Δεν υπήρξαν κρούσματα ελονοσίας, αλλά και του ιού του Δυτικού Νείλου φέτος στην Κεντρική Μακεδονία, ενώ στη χώρα γενικότερα η εμφάνισή τους βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, γεγονός που οφείλεται στη συντονισμένη κίνηση του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), της πανεπιστημιακής κοινότητας και μιας σειράς άλλων αρμοδίων φορέων.
«Η ελονοσία είναι ένα πολύ σοβαρό νόσημα, υπάρχουν διεθνείς οδηγίες που λένε ότι αν σε μία χώρα έχεις πάνω από τρία κρούσματα σε τρία συνεχή χρόνια τότε εκδίδεται ταξιδιωτική οδηγία που σημαίνει ότι για να πας σε αυτήν την χώρα πρέπει να πάρεις ανθελονοσιακά φάρμακα. Ευτυχώς στην Ελλάδα το σώσαμε αυτό έτσι το 2014 είχαμε μηδέν κρούσματα και πέρυσι είχαμε λιγότερα από τρία», τόνισε η πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ, Τζένη Κρεμαστινού, στη διάρκεια συνέντευξης τύπου, που έγινε με αφορμή την έναρξη των εργασιών του 19ου Συνεδρίου της e-sove στη Θεσσαλονίκη.
Πάντως, σύμφωνα με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της Οικοανάπτυξης ΑΕ, Σπύρο Μουρελάτο, «ευτυχώς που στη Β. Ελλάδα δεν παρουσιάστηκε κρούσμα ελονοσίας». Μεταξύ άλλων σημείωσε ότι «η ελονοσία εμφανίζεται κυρίως στη νότιο Ελλάδα, αφού εκεί κατευθύνονται οι περισσότεροι εργάτες γης από χώρες όπου ενδημεί η ελονοσία, όπως από Πακιστάν, Ινδία και Αφγανιστάν».
Η χώρα μας αντιμετώπισε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την επιδημία του ιού του Δυτικού Νείλου και τα κρούσματα ελονοσίας σε Λακωνία και Καρδίτσα πετυχαίνοντας γρήγορα και έγκαιρα αποτελέσματα, όπως επεσήμανε η κ. Κρεμαστινού, προσθέτοντας «ειδικά για τις δράσεις αντιμετώπισης της ελονοσίας πέρυσι και φέτος μπορούμε να μιλάμε για ένα succes story».
Αναφορικά με τον ιό του Δυτικού Νείλου, όπως επεσήμανε, στη χώρα παρουσιάστηκαν 15 κρούσματα και κανένα στη Κεντρική Μακεδονία, όπου και εντοπίστηκε πρώτη φορά το 2010 με συνολικά 250 κρούσματα.
Πάντως, παρά τη μείωση των κρουσμάτων για τον ιό του Δυτικού Νείλου η κ. Κρεμαστινού επεσήμανε ότι «δεν σημαίνει ότι δεν θα έχουμε κρούσματα του χρόνου στη χώρα”. Στο πλαίσιο αυτό πρόσθεσε, πρέπει να επαγρυπνούμε και τα μέτρα που έχουμε λάβει να συνεχιστούν ενώ οι Περιφέρειες να εντείνουν τα προγράμματα ελέγχου και καταπολέμησης των κουνουπιών αντιμετωπίζοντας το γραφειοκρατικό ζήτημα της καθυστέρησης που παρατηρείται κάθε χρόνο στην εφαρμογή των έργων, με την αύξηση της χρονικής τους διάρκειας” (πχ τριετή)».
Από την πλευρά της η καθηγήτρια Μικροβιολογίας και διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Αναφοράς Αρμποϊών και Αιμοραγικών πυρετών του ΑΠΘ, Άννα Παπά, ανέφερε ότι ιός του Δυτικού Νείλου κινείται κάθε χρόνο προς νέες περιοχές.
Ενοχλητικός και επικίνδυνος για τη δημόσια υγεία ο Τίγρης της Ασίας
Σύμφωνα με στοιχεία στο 19ο συνέδριο της e-sove o εντομολόγος και ειδικός σύμβουλος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), Φράνσις Σάφνερ, τόνισε ότι ο πιο ενοχλητικός εισβολέας και ταυτόχρονα ο πιο επικίνδυνος για την δημόσια υγεία στην Ευρώπη θεωρείται πλέον ο Aedes albopictus το εισαγόμενο από την ΝΑ Ασία κουνούπι, περισσότερο γνωστό ως «Τίγρης της Ασίας».
Όπως είπε, ο Τίγρης της Ασίας από το 1977 που ανιχνεύτηκε για πρώτη φορά στην Αλβανία (εισηγμένος μέσα σε μεταχειρισμένα ελαστικά οχημάτων) έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα σε 26 ευρωπαϊκές χώρες, σε 20 εκ των οποίων φαίνεται ότι έχει εγκατασταθεί και περισσότερο από αλλού στις χώρες της Μεσογείου.
Μεταξύ άλλων τόνισε ότι η επικινδυνότητα του μικροσκοπικού κουνουπιού που αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης μια επιδημίας του δάγκειου πυρετού σε ευρωπαϊκό έδαφος και της νόσου τσινκουνγκούνια, δύο σοβαρών ασθενειών των οποίων είναι διαβιβαστής, «σε καμία περίπτωση δεν έχει υποτιμηθεί».
Για την Ελλάδα όπως επισήμανε ο κ. Μουρελάτος έχουμε πλέον διαπιστώσει με στοιχεία του δικτύου παρακολούθησης, ότι ο «Τίγρης της Ασίας» έκανε την εμφάνισή του το 2006 κι από το 2008 θεωρείται εγκατεστημένο είδος και στην Κεντρική Μακεδονία.
Οι ευρωπαϊκές δομές δημόσιας υγείας που ασχολούνται με τους διαβιβαστές ασθενειών παρακολουθούν με προσοχή και ένα άλλο κουνούπι, με την επιστημονική ονομασία Aedes aegypti που θεωρείται κύριος διαβιβαστής του δάγκειου πυρετού.
Η καταπολέμηση των φλεβοτόμων, είδος εντόμου μέσω του οποίου μεταδίδεται η λεϊσμανίαση, βρίσκεται στο επίκεντρο των προγραμμάτων καταπολέμησης επιβλαβών εντόμων στην γειτονική Τουρκία. Όπως ανέφερε στο περιθώριο του συνεδρίου ο νέος πρόεδρος της SOVE, Μπουλέντ Αλτεν, η Τουρκία εκτός από την ενδημική μορφή λεϊσμανίασης στις νοτιοανατολικές περιοχές (προκαλεί δερματικά κυρίως προβλήματα) αντιμετωπίζει τώρα μετά την έλευση περίπου 2 εκατ. Σύριων προσφύγων αυξημένα περιστατικά μιας σοβαρότερης μορφής λεϊσμανίασης που μπορεί να προκαλέσει ακόμη και θανάτους. Για τον περιορισμό της εξάπλωσης του παρασίτου, το τελευταίο διάστημα οι τουρκικές αρχές δημόσιας υγείας εφαρμόζουν θεραπευτικό πρόγραμμα σε περισσότερους από 25 προσφυγικούς καταυλισμούς.