Αν έχει τον… ακάθιστο, αν «πετάγεται», «ξεφεύγει», χάνει τα πράγματά του ή τα ξεχνάει, μπορεί απλώς να μη φταίει! Ούτε λίγο ούτε πολύ, το ένα στα δέκα ελληνόπουλα πάσχει από διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητα. Δείτε πώς μπορεί να διαγνωστεί και να βοηθηθεί!
Όταν ένα παιδί παρουσιάζει «ενοχλητικά» για τους γύρω του συμπτώματα εξαιτίας της ελλειμματικής προσοχής, της υπερκινητικότητας ή της παρορμητικότητάς του η λύση δεν είναι η αποβολή του (από το σχολείο, από την παρέα, από την κοινωνία) αλλά η στήριξή του. Όπως αναφέρουν οι ειδικοί όλο και περισσότεροι γονείς αλλά και δάσκαλοι αρχίζουν να το συνειδητοποιούν. Η πολιτεία πάλι, μάλλον… παίρνει κάτω από τη βάση (και) σε αυτό το πεδίο. Πρόκειται για μια τακτική ολιγωρίας που πρέπει να «αποβληθεί» το συντομότερο δυνατόν, αφού όπως αποκαλύπτει η νέα μελέτη η ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας) αποτελεί ένα όχι μόνο υπαρκτό αλλά και έντονο ζήτημα για πολλές ελληνικές οικογένειες.
Η μελέτη
Η μελέτη που αποτελεί την πρώτη διαχρονική ερευνητική εργασία σχετικά με τη ΔΕΠΥ που έχει διεξαχθεί στη χώρα μας ανήκει σε ειδικούς της Α’ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία» (επικεφαλής της μελέτης ήταν η καθηγήτρια Παιδιατρικής κυρία Χρύσα Μπακούλα ενώ συμμετείχαν επίσης οι Αλεξάνδρα Παλίλη, Γερ.Κολαΐτης, Ιππολύτη Βάσση, Αλεξάνδρα Βελτσίστα και Αρτεμις Γκίκα ). Η δικτυακή δημοσίευσή της έγινε στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Child Νeurology» στις 4 Οκτωβρίου.
Όπως εξηγεί στο Βήμα η παιδονευρολόγος της Α’ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της επιστημονικής ομάδας που διεξήγαγε τη μελέτη κυρία Γκίκα το σημαντικό χαρακτηριστικό αυτής της ερευνητικής δουλειάς είναι το εύρος και η διαχρονικότητά της. «Παρακολουθήθηκαν από τη γέννησή τους έως και το 18ο έτος τους 2.695 παιδιά τα οποία γεννήθηκαν το 1983 σε διαφορετικά μαιευτήρια της Ελλάδας». Η παρακολούθηση έγινε μέσω ειδικών ερωτηματολογίων που δόθηκαν σε γονείς και δασκάλους το 1983 και το 1990 καθώς και στους γονείς αλλά και στους ίδιους τους 18χρονους πλέον νέους το 2001. Οι ειδικοί κατέγραψαν την επίπτωση της ΔΕΠΥ με βάση τους τρεις βασικούς άξονες συμπτωμάτων με τους οποίους εκφράζεται η συγκεκριμένη διαταραχή: ελλειμματική προσοχή, υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα.
Και μπορεί η ΔΕΠΥ να χαρακτηρίζεται από απροσεξία, ωστόσο τα αποτελέσματα της μελέτης που την αφορούν μάλλον αξίζουν την προσοχή μας. Στην ηλικία των επτά ετών η συχνότητα υπερκινητικότητας ήταν της τάξεως του 7% (10% στα αγόρια και 3,5% στα κορίτσια), εκείνη της διάσπασης της προσοχής 9,5% (12% στα αγόρια και 7% στα κορίτσια) ενώ της παρορμητικότητας 7% (10,5% στα αγόρια και 3,5% στα κορίτσια). Στα 18 έτη δύο από τα κύρια χαρακτηριστικά της διαταραχής, η υπερκινητικότητα και η παρορμητικότητα, φάνηκε να «κατευνάζονται»: συγκεκριμένα το ποσοστό της υπερκινητικότητας ήταν στο 3% (το 40% των περιπτώσεων αφορούσε αγόρια και το 60% κορίτσια) ενώ της παρορμητικότητας μόλις που έφθανε στο 0,3%.
Η διάσπαση της προσοχής όμως στους 18χρονους παρέμενε σε υψηλά επίπεδα της τάξεως του 7,3% (το 54% των περιπτώσεων αφορούσε αγόρια και το 46% κορίτσια). Για ποιον λόγο; Η κυρία Γκίκα εξηγεί ότι «είναι επόμενο όταν ένα άτομο πλέον ενηλικιώνεται να αποκτά καλύτερο έλεγχο του εαυτού του, με αποτέλεσμα να υποχωρούν τα συμπτώματα που αφορούν την έντονη κινητικότητα ή την παρορμητικότητα. Το γεγονός όμως ότι η ελλειμματική προσοχή παραμένει σε υψηλά επίπεδα με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για το μέλλον του νέου ανθρώπου, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, αποδεικνύει πόσο σημαντικό είναι να γίνεται εγκαίρως σωστή διάγνωση και θεραπεία της διαταραχής». Τα άτομα με ΔΕΠΥ μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμη και την ίδια τη ζωή τους, συμπληρώνει η παιδονευρολόγος, αφού η ελλειμματική προσοχή που τα χαρακτηρίζει τα κάνει άκρως επιρρεπή σε ατυχήματα.
Προτιμά τα αγόρια
Θα προσέξατε από τα ποσοστά της μελέτης ότι η ΔΕΠΥ φαίνεται να αποτελεί «αγορίστικο» προνόμιο- πράγματι και άλλες μελέτες συνηγορούν στο ότι η αναλογία εμφάνισης της διαταραχής μεταξύ αγοριών και κοριτσιών είναι περίπου 3 προς 1. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Μπορεί και όχι, σύμφωνα με την κυρία Γκίκα. «Αν και δεν υπάρχει σαφής επιστημονική απάντηση, μια εξήγηση είναι ότι από τη φύση τους τα αγόρια εμφανίζουν μεγαλύτερη κινητικότητα, με αποτέλεσμα να γίνεται πιο εύκολα αντιληπτό το ενδεχόμενο να παρουσιάζουν τη διαταραχή. Είναι πιο δύσκολο να φανταστεί κάποιος ότι έχει ΔΕΠΥ ένα ήρεμο κοριτσάκι το οποίο απλώς φαίνεται ότι χαζεύει την ώρα του μαθήματος. Έτσι πιστεύεται γενικώς ότι η διαταραχή υποδιαγιγνώσκεται στα κορίτσια».