Η αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα είναι μια επέμβαση που πραγματοποιείται όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια, ενώ η τεχνολογική εξέλιξη έχει βοηθήσει σημαντικά στην ασφαλέστερη διενέργεια της. Οι λόγοι που ένας θυρεοειδής πρέπει να αφαιρεθεί διερευνώνται από τον θεράποντα ενδοκρινολόγο με μια σειρά κλινικών, αιματολογικών και απεικονιστικών εξετάσεων.
Σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να αφαιρείται ο θυρεοειδής αδένας;
Οι ενδείξεις της αφαίρεσης του θυρεοειδούς συνοπτικά είναι οι εξής:
- Απόλυτη ένδειξη χειρουργικής αντιμετώπισης έχουν όλοι οι κακοήθεις όγκοι του θυρεοειδούς αδένα που έχουν διαγνωστεί προεγχειρητικά είτε δια βιοψίας με λεπτή βελόνη (FNA) είτε κατόπιν θετικής ανοικτής βιοψίας τραχηλικού λεμφαδένα, καθώς επίσης και όλες οι περιπτώσεις όζων με ισχυρή υποψία κακοήθειας βασισμένη σε κλινικά ή απεικονιστικά κριτήρια. Στις περιπτώσεις αυτές η εγχείρηση εκλογής είναι η ολική θυρεοειδεκτομή, η οποία μπορεί να συνοδεύεται από τραχηλικό λεμφαδενικό καθαρισμό αναλόγως της ύπαρξης διηθημένων τραχηλικών λεμφαδένων και του ιστολογικού τύπου του καρκινώματος του θυρεοειδούς αδένα.
- Σε κάθε περίπτωση όπου υπάρχει η υποψία κακοήθειας στον θυρεοειδή απαραίτητη είναι η προεγχειρητική χαρτογράφηση λεμφαδένων (υπερηχογράφημα λεμφαδένων τραχήλου) προκειμένου να σχεδιαστεί σωστά η χειρουργική επέμβαση και στις περιπτώσεις όπου είναι αναγκαίο να συνοδεύεται η ολική θυρεοειδεκτομή από λεμφαδενικό καθαρισμό του κεντρικού ή/και των πλάγιων τραχηλικών διαμερισμάτων.
- Σχετικές ενδείξεις χειρουργικής θεραπείας είναι παθήσεις που συνοδεύονται από υπερλειτουργία του θυρεοειδούς όταν οι άλλες συντηρητικές θεραπείες έχουν αποτύχει.
- Στις παθήσεις αυτές περιλαμβάνονται ο υπερθυρεοειδισμός λόγω νόσου Graves, τοξικής πολυοζώδους βρογχοκήλης ή μονήρους τοξικού αδενώματος.
- Φυσικά απόλυτη ένδειξη χειρουργικής αντιμετώπισης αποτελούν πολυοζώδεις βρογχοκήλες πολύ μεγάλου μεγέθους που προκαλούν πιεστικά φαινόμενα στην τραχεία με αποτέλεσμα δυσκολία στην αναπνοή.
Tι πρέπει να γνωρίζουμε για την χειρουργική επέμβαση;
Η χειρουργική επέμβαση στις περιπτώσεις αυτές περιλαμβάνει την ολική ή σχεδόν ολική θυρεοειδεκτομή εκτός από την περίπτωση του μονήρους τοξικού αδενώματος, όπου επαρκής είναι και η σύστοιχη με το τοξικό αδένωμα λοβεκτομή. Η χειρουργική θεραπεία τελευταία διενεργείται με την χρήση της διεγχειρητικής νευροπαρακολούθησης (νευροδιεγέρτη) για μεγαλύτερη ασφάλεια όσον αφορά την επιπλοκή της κάκωσης του υπεύθυνων νεύρων για την κινητικότητα των φωνητικών χορδών. Σε έμπειρους και εξειδικευμένους χειρουργούς οι επιπλοκές της επέμβασης όπως το βράχνιασμα της φωνής και η μόνιμη μετεγχειρητική υπασβεστιαιμία είναι σπάνιες και η συχνότητα εμφάνισής τους δεν ξεπερνά το 1-2%. Για περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνήστε με τον κ. Κυριάκο Βαμβακίδη, Χειρουργό Ενδοκρινών Αδένων, Fellow of the European Board of Endocrine Surgery και Διευθυντή του Τμήματος Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων της Κεντρικής Κλινικής Αθηνών, στο τηλ. 210 7750780, ή μπείτε στην ιστοσελίδα www.drvamvakidis.gr