Οι θάνατοι από υπερβολική δόση ναρκωτικών προκάλεσαν την πρώτη μεγάλη μείωση του προσδόκιμου ζωής στις ΗΠΑ μετά την επιδημία του HIV/AIDS στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αποκαλύπτουν στατιστικά στοιχεία που δίνονται στη δημοσιότητα σήμερα Τετάρτη: έχει μειωθεί κατά σχεδόν τέσσερις μήνες από το 2014.
«Αυτή είναι η πρώτη μεγάλη πτώση από το 1993, τότε οφειλόταν στην επιδημία του ιού του AIDS», τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο η βασική συγγραφέας της έκθεσης που περιέχει το εύρημα, η Ρενέ Γκίντι, στατιστικολόγος του Εθνικού Κέντρου Στατιστικών Υγείας (NCHS).
Κάθε Αμερικανός που γεννήθηκε το 2017 μπορεί να ελπίζει ότι θα ζήσει 78,6 χρόνια κατά μέσον όρο, από 78,9 το 2014, σύμφωνα με την έκθεση, η οποία επαληθεύει στοιχεία που είχαν ήδη δημοσιευτεί. Αυτό μεταφράζεται σε σχεδόν τέσσερις μήνες λιγότερους.
Μολαταύτα, το προσδόκιμο ζωής είναι υψηλότερο από οποιαδήποτε άλλη περίοδο στην ιστορία της χώρας. Ως τη δεκαετία του 1960, ήταν κάτω από τα 70 έτη στις ΗΠΑ.
Ωστόσο, η πρόσφατη πτώση του υπογραμμίζει την κρίση δημόσιας υγείας που έχουν προκαλέσει τα οπιοειδή, a fortiori τα συνθετικά οπιοειδή, όπως η φαιντανύλη, μόλις λίγα μιλιγκράμ της οποίας αρκούν για να σκοτώσουν. 32.000 άνθρωποι πέθαναν από υπερβολική δόση πέρυσι, σύμφωνα με ακόμη προκαταρκτικά δεδομένα, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ.
Οι ΗΠΑ καταλαμβάνουν την 28η θέση μεταξύ των χωρών-μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην κατάταξη για το προσδόκιμο ζωής. Η διαφορά φθάνει τα τέσσερα χρόνια με τη Γαλλία (82,6 έτη).
Οι θάνατοι από υπερβολική δόση, καθώς και οι αυτοκτονίες και η αύξηση των θανάτων εξαιτίας της πάθησης Αλτσχάιμερ μειώνουν το προσδόκιμο ζωής, κάτι πολύ πιο αισθητό μεταξύ των ανδρών απ’ ό,τι μεταξύ των γυναικών.
Μεταξύ του 1992 και του 1993, όταν η επιδημία του AIDS βρισκόταν στην κορύφωσή της, το προσδόκιμο ζωής είχε επίσης μειωθεί απότομα, όπως και τα τελευταία χρόνια.
Όπως και τότε, σύμφωνα με τη Ρενέ Γκίντι, πρέπει «να ασχοληθούμε με ένα πρόβλημα το οποίο σκοτώνει κόσμο που ανήκει σε ολοένα μικρότερες ηλικιακές ομάδες».
Οι θάνατοι από υπερβολική δόση πλήττουν όλες τις ηλικιακές ομάδες, όμως περισσότερο από κάθε άλλη ανθρώπους που βρίσκονται στο φάσμα μεταξύ 25 και 44 ετών.
Το 2018, ο αριθμός των θανάτων από υπερβολική δόση φάνηκε να σταθεροποιείται στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα ακόμα προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC). Το ακριβές μέγεθος για το προσδόκιμο ζωής το 2018 θα ανακοινωθεί τον Νοέμβριο.
Η αμερικανική κυβέρνηση δημοσιοποιεί αναλυτικές στατιστικές κατά «φυλή» και «καταγωγή» και οι ανισότητες παραμένουν κραυγαλέες, στο παρελθόν και σήμερα.
Οι αφροαμερικανοί (74,9 έτη) ζουν τριάμισι χρόνια λιγότερα κατά μέσον όρο από τους λευκούς (78,5) και σχεδόν επτά από τους ισπανόφωνους (81,8).
Το «ισπανόφωνο παράδοξο» είναι ότι αυτή η μερίδα του πληθυσμού ζει περισσότερο παρότι το κοινωνικοοικονομικό της επίπεδο είναι πολύ χαμηλότερο από εκείνο των λευκών Αμερικανών. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ότι αυτό μπορεί να συνδέεται με τη μετανάστευση, φαινόμενο που προκρίνει την επιλογή όσων έχουν πιο γερή υγεία.
Η έκθεση που δημοσιοποιείται σήμερα περιέχει προβλέψεις, όπως κάθε χρόνο, για την μακροπρόθεσμη υγεία των Αμερικανών. Αναφέρει για παράδειγμα ότι οι Αμερικανοί που είναι ανασφάλιστοι, δεν έχουν κάλυψη υγείας, μετά τη μεγάλη μείωση του αριθμού τους επί της προεδρίας του Δημοκρατικού Μπαράκ Ομπάμα, άρχισε να ανεβαίνει ξανά από το 2016, έναν χρόνο πριν αναλάβει την εξουσία ο Ρεπουμπλικάνος Ντόναλντ Τραμπ. Το 2018, το 13,3% των ενηλίκων και το 5,2% των ανηλίκων δεν είχαν ασφάλιση υγείας.
Παρατηρείται επίσης ότι εδώ και περίπου δεκαπέντε χρόνια, ο ένας Αμερικανός στους δέκα παίρνει τουλάχιστον πέντε φάρμακα με συνταγή· πρόκειται κυρίως για εξηντάρηδες και πιο ηλικιωμένους. Αλλά στο ηλιακό φάσμα 45-64 ετών πλέον τα δύο τρίτα λαμβάνουν τουλάχιστον ένα συνταγογραφούμενο φάρμακο.