Είναι από την Κρήτη και έχει περάσει έξι χρόνια από τη ζωή του στο ιστιοπλοϊκό του. Ο Κλεάνθης Αναστασάκης έχει γυρίσει όλο τον κόσμο μαζί με τη σύντροφό του και όπως αποκαλύπτει όταν ξέσπασε η πανδημία ήταν σε ακατοίκητο νησί και δεν ήξεραν πως υπάρχει κορονοϊός.
Ο Κλεάνθης Αναστασάκης είναι Χανιώτης και πριν από έξι χρόνια πήρε την απόφαση να αφήσει την γενέτειρά του τα Χανιά και να ζήσει μόνιμα πάνω σε ένα σκάφος, γυρίζοντας και εξερευνώντας όλο τον κόσμο.
Κάθε μέρα του είναι και μια μοναδική εμπειρία για εκείνον αλλά και τη σύντροφό του Κονσεϊσάουα την οποία γνώρισε στη Σούδα ενώ επισκεύαζε το σκάφος του. Όπως αποκάλυψε στο zarpanews.gr η ιστιοπλοΐα ήρθε στην ζωή του από τύχη.
Μπορεί να είναι νεαρός σε ηλικία καθώς είναι μόλις τριάντα ετών αλλά νιώθει γεμάτος από εμπειρίες. Έχει ήδη επισκεφθεί και έχει ζήσει σε δεκάδες χώρες, έχει γνωρίσει διαφορετικούς πολιτισμούς και λαούς.
Ο Κλεάνθης ξεκίνησε τα ταξίδια του το 2016 με ένα μικρό σκάφος και από τότε δεν έχει σταματήσει. «Σχέση με την θάλασσα είχα σαν νησιώτης. Όταν μπήκα αργότερα στην σχολή, στην Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού και έκανα τα μπάρκα σαν δόκιμος, εκεί ανακάλυψα και την ιστιοπλοΐα από τύχη, γνώρισα κάποιους φίλους στην Καραϊβική, πήγα μαζί τους για 25 μέρες και όταν επέστρεψα πίσω σχολή μετά από 25 μέρες, είχα ήδη αποφασίσει να πάρω το δικό μου σκάφος και να ταξιδέψω. Ήξερα ότι μου αρέσει να ζω σε σκάφος, μου αρέσει αυτή η ζωή, η πιο νομαδική. Απλώς πήρα σκάφος, ξεκίνησα τα ταξίδια και δεν σταμάτησα ποτέ» επεσήμανε.
«Δεν είχα αποφασίσει να φύγω και να μη γυρίσω. Ξεκίνησα από Χανιά, έκανα ένα τουρ στη Μεσόγειο, μετά κατέβηκα στα Κανάρια νησιά, όπου έκατσα εννέα μήνες, γιατί είναι πολύ όμορφα τα Κανάρια νησιά κι από κει πήγαμε Δυτική Αφρική, πέρασα τον Ατλαντικό, κάτσαμε στα νησιά της Καραϊβικής, κεντρική Αμερική και μετά πήγαμε Αυστραλία, Ινδικό Ωκεανό, Ινδονησία, Ινδία, Ερυθρά Θάλασσα, Σουδάν, Σουέζ και πίσω» πρόσθεσε.
Η στιγμή που τελείωσαν οι προμήθειες μετά από 30 μέρες στη θάλασσα και η στάση στο «μεταπολεμικό» Σουδάν
«Πριν πάμε στο Σουδάν κάναμε ένα αναγκαστικό σταμάτημα, γιατί ξεκινήσαμε από Μπαλί για περάσουμε τον Ινδικό Ωκεανό και μείναμε 48 μέρες μέσα στη θάλασσα. Στις 30 μέρες είχαμε ξεμείνει από φρέσκα φαγητά, δεν είχαμε ούτε φρούτα, ούτε καφέ δεν είχαμε, τρώγαμε για δυο βδομάδες ρύζι. Οπότε όταν μπαίναμε στην Ερυθρά, η μόνη στάση που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν το Σουδάν, όπου έξι μήνες πριν, είχαν εμφύλιο πόλεμο. Οπότε δεν ξέραμε τι θα βρούμε εκεί. Τελικά πήγαμε και οι άνθρωποι ήταν πάρα πολύ καλοί και φιλόξενοι» δήλωσε ο ίδιος.
Γουινέα Μπισάο: Η χώρα της Αφρικής που τον εντυπωσίασε περισσότερο
Η χώρα που εντυπωσίασε τον Κλεάνθη περισσότερο, σύμφωνα με τον ίδιο είναι η Γουινέα Μπισάο, μια χώρα στη Δυτική Αφρική και τόπος καταγωγής της συντρόφου του.
«Είναι ένα σύμπλεγμα 89 νησιών, που λέγονται Μπιζάνγκος και νομίζω έχουν περίπου 10.000 πληθυσμό. Οπότε είναι πολύ μικρά χωριουδάκια, ζουν απλά, έχουν άφθονο φαγητό, οπότε δεν στενοχωριούνται, δεν τους λείπει τίποτα και ζουν τη ζωή τους υπέροχα. Έχουν καλύψει τις ανάγκες τους διασκεδάζουν, είναι ανοιχτοί άνθρωποι, φιλόξενοι. Έχουν και ντίσκο από τις παλιές με τη μπάλα. Κάναμε πρωτοχρονιά εκεί, πέρασα τέλεια» υπογράμμισε.
«Ο καθένας μπορεί να το κάνει»
Ο Κλεάνθης εργάζεται σταδιακά σε κάποιες χώρες, είτε ως σερβιτόρος είτε ως εργάτης, μαζεύει χρήματα και μετά βάζει πλώρη για το επόμενο ταξίδι του.
«Έχει αρκετά μεγάλο κόστος, με τις κατάλληλες θυσίες, ο καθένας θα μπορούσε να το κάνει. Εάν κάποιος απλός Έλληνας θέλει να το κάνει πιο οικονομικά, θα πρέπει να υπολογίσει την διαδρομή του, να αγοράσει το κατάλληλο σκάφος και υπάρχουν κι άλλες λεπτομέρειες αλλά πιστεύω ότι είναι εφικτό. Καθόμαστε δυο μήνες δουλεύουμε, μαζεύουμε χρήματα, κάνουμε κάποιες οικονομίες τις οποίες ξοδεύουμε μετά στα ταξίδια. Για να το επιτύχουμε αυτό σταματάμε σε μέρη και πιάνουμε δουλειά οπουδήποτε. Εγώ δούλευα σε ένα κατάστημα με σουβενίρ» σημείωσε.
Η ελευθερία είναι αυτό που εξιτάρει περισσότερο τον Χανιώτη ιστιοπλόο σε αυτό που κάνει: «Η ελευθερία που μου δίνει αυτό που κάνω με εξιτάρει περισσότερο. Μπορεί μια χώρα να έχει πρόβλημα ή να την έχει επηράσει ο κόβιντ, εμάς όμως δεν μας επηρεάζει. Εάν πας κάπου και δε σου αρέσει σηκώνεις τα πανιά σου και φεύγεις δεν σε εμποδίζει κανείς».
«Μαγική η περίοδος της καραντίνας»
Την περίοδο της καραντίνας και της έξαρσης του κορονοϊού σε όλο τον κόσμο ο Κλεάνθης και η σύντροφός του πέρασαν μαγικά όπως αποκάλυψε.
«Η πιο αυστηρή χώρα σε μέτρα ήταν η Ελλάδα. Εγώ δεν είχα πολύ επικοινωνία με τα νέα τότε. Όταν μπήκαμε στην Μαρτινίκα, γιατί μπήκαμε εν μέσω κόβιντ, και μετά από δυο βδομάδες σε ένα ακατοίκητο νησάκι της Καραϊβικής, δεν ξέραμε καν ότι υπάρχει ο κόβιντ, και όταν φτάσαμε, είδαμε ότι η πόλη ήταν άδεια κι εκεί αναρωτηθήκαμε τι συμβαίνει» σημείωσε.
Τα σχέδια για την Παταγονία και το επαγγελματικό του μέλλον
Τον Ιανουάριο ο Κλεάνθης θα ανοίξει πανιά για το επόμενο ταξίδι του στην άλλη άκρη της γης, στην Παταγονία, το οποίο αναμένεται συνολικά να διαρκέσει 5 χρόνια.
«Αυτή τη στιγμή ετοιμάζουμε αυτό το σκάφος για να πάμε στην Παταγονία. Το ταξίδι μας θα ξεκινήσει από τα Χανιά ή την Κύπρο. Τέλη με μέσα Φλεβάρη θα είμαστε Βραζιλία. Σίγουρα θα κάτσουμε δυο μήνες για να την εξερευνήσουμε όλη και μόλις έρθει το καλοκαίρι θα κάνουμε τρεις μήνες στην Παταγονία, μετά Περού, Χειλή, έχει πολλά ωραία μέρη αυτή η πλευρά του κόσμου» είπε.
«Η γη είναι μεγάλη»
Μετά την Παταγονία, επόμενος στόχος είναι η Ανταρκτική και η απόκτηση άλλου σκάφους: «Θα πάμε Παταγονία, αν καταφέρουμε και είμαστε καλά στην υγεία μας και μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε οικονομικά, γι’ αυτό ψάχνουμε και χορηγούς για τα ταξίδια μας και γι’ αυτό κάνουμε και τα βίντεό μας ως Sailing Nala στο You tube» σημείωσε.
Η πιο δύσκολη στιγμή του στη θάλασσα
Ο Κλεάνθης περιγράφοντας την πιο δύσκολη στιγμή του στη θάλασσα, είπε: «Ήταν μετά το Γιβραλτάρ, όπου φύγαμε δυο μικρά σκάφη μαζί, εγώ είχα πάρει μαζί μου και έναν Πολωνό πλήρωμα, είχαμε δει τον καιρό και πιστεύαμε ότι θα έρθει η κακοκαιρία μετά από τέσσερις μέρες και θα πάει προς την Ευρώπη. Οπότε λέμε θα είναι ωραία και καθώς ταξιδεύαμε στις τέσσερις μέρες, ταξιδεύαμε τόσο ωραία που βλέπαμε και ταινίες το βράδυ».
«Ξαφνικά η κακοκαιρία αποφάσισε να μην πάει στην Ευρώπη και ήρθε νότια και είχαμε 7-8 μποφόρ (trade wings) 7-8 μέτρα μεγάλο κύμα, έχασα δυο φωτοβολταϊκά πάνελ, μου έσπασε την λαγουδέρα την οποία χρησιμοποιώ για να τιμονεύω το σκάφος, οπότε για τρεις μέρες δεν είχα καθόλου αυτόματο πιλότο και το βαλιτσάκι το σωστικό μέσο. Αυτό ήταν από τα πιο κουραστικά και δύσκολα ταξίδια που είχα κάνει» συμπλήρωσε.
Ο Χανιώτης ιστιοπλόος δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στη δυσκολία επικοινωνίας που έχει αντιμετωπίσει πολλές φορές με τις κατά τόπους ελληνικές πρεσβείες, οι οποίες, όπως ο ίδιος είπε, «θέλουν κάποια πίεση για να σε εξυπηρετήσουν».