Από το 1948 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει χαρακτηρίσει την παχυσαρκία σαν νόσο και έχει ορίσει την 24η Οκτωβρίου σαν Παγκόσμια Ημέρα κατά της παχυσαρκίας. Έτσι, για άλλη μία χρονιά «γιορτάζουμε» αυτήν την ημέρα αν και τα δεδομένα δεν είναι τόσο αισιόδοξα αλλά μάλλον ανησυχητικά.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) περιγράφει την παχυσαρκία ως μία παγκόσμια επιδημία, καθώς ο επιλοπασμός (επικράτηση) του υπέρβαρου και της παχυσαρκίας αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό σε όλο τον κόσμο όχι μόνο στις αναπτυγμένες χώρες αλλά επίσης και στις αναπτυσσόμενες αφού οι άνθρωποι υιοθετούν έναν περισσότερο «δυτικό» τρόπο ζωής.
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής χαρακτηρίζεται από υιοθέτηση ανθυγιεινών τροφικών επιλογών, αύξηση της ενεργειακής πρόσληψης και μειωμένη σωματική δραστηριότητα. Υπολογίζεται πως 1 δισεκατομμύριο άτομα τουλάχιστον είναι οι υπέρβαροι και από τους οποίους 300 εκατομμύρια είναι παχύσαρκοι.
Ιδιαίτερα ανησυχητικά είναι τα δεδομένα για τα παιδιά και τους εφήβους, ιδιαίτερα τα παιδιά στην ηλικία του Δημοτικού. Με τη γλώσσα των αριθμών, στην Ελλάδα στις ηλικίες 6-12 ετών, περίπου 1 στα 3 αγόρια και 1 στα 4 κορίτσια είναι υπέρβαρα ή και παχύσαρκα, κατέχοντας την ‘πρωτιά’ της παιδικής παχυσαρκίας στην Ευρώπη.
Και ενώ πάνω από το 30% των Ελληνόπουλων είναι υπέρβαρα ή και παχύσαρκα, το μέλλον τους προμηνύεται δυσοίωνο, καθώς υπολογίζεται ότι το 70% αυτών θα εξελιχθεί σε υπέρβαρους ή και παχύσαρκους ενήλικες.
Εάν προσθέσουμε την επιβαρυντική επίπτωση της οικονομικής κρίσης στο επίπεδο διαβίωσης, διαπαιδαγώγησης και πρόληψης-αντιμετώπισης της παχυσαρκίας στον ελληνικό χώρο, η κατάσταση δυσκολεύει ακόμα περισσότερο.
Αντιλαμβανόμαστε έτσι πως η έναρξη της θεραπείας από την παιδική ηλικία κρίνεται αναγκαία τόσο λόγω των διάφορων βιολογικών και ψυχοκοινωνικών επιπλοκών της παιδικής παχυσαρκίας όσο και της μεγάλης πιθανότητας τα παχύσαρκα παιδιά να γίνουν παχύσαρκοι ενήλικες. Άλλωστε, η θεραπεία της παχυσαρκίας των ενηλίκων δεν είναι τόσο ενθαρρυντική.
Η παχυσαρκία, εκτός από το ότι μπορεί να αποτελέσει αιτία θανάτου αυτή καθεαυτή, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών όπως μεταβολικό σύνδρομο, διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακά νοσήματα, υπέρταση, γαστρεντερικά προβλήματα, αναπνευστικά προβλήματα, νευρολογικές διαταραχές, ορθοπεδικά προβλήματα, καθώς και ψυχολογικά προβλήματα.
Για την αντιμετώπισή της συστήνεται συνδυασμός διατροφικής παρέμβασης και αύξηση σωματικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με τεχνικές τροποποίησης συμπεριφοράς και σε δεύτερο επίπεδο λήψη φαρμακευτικής αγωγής ή και χειρουργική επέμβαση.
Γίνεται, επομένως, κατανοητή η ανάγκη για ενημέρωση, εκπαίδευση και ενεργοποίηση των ατόμων από τη πολιτεία και άλλους φορείς για την αντιμετώπιση του προβλήματος, ιδίως στις εποχές όπου ζούμε όπου καταρρακώνεται κι άλλο το επίπεδο διαβίωσης…
πηγή:iatronet.gr