Απελπισία, φόβο, προβλήματα ύπνου, ψυχοσωματικά συμπτώματα, αγχώδεις και καταθλιπτικές διαταραχές, ακόμα και τάση για αυτοκτονία, είναι μερικά από τα συμπτώματα που βιώνουν πρόσφυγες και μετανάστες κατά την περίοδο της πανδημίας ως αποτέλεσμα της καραντίνας, του αποκλεισμού, αλλά και της ανασφάλειας την οποία νιώθουν.
Η 42χρονη Λίνα Αλ Χαλί Αλ Ματάρ από τη Συρία, ο σύζυγός της και έξι από τα επτά παιδιά τους ζουν στην Ελλάδα ως αναγνωρισμένοι πρόσφυγες. Έφυγαν από την πατρίδα τους ψάχνοντας «ασφάλεια και σταθερότητα», όπως περιγράφει η ίδια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Δύο από τις κόρες της κάνουν συνεδρίες ψυχολογικής υποστήριξης στο Κέντρο Φροντίδας Ημέρας των «Γιατρών Χωρίς Σύνορα» για να αντιμετωπίσουν τα όσα έχουν ζήσει, «όπως για παράδειγμα το να σκοτώνεται η τρίχρονη αδελφή τους έπειτα από βομβαρδισμό του σπιτιού μας και να τραυματίζεται ο πατέρας τους στο στήθος. Έχουν δει δικούς τους ανθρώπους να πεθαίνουν μπροστά στα μάτια τους», όπως εξηγεί η μητέρα τους.
Στα άσχημα βιώματα της οικογένειας ήρθε να προστεθεί και η πανδημία του κορονοϊού. Όπως λέει η Λίνα Αλ Χαλί Αλ Ματάρ, «λόγω της πανδημίας και του lockdown δεν μπορούμε να ψάξουμε για σπίτι, ενώ παράλληλα τα παιδιά δεν μπορούν να πάνε σχολείο και δεν βγαίνουν, κάτι που δημιουργεί επιπρόσθετη πίεση στην ψυχική υγεία τους».
Το «παζλ» των καταστάσεων
Η καραντίνα έφερε «πολύ μεγάλη απελπισία και πολύ μεγάλη απομόνωση», επισημαίνει ο Πάνος Μυλωνάς, υπεύθυνος ψυχολόγων του Κέντρου Φροντίδας Ημέρας των «Γιατρών Χωρίς Σύνορα», και οι πρόσφυγες εμφανίζουν συμπτώματα, όπως έλλειψη ύπνου, εφιάλτες, αναβιώσεις δραματικών γεγονότων.
«Τα συμπτώματα αυτά τούς βασανίζουν έτσι και αλλιώς, απλώς με την καραντίνα, την απομόνωση και την έλλειψη σύνδεσης με άλλους ανθρώπους τα συμπτώματα μεγιστοποιούνται και μεγεθύνεται το αίσθημα ότι δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους», παρατηρεί ο κ. Μυλωνάς.
Τα κυριότερα συμπτώματα που βλέπει ο Πάνος Δούρος, ψυχολόγος και εργασιακός σύμβουλος στην Υπηρεσία Κοινωνικής Ένταξης του HumanRights360 είναι προβλήματα ύπνου, προβλήματα προσαρμογής στο περιβάλλον, άγχος, ψυχοσωματικά συμπτώματα (γαστρεντερολογικά και δερματολογικά) και καταθλιπτικά συμπτώματα, ενώ σε σοβαρή κατάθλιψη εμφανίζεται συχνά και αυτοκτονικός ιδεασμός.
Ο κ. Δούρος κάνει λόγο για ένα «παζλ» καταστάσεων, που επιβαρύνει ψυχολογικά πρόσφυγες και μετανάστες. «Οι άνθρωποι για να έρθουν εδώ, έχουν περάσει πολλές δυσκολίες και έχουν μια ανθεκτικότητα. Οι προκλήσεις όμως είναι τόσο μεγάλες και πολυεπίπεδες: δεν είναι ενταγμένοι στην Ελλάδα, έχουν ανασφάλεια για το αύριο, δεν μπορούν να συνδιαλλαγούν με το κράτος και ταυτόχρονα όλο το τραύμα που κουβαλάνε, συμβάλουν να έχουμε μια εκδήλωση ψυχοπαθολογίας».
«Πολλές από τις εκδηλώσεις στις συμπεριφορές των ανθρώπων είναι κοινές εκδηλώσεις σε μη κοινές καταστάσεις» επισημαίνει από την πλευρά του ο επιστημονικός υπεύθυνος του Κέντρου Ημέρας Βαβέλ, Νίκος Γκιωνάκης. «Υπάρχουν συνήθως άνθρωποι που μπορεί να έχουν προηγούμενη ψυχοπαθολογία που ίσως εντείνεται, λόγω των καινούριων συνθηκών. Δεν βλέπουμε, πάντως, εύκολα να αναδύεται νέα ψυχοπαθολογία λόγω της κατάστασης αυτής. Σίγουρα αναδύεται πάρα πολύ μεγάλη δυσφορία, πάρα πολύ μεγάλη δυσκολία στους ανθρώπους, δεν συγκροτεί όμως πάντα ψυχοπαθολογία», συμπληρώνει.
Παράγοντες που επηρεάζουν την ψυχολογία
Ο κ. Γκιωνάκης διευκρινίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι στην πανδημία «ο κάθε άνθρωπος αντιδράει διαφορετικά» και οι παράγοντες που συμμετέχουν στη διαμόρφωση της αντίδρασης είναι ατομικοί (χαρακτήρας, πεποιθήσεις), σχετικοί με το πώς αντιδράει η κοινότητα ή η οικογένεια, εξαρτώνται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες-το αν υπάρχουν υπηρεσίες στις οποίες μπορούν να απευθυνθούν και τέλος σχετικές με τις πολιτισμικές πεποιθήσεις γύρω από τους αρρώστους και την υγεία.
Κάποιοι από τους πρόσφυγες έχουν μεγάλο φόβο για τον ιό, καθώς «είχαν διαφορετική την αίσθηση της αρρώστιας, έπαιρναν την έννοια του ιού βαριά και ένιωθαν μεγαλύτερο στίγμα», εξηγεί ο κ. Μυλωνάς από τους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα». Την ίδια ώρα, ωστόσο, λέει ο επιστημονικός υπεύθυνος του Κέντρου Ημέρας Βαβέλ υπάρχουν και θετικοί παράγοντες στην αντιμετώπιση της πανδημίας, δηλαδή άνθρωποι που έχουν ζήσει πανδημίες στη χώρα τους (όπως στη Σιέρα Λεόνε ή στις χώρες του Σάχελ) «και μας διδάσκουν εκείνοι πώς να αντιμετωπίσουμε την πανδημία αντί εμείς». Στο θέμα της πανδημίας, πάντως, κεντρικό ρόλο παίζει η ενημέρωση και όπως τονίζει ο κ. Γκιωνάκης, σε πολλές περιπτώσεις οι πρόσφυγες ενημερώνονται περισσότερο από τη χώρα τους παρά από την Ελλάδα «ειδικά όταν εμείς στη χώρα δεν φροντίζουμε να τους ενημερώσουμε».
Το πώς πρόσφυγες και μετανάστες βιώνουν την πανδημία εξαρτάται σημαντικά και από το νομικό τους καθεστώς, παρατηρεί από την πλευρά του ο Πάνος Δούρος από την οργάνωση HumanRights360. Στο πλαίσιο πιλοτικού προγράμματος για την προώθηση των εναλλακτικών της κράτησης μέτρων για άτομα των οποίων έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου, η Υπηρεσία Κοινωνικής Ένταξης του HumanRights360 κάνει συνεδρίες ψυχολογικής υποστήριξης μεταναστών, οι οποίοι έλαβαν απορριπτικές αποφάσεις. «Υπάρχει μεγάλη ματαίωση στον πληθυσμό αυτό. Ο κορονοϊός και ο φόβος ανά πάσα στιγμή να συλληφθούν είναι ένας πολύ δυναμικός συνδυασμός, οπότε βλέπω αναβιώσεις παλιού ιστορικού, που φουντώνει», λέει ο ίδιος.
Μπορεί η περίοδος της πανδημίας να είναι πολύ δύσκολη για όσους δεν έχουν χαρτιά, αλλά και για όσους είναι σε διαδικασία εξέτασης του αιτήματος ασύλου τους, η κατάσταση τούς καθιστά πιο ευάλωτους, προσθέτει ο κ. Δούρος. «Νιώθουν περισσότερη ανασφάλεια και ανησυχία άτομα που παραμένουν στο σύστημα γιατί οι διαδικασίες αναβάλλονται διαρκώς. Έχουν τρομερή δυσκολία επικοινωνίας με δημόσιες υπηρεσίες, η υπηρεσία Ασύλου δεν λειτουργεί», παρατηρεί ο ίδιος και συμπληρώνει: «Μπορεί να προβλέφθηκε η αυτόματη ανανέωση της κάρτας αιτούντος άσυλο, ωστόσο πολλές δημόσιες υπηρεσίες δεν είναι καλά ενημερωμένες, όπως κάποιες τράπεζες που βλέπουν ότι το ταυτοποιητικό έγγραφο έχει λήξει και τούς δημιουργούν πρόβλημα».
Ένας επιπλέον παράγοντας που επηρεάζει την ψυχολογία των ανθρώπων, τονίζει ο κ. Μυλωνάς από τους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα» είναι το μέτρο της απομόνωσης στα κέντρα φιλοξενίας, καθώς «αισθάνονται πολίτες δεύτερης κατηγορίας». Σημαντική επιβάρυνση προκαλεί και η εργασιακή ανασφάλεια που βιώνουν πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο και μετανάστες, εξηγεί ο Πάνος Δούρος από τη HumanRights360. «Όλο το χτύπημα που έχει δεχτεί ο εργασιακός τομέας έχει άμεσο αντίκτυπο στην εργασιακή ένταξη των προσφύγων. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού εργαζόταν στον τουρισμό και την εστίαση, όπου έχουν χαθεί πολλές θέσεις εργασίας και καλούμαστε να τους υποστηρίξουμε να βρουν εργασία».
Λίστα αναμονής για υποστήριξη
Οι οργανώσεις που παρέχουν ψυχολογική υποστήριξη σε πρόσφυγες έχουν συχνά μεγάλη λίστα αναμονής από ανθρώπους που ζητούν υποστήριξη. Στο Κέντρο Φροντίδας Ημέρας των «Γιατρών Χωρίς Σύνορα» , επισημαίνει ο κ. Μυλωνάς, ήδη πριν από την καραντίνα υπήρχε αναμονή δύο μηνών για νέους ασθενείς, ενώ τώρα γίνεται προτεραιοποίηση μόνο με εσωτερικές παραπομπές.
«Αυτό που είδαμε είναι ότι κάποιες οργανώσεις σταμάτησαν να δέχονται νέους ασθενείς ενώ σε άλλες σταμάτησε η παράλληλη κοινωνική στήριξη και ενδυνάμωση για να βρουν άτομα της κοινότητάς τους, προκειμένου να μην αισθάνονται απομονωμένοι», παρατηρεί ο κ. Μυλωνάς εξηγώντας ότι η ενδυνάμωση των ασθενών είναι πολύ σημαντική, παράλληλα με την ψυχολογική υποστήριξή τους. «Αν ο ασθενής είναι απομονωμένος, η ψυχολογική υποστήριξη μπορεί να πάει μέχρι ένα σημείο, χρειάζεται παράλληλη ενδυνάμωση, για παράδειγμα στα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας που πριν από την καραντίνα βοηθούσε να συναντιούνται με άλλα άτομα της κοινότητάς τους για να μην αισθάνονται μόνοι».
Ο ψυχολόγος-ψυχοθεραπευτής των «Γιατρών του Κόσμου», Γιάννης Καλυβόπουλος, λέει ότι καθώς προσπαθούμε να εξέλθουμε του απαγορευτικού, «ανυπομονούμε να επανενωθούμε και να αγκαλιάσουμε τις οικογένειές μας, να επιστρέψουμε στους χώρους εργασίας μας και να επανασυνδεθούμε με φίλους σε κοινωνικά περιβάλλοντα». Ωστόσο, αυτό μπορεί να μην είναι δυνατό «για πολλούς αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, καθώς οι περισσότεροι δεν έχουν τις οικογένειές τους και τα ευρύτερα κοινωνικά δίκτυα».
Εξ αποστάσεως συνεδρίες
Το lockdown οδήγησε τις οργανώσεις να κάνουν τις περισσότερες συνεδρίες μέσω τηλεφώνου ή διαδικτύου.
«Μας απασχόλησε πολύ καιρό το αν πρέπει να συνεχίσουμε με τηλεφωνικές συνεδρίες, δεν είναι το ίδιο όπως από κοντά γιατί χάνεις πολλές πληροφορίες, όπως οι εκφράσεις του προσώπου ή το πώς είναι ντυμένος ο ασθενής και αν είναι πολύ ταλαιπωρημένος. Πολλοί δεν έχουν χώρο να μιλήσουν γιατί ζουν με τις οικογένειές τους ή με πολλούς ομοεθνείς τους και έχουν πρόβλημα, ωστόσο άλλοι έχουν εκφράσει ευγνωμοσύνη καθώς παρά τις δυσκολίες υπάρχει συνέχιση της φροντίδας και της παρέμβασης», εξηγεί ο κ. Μυλωνάς από τους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα».
Ο Νίκος Γκιωνάκης από τη «Βαβέλ» υπογραμμίζει την πρόσθετη δυσκολία που δημιουργεί η επικοινωνία μέσω διερμηνέων. «Ήδη είναι πρόκληση της δουλειάς μας να συνεργαζόμαστε μέσω τρίτου, πόσο περισσότερο να γίνεται αυτό διαδικτυακά. Αυτό απαιτεί περισσότερη προετοιμασία και προσαρμογή».