καταβάλει περισσότερη προσπάθεια για να ολοκληρώσει την ούρηση.
  • Συχνουρία: Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της νύχτας (νυκτουρία), δηλαδή, ο ασθενής ξυπνά επανειλημμένα για να ουρήσει.
  • Αίσθηση ατελούς κένωσης της κύστης: Ακόμα και αν ο ασθενής έχει ουρήσει, μπορεί να αισθάνεται ότι η κύστη δεν έχει αδειάσει πλήρως.
  • Αδύναμο ή διακεκομμένο ρεύμα ούρων: Η ροή των ούρων μπορεί να γίνει πιο αργή ή να διακόπτεται, κάτι που μπορεί να είναι αποτέλεσμα της πίεσης που ασκεί ο καρκίνος στον προστάτη ή στους γύρω ιστούς.
  • Πόνος στην περιοχή της πυέλου ή στη μέση: Ο πόνος μπορεί να είναι συνεχής ή να αυξάνεται με την ούρηση ή την εκσπερμάτιση.
  • Πόνος στα οστά: Αν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος, μπορεί να προκαλέσει πόνο στα οστά, ιδιαίτερα στην περιοχή της λεκάνης, των γοφών ή της σπονδυλικής στήλης.
  • Αίμα στα ούρα (αιματουρία): Αν και σπανιότερο, η παρουσία αίματος στα ούρα μπορεί να είναι ένα σημάδι καρκίνου του προστάτη, αν και μπορεί να προκληθεί και από άλλες καταστάσεις (π.χ. λοιμώξεις, πέτρες).
  • Αίμα στο σπέρμα (αιμοσπερμία): Παρόμοια με την αιματουρία, η παρουσία αίματος στο σπέρμα μπορεί να υποδηλώνει την ύπαρξη καρκίνου του προστάτη, αν και μπορεί να συμβεί και σε άλλες καταστάσεις.
  • Διαταραχές στη σεξουαλική λειτουργία: Η δυσλειτουργία της στύσης μπορεί να είναι ένα σύμπτωμα του καρκίνου του προστάτη ή να προκύψει από τις θεραπείες του (π.χ. χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία).
  • Πόνος κατά την εκσπερμάτιση: Ο πόνος κατά την εκσπερμάτιση μπορεί να είναι ένα άλλο σημάδι που σχετίζεται με καρκίνο του προστάτη.
  • Ανεξήγητη απώλεια βάρους και κόπωση: Η ακούσια απώλεια βάρους και η γενική αίσθηση κόπωσης μπορεί να είναι συμπτώματα του καρκίνου του προστάτη σε προχωρημένα στάδια, όταν η ασθένεια έχει εξαπλωθεί.
  • Αίσθημα δυσφορίας ή πίεσης στην περιοχή της πυέλου: Η πίεση ή το αίσθημα πληρότητας στην περιοχή της πυέλου μπορεί να προκύψει αν ο καρκίνος του προστάτη επηρεάζει τις γύρω δομές, όπως η ουροδόχος κύστη ή το έντερο.

Όσο για το πώς μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τα συμπτώματα, είναι σημαντικό ο ασθενής να παρακολουθεί τα συμπτώματα που βιώνει και να είναι σε θέση να καταγράψει οποιεσδήποτε αλλαγές στη λειτουργία του οργανισμού του, όπως αλλαγές στην ούρηση, στον πόνο ή στη σεξουαλική λειτουργία. Η τακτική παρακολούθηση είναι σημαντική, καθώς ο καρκίνος του προστάτη μπορεί να αναπτυχθεί αργά και τα πρώτα συμπτώματα μπορεί να είναι ήπια ή να μην είναι εμφανή.

Ειδικά για τους άντρες άνω των 50 ετών ή εκείνους με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη (ηλικία έναρξης παρακολούθησης τα 45 έτη), η τακτική παρακολούθηση μέσω εξετάσεων, όπως το PSA (προστατικό ειδικό αντιγόνο) και η δακτυλική εξέταση του προστάτη (DRE), μπορούν να βοηθήσουν στην έγκαιρη διάγνωση, ακόμη και αν τα συμπτώματα δεν είναι έντονα.

Ο ασθενής πρέπει να ενημερώσει τον γιατρό του για οποιοδήποτε από τα παραπάνω συμπτώματα ή αν παρατηρήσει ασυνήθιστες αλλαγές στην υγεία του. Ο γιατρός μπορεί να συστήσει περαιτέρω διαγνωστικά τεστ (όπως βιοψία, υπερηχογράφημα ή MRI) για να εξετάσει αν υπάρχει καρκίνος του προστάτη ή άλλες αιτίες των συμπτωμάτων. Τα διαγνωστικά εργαλεία που έχει στη διάθεσή του είναι:

  • PSA (Προστατικό Ειδικό Αντιγόνο): Ανιχνεύει την παρουσία αυξημένων επιπέδων PSA στο αίμα, το οποίο μπορεί να υποδεικνύει καρκίνο του προστάτη, αν και η αύξηση μπορεί να συμβαίνει και σε άλλες καταστάσεις (π.χ. καλοήθης υπερπλασία του προστάτη).
  • Δακτυλική εξέταση του προστάτη (DRE): Η ψηλάφηση του προστάτη μέσω του ορθού από τον γιατρό μπορεί να ανιχνεύσει σκληρές περιοχές ή διογκώσεις που μπορεί να υποδεικνύουν καρκίνο.
  • Βιοψία προστάτη: Αν υπάρχει υποψία καρκίνου από το PSA ή την DRE, μπορεί να χρειαστεί να γίνει βιοψία προστάτη για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση.

Συνολικά, ο καρκίνος του προστάτη μπορεί να αναγνωριστεί σε πρώιμο στάδιο με την παρακολούθηση συμπτωμάτων και τακτικές εξετάσεις, ειδικά για εκείνους που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Αν παρατηρηθούν οποιαδήποτε από τα παραπάνω σημάδια, ο ασθενής θα πρέπει να συμβουλευτεί άμεσα τον γιατρό του για την κατάλληλη διάγνωση και φροντίδα.

Ποιος είναι ο ρόλος του PSA στη διάγνωση; Πόσο συχνά πρέπει να γίνεται η εξέταση;

Ο έλεγχος του PSA συστήνεται σε άνδρες κυρίως μετά την ηλικία των 50, αλλά η ακριβής ηλικία έναρξης μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του προστάτη. Αναλυτικά:

  • Άνδρες γενικού πληθυσμού (χαμηλός κίνδυνος): Για τους άνδρες χωρίς οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη ή άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες, ο έλεγχος PSA συνήθως ξεκινά γύρω στα 50 έτη. Η απόφαση για τον έλεγχο μπορεί να βασιστεί στη συζήτηση με τον γιατρό σχετικά με τους κινδύνους και τα οφέλη.
  • Άνδρες υψηλού κινδύνου (με οικογενειακό ιστορικό): Άτομα με πατέρα ή αδερφό που είχαν καρκίνο του προστάτη διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο. Γι’ αυτούς τους άνδρες, ο έλεγχος PSA μπορεί να ξεκινήσει από την ηλικία των 45.
  • Άνδρες πολύ υψηλού κινδύνου (ισχυρό οικογενειακό ιστορικό ή γενετικοί παράγοντες): Σε περιπτώσεις πολλαπλών μελών της οικογένειας με καρκίνο του προστάτη, ο έλεγχος μπορεί να ξεκινήσει ακόμη και από την ηλικία των 40 ετών.

Υπάρχουν άλλες εξετάσεις που συνιστάτε για έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη;

Εκτός από το PSA, υπάρχουν και άλλες εξετάσεις που μπορεί να βοηθήσουν στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη:

Δακτυλική εξέταση ορθού (DRE): Η δακτυλική εξέταση ορθού (DRE) είναι μια κλινική εξέταση που πραγματοποιείται από τον γιατρό, ο οποίος ελέγχει το μέγεθος, το σχήμα και την υφή του προστάτη. Η DRE μπορεί να ανιχνεύσει σκληρές ή ανώμαλες περιοχές στον προστάτη που ίσως υποδηλώνουν καρκίνο, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου το PSA είναι φυσιολογικό.

MRI (Μαγνητική Τομογραφία) πολυπαραμετρική προστάτη: Η πολυπαραμετρική MRI είναι μια εξειδικευμένη απεικονιστική εξέταση που προσφέρει λεπτομερείς εικόνες του προστάτη και μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό ύποπτων περιοχών. Συνήθως χρησιμοποιείται όταν υπάρχει αυξημένο PSA και μπορεί να καθοδηγήσει τη βιοψία, ώστε να στοχευτούν οι πιο ύποπτες περιοχές.

Βιοψία προστάτη: Η βιοψία είναι η μόνη εξέταση που μπορεί να επιβεβαιώσει την παρουσία καρκίνου του προστάτη. Η διαδικασία περιλαμβάνει τη λήψη μικρών δειγμάτων ιστού από τον προστάτη, που εξετάζονται στο μικροσκόπιο. Οι περισσότερες βιοψίες γίνονται με καθοδήγηση υπερήχου και αν υπάρχουν ύποπτες περιοχές στην MRI, η βιοψία μπορεί να γίνει πιο στοχευμένη (FUSION BIOPSY).

Προχωρημένες εξετάσεις αίματος: Δείκτες όπως το Prostate Health Index (PHI) και η εξέταση 4Kscore μπορεί να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να αξιολογήσουν τον κίνδυνο ύπαρξης επιθετικού καρκίνου. Αυτές οι εξετάσεις συνδυάζουν διαφορετικούς βιοδείκτες, όπως ελεύθερο PSA, συνολικό PSA και άλλες πρωτεΐνες, ώστε να δώσουν μια πιο λεπτομερή εκτίμηση του κινδύνου.

Γενετικές εξετάσεις: Για ορισμένους άνδρες, ειδικά για εκείνους με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη ή άλλων καρκίνων, οι γενετικές εξετάσεις μπορεί να είναι χρήσιμες.

Γονίδια όπως τα BRCA1 και BRCA2, τα οποία συνδέονται και με τον καρκίνο του μαστού, μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο καρκίνου του προστάτη και η εξέταση αυτών των γονιδίων μπορεί να βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων για τη διάγνωση και την παρακολούθηση.

Συνδυαστική προσέγγιση: Οι γιατροί συχνά συνιστούν έναν συνδυασμό εξετάσεων (PSA, DRE, MRI, βιοψία) προκειμένου να βελτιώσουν την ακρίβεια της διάγνωσης και να μειώσουν την ανάγκη για επεμβατικές διαδικασίες, όταν δεν είναι απαραίτητες.

Ευάγγελος Κουτσοκώστας, χειρουργός ουρολόγος, MD MSc FEBU

Ποιες είναι οι θεραπευτικές επιλογές για τον καρκίνο του προστάτη σήμερα και πώς επιλέγεται η κατάλληλη προσέγγιση για κάθε ασθενή;

Οι θεραπευτικές επιλογές για τον καρκίνο του προστάτη ποικίλλουν ανάλογα με το στάδιο της νόσου, την ηλικία, τη γενική υγεία και τις προσωπικές προτιμήσεις του ασθενούς. Οι βασικές θεραπείες περιλαμβάνουν τη στενή παρακολούθηση, τη χειρουργική αντιμετώπιση, την ακτινοθεραπεία, την ορμονοθεραπεία και τις νεότερες συστηματικές θεραπείες. Αναλυτικά:

Ενεργητική παρακολούθηση
Συνήθως συνιστάται σε ασθενείς με μικρούς και χαμηλού κινδύνου όγκους που αναπτύσσονται αργά. Περιλαμβάνει τακτικές εξετάσεις PSA, δακτυλική εξέταση, επαναληπτικές βιοψίες και MRI για να παρακολουθείται η πρόοδος της νόσου. Αν ο όγκος παραμείνει σταθερός, η θεραπεία μπορεί να αποφευχθεί για πολλά χρόνια, ελαχιστοποιώντας τις παρενέργειες.

Χειρουργική αφαίρεση (ριζική προστατεκτομή)
Κατάλληλη για ασθενείς με τοπικό καρκίνο και καλή γενική κατάσταση, που επιθυμούν πιο άμεση αντιμετώπιση. Περιλαμβάνει την αφαίρεση του προστάτη και, ενδεχομένως, των γειτονικών λεμφαδένων. Μπορεί να γίνει με ανοιχτή επέμβαση, λαπαροσκοπικά ή με ρομποτική υποβοήθηση, με την τελευταία να θεωρείται λιγότερο επεμβατική και να προσφέρει γρηγορότερη ανάρρωση.

Ακτινοθεραπεία
Η ακτινοθεραπεία είναι επίσης αποτελεσματική σε αρχικά και τοπικά προχωρημένα στάδια. Υπάρχουν δύο βασικοί τύποι:

  • Εξωτερική ακτινοθεραπεία: Περιλαμβάνει εστιασμένη ακτινοβολία στην περιοχή του προστάτη και μπορεί να διαρκέσει 4-9 εβδομάδες.
  • Βραχυθεραπεία (ή Εμφύτευση Ραδιενεργών Σπυριδίων): Τοποθετούνται ραδιενεργά εμφυτεύματα στον προστάτη, τα οποία απελευθερώνουν σταδιακά ακτινοβολία.

Η ακτινοθεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί συνδυαστικά με άλλες θεραπείες, όπως η ορμονοθεραπεία, για βελτίωση των αποτελεσμάτων.

Ορμονοθεραπεία
Στοχεύει στη μείωση των επιπέδων ανδρικών ορμονών (ανδρογόνων), οι οποίες τροφοδοτούν την ανάπτυξη του καρκίνου του προστάτη. Μπορεί να χορηγηθεί με φάρμακα που εμποδίζουν την παραγωγή ή τη δράση των ανδρογόνων ή με χειρουργική αφαίρεση των όρχεων (ορχεκτομή). Συνήθως εφαρμόζεται σε ασθενείς με προχωρημένο ή μεταστατικό καρκίνο και μπορεί να συνδυαστεί με ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία.

Χημειοθεραπεία
Συνιστάται συνήθως σε προχωρημένες περιπτώσεις καρκίνου του προστάτη που δεν ανταποκρίνονται στην ορμονοθεραπεία. Περιλαμβάνει τη χορήγηση φαρμάκων που καταστρέφουν τα καρκινικά κύτταρα και συνήθως χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες.

Ανοσοθεραπεία και στοχευμένες θεραπείες
Η κατάλληλη θεραπεία επιλέγεται εξατομικευμένα, λαμβάνοντας υπόψη:

  • το στάδιο και τον επιθετικό χαρακτήρα του καρκίνου,
  • την ηλικία και τη γενική υγεία του ασθενούς,
  • τις προσωπικές προτιμήσεις και τις πιθανές παρενέργειες της κάθε θεραπείας (π.χ. ακράτεια, σεξουαλική λειτουργία).

Η επιλογή γίνεται συνήθως σε συνεργασία με τον ουρολόγο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, με ένα ογκολογικό συμβούλιο που μπορεί να περιλαμβάνει ακτινοθεραπευτές, ογκολόγους και άλλους ειδικούς.

Ποια είναι η διαδικασία παρακολούθησης και των τακτικών ελέγχων μετά τη θεραπεία του καρκίνου του προστάτη και ποιες οι πιθανότητες υποτροπής;

Η παρακολούθηση και οι τακτικοί έλεγχοι μετά τη θεραπεία του καρκίνου του προστάτη είναι ζωτικής σημασίας για τον έγκαιρο εντοπισμό πιθανής υποτροπής ή εμφάνισης παρενεργειών από τη θεραπεία. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει εξετάσεις PSA, κλινικές εκτιμήσεις και αν χρειάζεται, απεικονιστικές εξετάσεις. Οι πιθανότητες υποτροπής εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως το στάδιο και την επιθετικότητα του καρκίνου πριν από τη θεραπεία.

Τακτική μέτρηση PSA: Το PSA είναι η βασική εξέταση για την παρακολούθηση μετά τη θεραπεία, καθώς τυχόν αύξησή του μπορεί να είναι ένδειξη υποτροπής.

  • Έπειτα από ριζική προστατεκτομή: Τα επίπεδα PSA αναμένεται να είναι σχεδόν μηδενικά. Οποιαδήποτε αύξηση μπορεί να υποδεικνύει υποτροπή και χρειάζεται περαιτέρω έρευνα.
  • Έπειτα από ακτινοθεραπεία: Τα επίπεδα PSA μπορεί να μην πέσουν τόσο χαμηλά όσο στην προστατεκτομή, αλλά η σταδιακή αύξηση μπορεί επίσης να υποδεικνύει υποτροπή.

Η μέτρηση PSA γίνεται κάθε 3-6 μήνες για τα πρώτα 2 χρόνια, έπειτα κάθε 6 μήνες έως 5 χρόνια, και μετά ετησίως, αν δεν υπάρχουν ανησυχητικά ευρήματα.

Κλινική εκτίμηση: Σε κάθε επίσκεψη γίνεται κλινική αξιολόγηση για έλεγχο νέων συμπτωμάτων ή παρενεργειών της θεραπείας, όπως ακράτεια ή σεξουαλική δυσλειτουργία. Αν ο ασθενής έχει υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία, μπορεί να γίνει και δακτυλική εξέταση για να ελεγχθεί τυχόν σκληρία ή αλλαγές στον προστάτη.

Απεικονιστικές εξετάσεις (εφόσον χρειαστεί): Αν τα επίπεδα PSA αυξηθούν ή ο γιατρός παρατηρήσει ύποπτα συμπτώματα, μπορεί να προταθούν απεικονιστικές εξετάσεις, όπως MRI, αξονική τομογραφία ή σπινθηρογράφημα οστών, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπάρχει τοπική ή απομακρυσμένη υποτροπή.

Εξετάσεις υγείας και ποιότητας ζωής: Ανάλογα με την ηλικία και το ιστορικό του ασθενούς, μπορεί να γίνεται εκτίμηση της γενικής υγείας και της ποιότητας ζωής, καθώς και υποστήριξη για αντιμετώπιση παρενεργειών από τη θεραπεία.

Οι πιθανότητες υποτροπής εξαρτώνται από:

  • Στάδιο και βαθμό καρκίνου: Οι ασθενείς με προχωρημένο ή υψηλού βαθμού καρκίνο πριν από τη θεραπεία έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο υποτροπής.
  • Τύπο θεραπείας: Σε γενικές γραμμές, ύστερα από ριζική προστατεκτομή, η πιθανότητα υποτροπής σε 10 χρόνια είναι γύρω στο 20-30% για τους χαμηλού και μέτριου κινδύνου ασθενείς, ενώ για τους υψηλού κινδύνου μπορεί να φτάνει το 50%.
  • Χρόνο και ρυθμό αύξησης του PSA: Η γρήγορη αύξηση του PSA ή η εμφάνιση υποτροπής εντός 2-3 ετών από τη θεραπεία συνδέεται συνήθως με υψηλότερο κίνδυνο.

Αν εντοπιστεί υποτροπή, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει διάσωση ακτινοθεραπείας ή ορμονοθεραπεία για τον έλεγχο της νόσου.

Ποιος είναι ο ρόλος της διατροφής και της άσκησης τόσο κατά τη θεραπεία, όσο κι έπειτα από αυτή;

Η διατροφή και η άσκηση παίζουν σημαντικό ρόλο στην υγεία των ασθενών με καρκίνο του προστάτη, τόσο κατά τη διάρκεια της θεραπείας, όσο και κατά την περίοδο ύστερα από αυτήν. Μπορούν να βοηθήσουν στη βελτίωση της αντοχής, της ποιότητας ζωής και στη μείωση του κινδύνου υποτροπής.

Μια ισορροπημένη διατροφή μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, να βοηθήσει στη διατήρηση υγιούς βάρους και να μειώσει τη φλεγμονή, ενώ συμβάλλει στην πρόληψη της υποτροπής. Κύρια σημεία της διατροφής περιλαμβάνουν:

  • Φρούτα και λαχανικά: Τα φρούτα και τα λαχανικά περιέχουν βιταμίνες, μέταλλα και αντιοξειδωτικά που μπορεί να συμβάλουν στην προστασία των κυττάρων από βλάβες.
  • Υγιή λίπη: Συνιστάται η αποφυγή κορεσμένων λιπαρών και τρανς λιπαρών (βρίσκονται σε κόκκινα κρέατα, τηγανητά κι επεξεργασμένα τρόφιμα).
  • Τα καλά λιπαρά, όπως τα Ω-3 λιπαρά οξέα (ψάρια όπως ο σολομός, οι ξηροί καρποί και ο λιναρόσπορος), μπορεί να βοηθήσουν στη μείωση της φλεγμονής.
  • Περιορισμός κατανάλωσης επεξεργασμένων τροφών και κόκκινου κρέατος: Υπάρχουν ενδείξεις ότι η αυξημένη κατανάλωση επεξεργασμένων και κόκκινων κρεάτων σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο επιθετικού καρκίνου του προστάτη. Αντίθετα, η κατανάλωση άπαχης πρωτεΐνης, όπως ψάρι και όσπρια, είναι πιο ωφέλιμη.
  • Τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες: Οι φυτικές ίνες βοηθούν στη ρύθμιση των επιπέδων γλυκόζης και της χοληστερίνης, ενώ συμβάλλουν στη διατήρηση υγιούς βάρους.

Η τακτική άσκηση μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, να βελτιώσει τη διάθεση, να μειώσει το άγχος και να βοηθήσει στη διατήρηση υγιούς βάρους. Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις ότι η άσκηση μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο υποτροπής.

Αερόβια άσκηση: Η αερόβια άσκηση (όπως το περπάτημα, το τρέξιμο, η ποδηλασία ή το κολύμπι) μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της καρδιοαναπνευστικής αντοχής και στην καταπολέμηση της κόπωσης που συχνά σχετίζεται με τη θεραπεία.

Άσκηση αντίστασης: Η άσκηση με βάρη μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της μυϊκής μάζας και της δύναμης, που συχνά μειώνονται λόγω των θεραπειών, ειδικά αν περιλαμβάνεται ορμονοθεραπεία, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια μυϊκής μάζας και αντοχής.

Ασκήσεις ευλυγισίας και ισορροπίας: Ασκήσεις, όπως η γιόγκα και το pilates, μπορούν να βελτιώσουν την ευλυγισία, τη στάση του σώματος και τη χαλάρωση, καθώς επίσης και να βοηθήσουν στη μείωση του άγχους.

Η καλή διατροφή και η τακτική άσκηση μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του κινδύνου μεταβολικού συνδρόμου και άλλων νοσημάτων, όπως καρδιοπάθειες και σακχαρώδης διαβήτης, που συχνά εμφανίζονται σε ασθενείς με καρκίνο του προστάτη.

Οι έρευνες δείχνουν ότι η υγιής διατροφή και η άσκηση συνδέονται με καλύτερα αποτελέσματα στην αποκατάσταση και τη συνολική επιβίωση, αν και χρειάζονται περισσότερες μελέτες για να προσδιοριστούν πλήρως οι μηχανισμοί.

Η διατροφή και η άσκηση πρέπει να εξατομικεύονται και να καθοδηγούνται από ειδικούς, ιδιαίτερα για ασθενείς με προχωρημένη νόσο ή συγκεκριμένες ανάγκες.