Ως μείζον πρόβλημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης υπογράμμισε την αδυναμία εύρεσης εργασίας σε νέους ερευνητές των ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στα ίδια τα ΑΕΙ και ΤΕΙ η αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας, Σία Αναγνωστοπούλου.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο MEGA η κα Αναγνωστοπούλου τόνισε ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα στην τριτοβάθμια είναι ότι έχουμε πραγματικά αξιόλογους ερευνητές νέους που δεν βρίσκουν δουλειά στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ».
«Το πρόβλημα είναι οι νέοι επιστήμονες που μένουν εκτός αγοράς. Που δεν βρίσκουν δουλειά ούτε μέσα στα ίδια τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ να ανανεώσουν το αίμα. Η ελληνική κοινωνία επένδυσε πάρα πολύ. Έχουμε γύρω στις 7.000 – 8.000 ανθρώπους που στελεχώνουν θέσεις εργασίας σε πανεπιστήμια του εξωτερικού ή σε άλλες δουλειές του εξωτερικού, ερευνητικά κέντρα, νοσοκομεία κλπ. Μιας πολιτείας το καθήκον είναι να τροφοδοτήσει τα ιδρύματά της και τους χώρους εργασίας με αυτό το νέο αίμα. Δεν μπορείς να αφήνεις αόρατους από την κοινωνία το σημαντικότερο κομμάτι του» πρόσθεσε.
«Αυτό είναι το μεγάλο διακύβευμα γιατί έχουν να γίνουν προσλήψεις από το 2010. Εάν η μεταρρύθμιση έχει ως στόχο να τροφοδοτήσει με νέο αίμα την εκπαίδευση και την τριτοβάθμια, εκεί έχουμε πετύχει ένα μεγάλο πράγμα: καταρχάς δεν φεύγει ένα δυναμικό τεράστιο που έχει φύγει. Έχουμε ήδη πάρει 195 ανθρώπους, ειδικό επιστημονικό προσωπικό που εκκρεμούσαν οι προσλήψεις τους από το 2008, πήραμε 50 μέλη ΔΕΠ των οποίων επίσης εκκρεμούσε η πρόσληψή τους από το 2010 και τώρα με το που θα μπει ο Γενάρης θα προκηρύξουμε 500 θέσεις μελών ΔΕΠ», ανέφερε.
Αναφερόμενη στα ΤΕΙ τόνισε πως η πρόταση της κυβέρνησης «είναι να γίνουν πανεπιστήμια εφαρμοσμένων επιστημών», αναγνωρίζοντας ότι «είμαστε από τις σπάνιες χώρες που δεν έχουν αναδείξει την τεχνολογική εκπαίδευση». «Παρ’ όλα αυτά μπορεί να γίνει ένα μεγάλος κορμός που θα ξεκινάει από το λύκειο και θα πηγαίνει στα ΤΕΙ. Θέλει άλλη συστηματοποίηση. Έτσι και αλλιώς η τριτοβάθμια εκπαίδευση θέλουν προσωπικό, χωρίς γενναίες προσλήψεις δεν θα μπορέσουμε να κρατήσουμε την εκπαίδευση», παραδέχθηκε.
Επιπλέον, η κα Αναγνωστοπούλου υπογράμμισε την πρόθεση της ηγεσίας του υπουργείου να κάνουν διδακτορικό στα ΤΕΙ, λέγοντας ότι «οι συνέργειες ανάμεσα στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ είναι πάρα πολύ καλές, έχουν ειδικότητες τα ΤΕΙ που είναι πολύ σημαντικές», δηλαδή όπως πρόσθεσε «τμήματα βιβλιοθοικονομίας, λογοθεραπείας είναι πάρα πολύ σημαντικά».
«Είναι ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα αλλά ο τίτλος πανεπιστήμια έχει την πρωτοκαθεδρία, τα ΤΕΙ τα αφήσαμε ως παράλληλο αλλά χαμηλότερο από τα πανεπιστήμια. Στο εθνικό διάλογο θα λυθούν αυτά», είπε χαρακτηριστικά η υπουργός.
Ερωτηθείσα για την κατάργηση του νόμου Διαμαντοπούλου, υποστήριξε ότι «μια μεταρρύθμιση έχει νόημα όταν κινητοποιεί ομάδες της κοινωνίας, όταν δηλαδή συνομιλεί με ένα πραγματικό πρόβλημα της κοινωνίας».
Η Σία Αναγνωστοπούλου εκτίμησε ότι «έχει εγκλωβιστεί όλη η συζήτηση για την Παιδεία και ειδικά για την τριτοβάθμια, με το νόμο Διαμαντοπούλου» και πως «συναλλαγή έγινε όλα αυτά τα 40 χρόνια σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής».
Αναρωτήθηκε εάν «φταίει αυτό που υπάρχει ή η μέθοδος με την οποία γινόταν» σημειώνοντας πως «έχουμε κάνει το τέρας του κακού τους φοιτητές και τη συμμετοχή τους», ενώ ρώτησε εάν οι «άλλες ευρωπαϊκές χώρες που το έχουν είναι οπισθοδρομικές;».
«Μια χώρα όπως η Ελλάδα που στο κάτω κάτω είναι δυο αιώνες κράτος, έχει μια παράδοση αυτή η τριτοβάθμια εκπαίδευση, μια παράδοση που έβγαλε και άσχημα πράγματα αλλά έβγαλε και καταπληκτικά πράγματα. Το πρόβλημα του ελληνικού πανεπιστημίου δεν είναι η εξωστρέφειά του, οι περισσότεροι καθηγητές και οι φοιτητές μας είναι μονίμως σε συνομιλία με τη διεθνή κοινότητα. Το πρόβλημα είναι ότι είχαμε ένα κράτος πελατειακών σχέσεων. Οι σπουδές δεν υστερούσαν», εκτίμησε η υπουργός.
Επέμεινε όμως ότι «ένα πελατειακό σύστημα επικράτησε σε όλη τη χώρα και είχε αντίκτυπο, όπως λέμε η λαϊκή σοφία, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι» ενώ ανέδειξε το θέμα της ηλεκτρονικής προεγγραφής που όπως είπε φέτος καθιερώθηκε οδηγώντας στην κατάργηση των τραπεζιών για εξυπηρετήσεις φοιτητών στα πανεπιστήμια.
Αναφορικά με τους αιώνιους φοιτητές, τόνισε πως «τα χρόνια των σπουδών είναι 4+2, από εκεί και πέρα κανένας φοιτητής μένει ή δεν μένει, δεν έχει κανένα προνόμιο, δεν απασχολεί το πανεπιστήμιο. Αυτό λέμε αιώνιοι είναι εάν έχουν δικαίωμα να πηγαίνουν σε εξεταστικές ή δεν έχουν. Εάν δηλαδή τον διαγράφεις οριστικά από το πανεπιστήμιο ή δεν τον διαγράφεις; Είχε επανέλθει με τον Μπαλτά. Θα το δούμε και στον εθνικό διάλογο. Κάποτε πρέπει να δούμε και τα νούμερα των αιώνιων φοιτητών. Δεν με ενόχλησαν ποτέ οι αιώνιοι φοιτητές», πρόσθεσε.