Η ενδοσχολική βία τα τελευταία χρόνια λαμβάνει μεγάλες διαστάσεις και στα ελληνικά σχολεία. Αρχίζουν να δημοσιοποιούνται τα πρώτα περιστατικά και από το 2014 σε κάθε σχολείο ορίζονται δύο υπεύθυνες/υπεύθυνοι εκπαιδευτικοί για την πρόληψη της ενδοσχολικής βίας (στην υπ΄αριθ. 4077/28-4-2014 εγκύκλιο του ΥΠΑΙΘ). Ως τέτοια περιγράφεται μία κατάσταση κατά την οποία ασκείται εσκεμμένη, συστηματική και επαναλαμβανόμενη βία με σκοπό την επιβολή και την πρόκληση σωματικού και ψυχικού πόνου σε μαθητές και μαθήτριες από συμμαθητές τους και συμμαθήτριές τους εντός και εκτός σχολείου.
Όπως γράφει στο efiveia.gr, η εκπαιδευτικός Βίλμα Μενίκη, θύτες και θύματα προέρχονται από κάθε κοινωνική ομάδα της σχολικής κοινότητας, χωρίς να αποκλείονται και πρόσωπα από τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο. Οι μορφές της βίας είναι: λεκτική, ψυχολογική, σωματική, οικονομική, σεξουαλική, ηλεκτρονική. Η επιθετικότητα και ο εκφοβισμός εκφράζεται είτε μεμονωμένα είτε από ομάδες μαθητών, μαθητριών που βάζουν στόχο κάποιον ή κάποια που διαφέρει και θεωρούν εύκολο και αδύναμο θύμα. Αυτό έχει ως συνέπεια την απομόνωση του θύματος, την κοινωνική του μοναξιά, το φόβο του και την άρνησή του να συμμετέχει σε ομαδικά παιχνίδια και δραστηριότητες του σχολείου. Αυτή η απόσυρσή του από τα κοινά και η εσωτερίκευση του προβλήματός του, σηματοδοτεί σχέσεις εξουσίας μέσα στο σχολείο μεταξύ συνομηλίκων με αρνητικές συνέπειες στη σχολική ευρυθμία.
Τι είναι η Σχολική διαμεσολάβηση
Μία από τις αποτελεσματικότερες πρακτικές αντιμετώπισής της ενδοσχολικής βίας είναι η «Σχολική Διαμεσολάβηση». Πρόκειται για μία διαδικασία κατά την οποία μαθήτριες και μαθητές, αφού εκπαιδευτούν από καθηγήτριες, καθηγητές τους που έχουν ασχοληθεί και επιμορφωθεί σχετικά με αυτό το θέμα, διαμεσολαβούν σε μαθητικές συγκρούσεις με το διάλογο, την ενσυναίσθηση και την ενεργητική ακρόαση. Η σχολική διαμεσολάβηση έχει θεαματικά αποτελέσματα ως προς την μείωση της ενδοσχολικής βίας , την ένταση, τη συχνότητα και τη διάρκειά της, επειδή παρέχει χώρο και χρόνο στα παιδιά να μιλήσουν και κυρίως να ακουστούν. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ότι έχει υπάρξει αίτημα των εμπλεκομένων προκειμένου να ερευνηθούν τα αίτια της διαμάχης και να δεσμευτούν ότι δεν θα επαναληφθεί.
Στη σχολική διαμεσολάβηση οι μαθήτριες και οι μαθητές συζητούν ανοιχτά χωρίς να δέχονται κριτική ερμηνεία από τους διαμεσολαβητές, εκφράζουν τα συναισθήματά τους και τις ανάγκες τους. Στις συναντήσεις των διαμεσολαβήσεων, οι 4 βασικές ερωτήσεις που καλούνται να διερευνηθούν είναι: τι συνέβη, πως νιώθεις για αυτό, τι θα ήθελες να γίνει και τι πιστεύεις ότι πραγματικά μπορεί να γίνει; Μέσω της εμπιστοσύνης, της ενδυνάμωσης και τις ερωτήσεις των διαμεσολαβητριών, διαμεσολαβητών, αναζητούνται πιθανές λύσεις από κοινού και συμφωνούν γραπτά στη λύση που αποφασίζουν και δεσμεύονται στη διατήρησή της. Επιπλέον, συμφωνούν σε μία μελλοντική συνάντηση ανατροφοδότησης και διερεύνησης για να συζητήσουν αν και πως επαναλήφθηκε κάποιο περιστατικό βίας ανάμεσά τους ή με άλλες/άλλους.
Υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις εκπαίδευσης για τις μαθήτριες και τους μαθητές που εκπαιδεύονται ως διαμεσολαβήτριες και διαμεσολαβητές. Μία από αυτές είναι η θεωρία της Επικοινωνίας Δίχως Βία του Marshall B. Rosenberg. Χρησιμοποιεί τη Γλώσσα της Καμηλοπάρδαλης η οποία μιλάει για τέσσερα βασικά βήματα στην επικοινωνία μας :
α) Παρατήρηση: Παρατηρούμε τι πραγματικά συμβαίνει σε μια κατάσταση. Η τέχνη είναι να εκφράσουμε τι παρατηρήσαμε, δηλαδή να περιγράψουμε το γεγονός χωρίς να το κρίνουμε, να το αξιολογήσουμε ή να το ερμηνεύσουμε.
β) Συναισθήματα: Εκφράζουμε πως αισθανόμαστε όταν παρατηρούμε το συγκεκριμένο γεγονός
γ) Ανάγκες: Εκφράζουμε ποια ανάγκη είναι συνδεδεμένη με το συγκεκριμένο γεγονός και συναίσθημα
δ) Αιτήματα: Εκφράζουμε τι χρειαζόμαστε από τους άλλους και τις άλλες να πράξουν.
Τα 6 κύρια βήματα της σχολικής διαμεσολάβησης είναι:
1. Καλωσορίζουμε θερμά
2. Εμπνέουμε και εγγυόμαστε την εμπιστοσύνη.
3. Ενεργητική ακρόαση. Ακούμε την άλλην και τον άλλον με ενδιαφέρον, με προσοχή και σοβαρότητα.
4. Προσπαθούμε να μάθουμε για αυτόν, αυτήν που μας μιλάει, κάνοντας ερωτήσεις: που συνέβη, πότε, πως, με ποιον, από πότε συμβαίνει αυτό, έχει ξανασυμβεί, τι εννοείς όταν λες…, πως αισθάνθηκες;
5. Όταν ο μαθητής, η μαθήτρια που ήρθε στη διαμεσολάβηση, ολοκληρώσει όσα έχει να πει, επαναλαμβάνουμε με δικά μας λόγια, σε μία περίληψη όλα όσα μας είπε.
6. Στο τέλος, ρωτάμε: εσύ πως θα ήθελες να σε βοηθήσουμε, τι θα ήθελες να γίνει; Έπειτα βρίσκουμε μία κοινή λύση και από τις δύο πλευρές και συνυπογράφουν ένα συμβόλαιο μη επανάληψης του περιστατικού.