Τις μέρες αυτές, άλλος για περισσότερο χρόνο, άλλος για λιγότερο, νηστεύουμε τηρώντας τις θρησκευτικές μας παραδόσεις. Οι ρίζες του συγκεκριμένου διατροφικού προτύπου (αποφυγή τροφών του ζωικού βασιλείου) έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα, όπου πρώτος ο Πυθαγόρας μίλησε για τα πλεονεκτήματα του.
Τα πλεονεκτήματα
Το μεγάλο διατροφικό πλεονέκτημα της νηστείας είναι η αυξημένη κατανάλωση φυτικών ινών. Είναι γνωστό πως οι φυτικές ίνες μειώνουν τα επίπεδα λιπιδίων και γλυκόζης στο αίμα, συμβάλλουν στην καταπολέμηση της δυσκοιλιότητας και προφυλάσσουν από ορισμένες μορφές καρκίνου.
Με την αυξημένη κατανάλωση λαχανικών, φρούτων, ακατέργαστων δημητριακών και λαδιού (κυρίως ελαιολάδου) θωρακίζουμε τον οργανισμό μας με καροτίνες (β-καροτίνη, λυκοπένιο), βιοφλαβονοειδή (κουερσιτίνη και λουτεϊνη) και βιταμίνες που είναι γνωστά πλέον για την αντιοξειδωτική τους δράση και την τόνωση του ανοσοποιητικού μας συστήματος.
Επίσης, η μείωση της κατανάλωσης του κορεσμένου λίπους που συναντάται σε γαλακτοκομικά προϊόντα και κρέατα και θεωρείται πλέον ο κυριότερος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, συγκαταλέγεται στα σημαντικά πλεονεκτήματα της νηστείας.
Τα μειονεκτήματα και πως θα το καλύψουμε!
Το ασβέστιο και ο ψευδάργυρος είναι στοιχεία που θα πρέπει να προσεχθούν κατά τη νηστεία. Περισσότερο από το 70% του απαιτούμενου ασβεστίου ημερησίως προέρχεται από τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα οποία και αποκλείονται κατά τη διάρκεια της νηστείας. Οι φυτικές πηγές ασβεστίου, όπως το σπανάκι και τα φασόλια εκτός από ασβέστιο περιέχουν και οξαλικά οξέα, συστατικά που εμποδίζουν σημαντικά την απορρόφησή του.
Ωστόσο, τροφές όπως το μπρόκολο, το ταχίνι, τα αμύγδαλα και το λάχανο έχουν μικρή περιεκτικότητα σε οξαλικά οξέα και συνεπώς το ασβέστιό τους είναι πιο εύκολα απορροφήσιμο. Παράλληλα, η βιομηχανία τροφίμων έχει φροντίσει να εμπλουτίσει τρόφιμα με ασβέστιο όπως φυσικούς χυμούς.
Η συμβολή του ψευδαργύρου στο ανοσοποιητικό σύστημα είναι μεγάλη. Έλλειψη ψευδαργύρου μειώνει την παραγωγή αντισωμάτων, εξασθενώντας το αμυντικό σύστημα του οργανισμού.
Σε ότι αφορά τη μειωμένη πρόσληψη πρωτεΐνης (λόγω της αποφυγής κρέατος, γαλακτοκομικών και ψαριών), αυτή δεν μπορεί να επηρεάσει ουσιαστικά την ισορροπία του σώματος όταν γίνεται για μικρό χρονικό διάστημα και σε υγιής ανθρώπους.
Η μη κατανάλωση κρέατος όμως σχετίζεται με τη μειωμένη πρόσληψη σιδήρου. Είναι γνωστό πως ο σίδηρος που υπάρχει στο φυτικό βασίλειο έχει χαμηλή βιοδιαθεσιμότητα, δηλαδή απορροφάται σε μικρές ποσότητες εξαιτίας ορισμένων συστατικών (π.χ φυτικό οξύ, τανίνες, οξαλικό οξύ) που υπάρχουν στις τροφές αυτές. Έτσι, για παράδειγμα τροφές όπως τα φασόλια και οι φακές, ενώ περιέχουν ικανοποιητική ποσότητα σιδήρου, αυτός είναι ελάχιστα εκμεταλλεύσιμος από τον οργανισμό μας.
Η απουσία κρέατος από τη διατροφή δεν επηρεάζει μόνο το σίδηρο αλλά και τη βιταμίνη B12. Η βιταμίνη B12 σχετίζεται με την ανάπτυξη των ερυθροκυττάρων, προσλαμβάνεται και αυτή σε μικρές ποσότητες γιατί κατά κύριο λόγο βρίσκεται στο ζωικό βασίλειο. Έτσι για τα στοιχεία αυτά, παρατηρούνται χαμηλές συγκεντρώσεις τους στο αίμα σε παρατεταμένη νηστεία. Για το λόγο αυτό, μπορεί να κριθεί απαραίτητη η λήψη πολυβιταμινούχου συμπληρώματος.
Ειδικότερα για τις γυναίκες, λοιπόν, που νηστεύουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και για να αποφευχθούν η κόπωση, οι ζαλάδες και η αδυναμία, θα πρέπει να καταναλώνονται όσπρια, θαλασσινά αλλά και τρόφιμα εμπλουτισμένα με σίδηρο όπως δημητριακά και φυσικοί χυμοί. Οι φυτικές πηγές σιδήρου θα πρέπει να συνδυάζονται με μια πηγή βιταμίνης C, η παρουσία του οποίου αυξάνει την απορρόφηση σιδήρου.
Αναμφίβολα λοιπόν η νηστεία, όταν γίνεται για μικρό χρονικό διάστημα συμβάλλει πραγματικά στη σωματική μας αποτοξίνωση. Ιδιαίτερη προσοχή και την γνώμη του ειδικού χρειαζόμαστε όταν νηστεύουμε για μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί στερούμε από τον οργανισμό μας ορισμένα δυσαναπλήρωτα θρεπτικά συστατικά που κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να αποβεί επικίνδυνο.
Πηγή: nutrimed.gr