Αδιαμφισβήτητα η πιο σημαντική επιπλοκή της θυρεοειδεκτομής είναι το βράχνιασμα της φωνής λόγω του τραυματισμού ενός εκ των δύο υπεύθυνων νεύρων για την κίνηση των φωνητικών χορδών. Αυτή η επιπλοκή συνήθως μπορεί να είναι προσωρινή ή και μόνιμη. Ως παροδική εμφανίζεται σε ποσοστό 7-10%, ανακάμπτει πλήρως μετά την πάροδο περίπου 6 μηνών, η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών αποκαθίσταται στο πρώτο 3μηνο. Μόνο 1% των ασθενών θα έχει μόνιμη παράλυση της φωνητικής χορδής, αλλά και σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως η ποιότητα της φωνής βελτιώνεται σημαντικά ιδιαίτερα αν ο ασθενής υποβληθεί και στην κατάλληλη λογοθεραπευτική αγωγή. Καταστροφική ως επιπλοκή όμως είναι η αμφοτερόπλευρη διακοπή της λειτουργίας των νεύρων. Στις περιπτώσεις αυτές εκτός της αφωνίας μπαίνει σε κίνδυνο και η αναπνοή του ασθενούς, κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε τραχειοτομή. Για τους λόγους αυτούς τα τελευταία χρονιά κερδίζει συνεχώς έδαφος η αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα με την βοήθεια της διεγχειρητικής νευροπαρακολούθησης (νευροδιεγέρτη).
Η χρήση του νευροδιεγέρτη και τα οφέλη
Με τον νευροδιεγέρτη είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τη λειτουργία του νεύρου καθ’ όλη την διάρκεια της επέμβασης. Αν υπάρξει η πληροφορία της μη σωστής λειτουργίας του νεύρου στην πρώτη πλευρά που σημαίνει ότι η φωνητική χορδή δεν λειτουργεί τότε ο χειρουργός μπορεί να παραιτηθεί από την αφαίρεση του άλλου λοβού ώστε να μη θέσει σε κίνδυνο και το δεύτερο νεύρο και κατ’ επέκταση την ομιλία και την αναπνοή του ασθενούς. Η τακτική αυτή ονομάζεται θυρεοειδεκτομή σε 2 στάδια, έχει στατιστικά πολύ μικρή πιθανότητα να χρειαστεί και ουσιαστικά εξασφαλίζει απόλυτα τον ασθενή από τον κίνδυνο της τραχειοτομής. Η αφαίρεση της δεύτερης πλευράς μπορεί να γίνει μετά από 3 μήνες οπότε και αναμένεται να έχει επανέλθει η λειτουργία της παράλυτης φωνητικής χορδής εφόσον βέβαια το νεύρο είναι ανατομικά ακέραιο. Μια άλλη βοήθεια που παρέχεται με τη νευροδιέγερση είναι η πρόληψη της επερχόμενης βλάβης λόγω έλξης του νεύρου, όπου παρατηρείται σταδιακή πτώση των δυναμικών κατά τη διέγερση του νεύρου. Ο χειρουργός στις περιπτώσεις αυτές μπορεί να διακόψει για μερικά λεπτά το χειρουργείο και την έλξη επί του νεύρου προλαμβάνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την επερχόμενη βλάβη. Η χρήση του νευροδιεγέρτη είναι επίσης απόλυτα ενδεδειγμένη σε όλες τις περιπτώσεις επανεπέμβασης στον τράχηλο, είτε αυτή αφορά υπόλειμμα θυρεοειδούς είτε αφαίρεση λεμφαδένων που δεν αφαιρέθηκαν στην αρχική επέμβαση. Ο λόγος είναι οι μετεγχειρητικές συμφύσεις που έχουν αναπτυχθεί στο χειρουργικό πεδίο με αποτέλεσμα την αλλοίωση της φυσιολογικής ανατομίας της περιοχής που καθιστά την αναγνώριση των νεύρων για την ομιλία εξαιρετικά δυσχερή. Είναι προφανές ότι η χρήση του νευροδιεγέρτη μπορεί να βελτιώσει την ασφάλεια της χειρουργικής επέμβασης στον θυρεοειδή και είναι επιθυμητή η εφαρμογή της σε όλες τις περιπτώσεις ανεξαρτήτως της υποκείμενης νόσου. Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με τον κ. Κυριάκο Βαμβακίδη, Χειρουργό Ενδοκρινών Αδένων, Fellow of the European Board of Endocrine Surgery και Διευθυντή του Τμήματος Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων της Κεντρικής Κλινικής Αθηνών, στο τηλ. 210 7750780, (www.drvamvakidis.gr).