Σε εμβρυϊκή στάση και χωρίς ίχνος ρούχων ή υποδημάτων βρισκόταν η γυναίκα που εντοπίστηκε την Τετάρτη θαμμένη κάτω από τσιμέντο σε σπίτι στην Κυπαρισσία.
Όλα τα στοιχεία συνηγορούν ότι η νεκρή είναι η Μόνικα Γκιους από τη Ρουμανία, η οποία διέμενε μαζί με τον σύντροφό της στο σπίτι που βρέθηκε ο σκελετός και τα ίχνη της οποίας χάθηκαν ξαφνικά τον περασμένο Φεβρουάριο. Αναμένονται τα αποτελέσματα του DNA που τυπικά θα σφραγίσουν την ταυτοποίηση της σορού.
Ο ιατροδικαστής Καλαμάτας, Ιωάννης Δούζης, ολοκλήρωσε χθες τη νεκροψία – νεκροτομή και σύμφωνα με τα συμπεράσματά του, πρόκειται για γυναίκα, ηλικίας περίπου 40 ετών και ύψους περίπου 1,60 μ. Ο θάνατός της εκτιμάται ότι προήλθε πριν από 5-6 μήνες και η αιτία θανάτου λόγω της κατάστασης της σορού δε στάθηκε δυνατόν να προσδιοριστεί προς το παρόν. Μάλιστα, ο κ. Δούζης τόνισε ότι λόγω της προχωρημένης σήψης και σκελετοποίησης της σορού στο μεγαλύτερος μέρος της δεν μπορεί ούτε να επιβεβαιωθεί αλλά ούτε και να αποκλειστεί η εγκληματική ενέργεια.
Όπως αναφέρει το tharrosnews.gr, ο ιατροδικαστής σημείωσε ότι δε βρήκε σκελετική κάκωση (τραύμα ή οτιδήποτε άλλο) και απέκλεισε το ενδεχόμενο να θάφτηκε ζωντανή. Αυτό που είναι αξιοπρόσεκτο είναι ότι η σορός δεν έφερε κανένα ίχνος από ρούχα ή παπούτσια, που πιθανότατα σημαίνει πως όποιος το έκανε είχε ως στόχο την όσο το δυνατόν γρηγορότερη αποσύνθεση του σώματος.
Το χρονικό της εξαφάνισης της Μόνικα Γκιους
Η 42χρονη εξαφανίστηκε μυστηριωδώς το Φεβρουάριο και αφού μέχρι τον Ιούνιο δεν είχε δώσει σημεία ζωής, κινητοποιήθηκαν συγγενείς της που δήλωσαν και επίσημα την εξαφάνιση.
Η γυναίκα, μητέρα 3 παιδιών, ζούσε επί 20 χρόνια στην Κυπαρισσία και τα τελευταία δύο συζούσε με έναν 39χρονο ομοεθνή της, ο οποίος όμως, σύμφωνα με μαρτυρίες συγγενών, αλλά και κατοίκων της πόλης, την κακοποιούσε και πολλές φορές η γυναίκα είχε καταλήξει στο νοσοκομείο της πόλης.
Παρά τις έρευνες της Αστυνομίας δεν είχε βρεθεί κάτι, ενώ υπήρξε πληροφορία ότι μπορεί να την έχει σκοτώσει και να την έχει θάψει. Αστυνομικοί με συνεργείο άνοιξαν μάλιστα το βόθρο του σπιτιού, όπου φαινόταν να υπάρχει φρέσκο τσιμέντο και κάποια μπάζα, αλλά δεν είχαν βρει κάτι.