Για πρώτη φορά μετά από 62 χρόνια, στο πλαίσιο έργου ανάδειξης και προστασίας στον αρχαιολογικό χώρο της Λισού, στα Χανιά, πραγματοποιήθηκε ανασκαφική έρευνα, η οποία έφερε στο φως μεγάλο τμήμα από δημόσιο κτήριο, στη μορφή ωδείου ή βουλευτηρίου, με προσανατολισμό στα ανατολικά.
Η Λισός, αρχαία αυτόνομη πόλη, θρησκευτικό κέντρο και έδρα του Κοινού των Ορείων κατά τον 3ο αιώνα π.Χ., αναπτύχθηκε στην περίκλειστη από βουνοκορφές και κατάφυτη κοιλάδα του Αϊ-Κυρκού, που έχει έξοδο στο νοτιοδυτικό Κρητικό πέλαγος. Το Ασκληπιείο, που ήρθε στο φως το 1959, αρχιτεκτονικά κατάλοιπα δημόσιων κτισμάτων, η εντυπωσιακή νεκρόπολη των ελληνορωμαϊκών χρόνων και οι δύο μονόχωροι βυζαντινοί ναοί, συνθέτουν ένα μοναδικό αρχαιολογικό τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Η πρόσβαση στον αρχαιολογικό χώρο γίνεται είτε διά θαλάσσης είτε μέσω του ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε4, με αποτέλεσμα η περιοχή να παραμένει αλώβητη από νεότερες επεμβάσεις αλλά συγχρόνως η εκτέλεση των εργασιών να αντιμετωπίζει αντικειμενικές δυσκολίες.
Στην πρώτη φάση της έρευνας, αποκαλύφθηκε μέρος της σκηνής, δύο πλευρικοί θάλαμοι με καμαροσκέπαστη οροφή και 14 σειρές εδωλίων από το κοίλο, το οποίο διαθέτει κτιστή υπόβαση και είναι πιθανότατα θεμελιωμένο στο φυσικό έδαφος. Τα περισσότερα ακέραια εδώλια διατηρούνται στα νότια και νοτιοδυτικά. Αντιθέτως, το βορειοδυτικό τμήμα του κοίλου είναι ιδιαίτερα διαταραγμένο. Η καταστροφή του προκλήθηκε όταν τεράστιοι βράχοι, φερτοί από τον παρακείμενο χείμαρρο, διαπέρασαν το κτίσμα διαγώνια με κατεύθυνση προς τα ανατολικά. Η υπερχείλιση του χειμάρρου ενδεχομένως οφείλεται στο σφοδρό σεισμικό γεγονός των όψιμων ρωμαϊκών χρόνων (4ος αι. μ.Χ.), που κατέστρεψε τις περισσότερες αρχαίες θέσεις της δυτικής Κρήτης. Η κατασκευή του αξιόλογου αυτού μνημείου, με μια πρώτη εκτίμηση, προσδιορίζεται στους πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους (1ος αι. μ.Χ.).
Σε επόμενη ερευνητική φάση απαιτείται η ολοκλήρωση της ανασκαφής, προκειμένου να διευκρινιστεί αν το μνημείο πλαισιώνεται από εξωτερική τοιχοδομία, στοιχείο απαραίτητο για την εκπόνηση της μελέτης αποκατάστασης και ανάδειξής του. Σε κάθε περίπτωση, η αποκάλυψη ενός οικοδομήματος δημόσιας λειτουργίας σε κεντρικό σημείο της αρχαίας πόλης και σε εγγύτητα με το φημισμένο Ασκληπιείο προσθέτει νέα δεδομένα στον αρχαιολογικό και ιστορικό ορίζοντα της περιοχής.
Το έργο ανάδειξης υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων, με προϋπολογισμό 300.000€ και χρηματοδότηση από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων της Περιφέρειας Κρήτης. Στο πλαίσιο του έργου, πραγματοποιήθηκαν διευθετήσεις και διαμορφώσεις στα μονοπάτια περιήγησης που διασχίζουν τον αρχαιολογικό χώρο και περιβάλλουν τους δύο βυζαντινούς ναούς. Επισκευάστηκε το φυλακείο και το στέγαστρο, σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη των αρχιτεκτόνων μηχανικών, Ισίδωρου Πλακωτάρη και Νίκου Χατζηδάκη, δημιουργήθηκαν πινακίδες πληροφόρησης και κατεύθυνσης, και εκδόθηκε έντυπο φυλλάδιο για τον αρχαιολογικό χώρο της Λισού.
To έργο υλοποιήθηκε με τον συντονισμό της Δρ. Ελένης Παπαδοπούλου, Προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων και τη διεύθυνση της δρ. Αικατερίνης Τζανακάκη, αναπληρώτριας Προϊσταμένης στο Τμήμα Προϊστορικών-Κλασικών Αρχαιοτήτων & Μουσείων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων. Στην ομάδα επίβλεψης συμμετείχαν οι υπάλληλοι της Εφορείας, Ιωάννης Γιακουμάκης, αρχαιοφύλακας Λισού και η Χριστίνη Φραγκονικολάκη, τοπογράφος μηχανικός. Η λογιστική-διοικητική υποστήριξη, οφείλεται στη λογίστρια της Εφορείας, Αργυρώ Φελεσάκη. Οι αρχιτεκτονικές αποτυπώσεις και ο σχεδιασμός των ενημερωτκών πινακίδων έγιναν από τον Ισίδωρο Πλακωτάρη, αρχιτέκτονα μηχανικό ενώ η τοπογραφική και φωτογραμμετρική αποτύπωση από τον Ανδρέα Κανελλάκη, τοπογράφο μηχανικό.