Η πανδημία του κορονοϊού που μαστίζει τη χώρα μας, και δη το τρίτο και σφοδρότερο κύμα που διανύουμε αυτή την περίοδο, έχει οδηγήσει δυστυχώς στην ακύρωση εκατοντάδες προγραμματισμένων εκδηλώσεων ανά την Ελλάδα που θα πραγματοποιούνταν με αφορμή την εμβληματική επέτειο της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την έναρξη της Επανάστασης του 1821. Το θέμα είναι ότι η χώρα μας δεν γιόρτασε ούτε τα 100 χρόνια το 1921, καθώς όπως θα δούμε, η επέτειος συνέπεσε με τον Εθνικό Διχασμό και τη Μικρασιατική Εκστρατεία που λίγο αργότερα θα κατέληγε σε εθνική τραγωδία, με αποτέλεσμα να ακυρωθούν και τότε οι εκδηλώσεις που ετοιμάζονταν πολύ καιρό νωρίτερα.
Προετοιμασίες από το 1916
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι από το 1916 η ελληνική κυβέρνηση είχε ξεκίνησε να συζητάει τους τρόπους εορτασμού της επετείου. Η πρωτοβουλία ανήκε στον πρωθυπουργό και παράλληλα υπουργό επί των Εκκλησιαστικών και της Δημόσιας εκπαιδεύσεως, Σπυρίδων Λάμπρου, που ζήτησε να συσταθεί μια Επιτροπή που θα αναλάμβανε τις επετειακές εκδηλώσεις (μια αντίστοιχη δηλαδή με τη σημερινή επιτροπή «Ελλάδα 2021»). Ωστόσο οι δύσκολες συνθήκες της εποχής δεν επέτρεψαν τη λειτουργία της.
Ανασταλτικός παράγοντας η κορύφωση του Εθνικού Διχασμού
Θυμίζουμε ότι βρισκόμαστε στην κορύφωση του Εθνικού Διχασμού και της εμφύλιας διαμάχης, με επίδικο ζήτημα τη συμμετοχή ή όχι της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο που μαίνεται από το 1914. Η χώρα έχει χωριστεί σε δύο αντίπαλες παρατάξεις με κύριους πρωταγωνιστές από τη μια πλευρά τον βασιλέα Κωνσταντίνο Α’ και το φιλομοναρχικό Κόμμα Εθνικοφρόνων που πρόκρινε την «ευμενή ουδετερότητα» της Ελλάδας και από την άλλη πλευρά τον πολύπειρο πολιτικό Ελευθέριο Βενιζέλο και το κόμμα των Φιλελευθέρων που πίστευε πως θα πρέπει να μπούμε στον πόλεμο μαχόμενοι στο πλευρό της Αντάντ (Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσικής Αυτοκρατορίας), ώστε να διαφυλάξουμε την πρόσφατη εδαφική επέκταση που είχε επέλθει.
Μάλιστα από τον Σεπτέμβριο του 1916 η Ελλάδα είχε δύο κυβερνήσεις: την επίσημη κυβέρνηση των Αθηνών την οποία στήριζε το Παλάτι υπό τον Σπυρίδων Λάμπρου και την κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας ή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης, που είχε συστήσει ο Βενιζέλος στη συμπρωτεύουσα. Μέσα σε ένα τέτοιο τεταμένο και βαθιά διχαστικό κλίμα, το τελευταίο που θα σκεφτόταν σοβαρά κανείς, θα ήταν οι επετειακές εκδηλώσεις για τον έναν αιώνα από τον Ξεσηκωμό του Γένους κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
1918: Ο Βενιζέλος συστήνει Επιτροπή πανηγυρισμών της Εθνικής Παλιγγενεσίας
Έτσι, το θέμα επανήλθε δύο χρόνια αργότερα. Πρωταπριλιά του 1918, επί πρωθυπουργίας Ελευθερίου Βενιζέλου πλέον, η Βουλή ψηφίζει τον νόμο 1375 «περί συστάσεως επιτροπής προς πανηγυρισμούς της Εκατονταετηρίδος της Εθνικής Παλιγγενεσίας», που προέβλεπε την προπαρασκευή ενός λαμπρού εορτασμού, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους 1921.
Μάλιστα με το Βασιλικό Διάταγμα της 11ης Μαΐου 1918 συστάθηκε η Κεντρική Επιτροπή που θα αναλάμβανε τους εορτασμούς. Πρόεδρος της συγκεκριμένης Επιτροπής ανέλαβε ο τότε πρόεδρος της Βουλής Θεμιστοκλής Σοφούλης (τα κατοπινά χρόνια θα γινόταν και πρωθυπουργός), και αντιπρόεδροι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Μελέτιος (που ακολούθως θα χριζόταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως), ο υπουργός των Ναυτικών, αντιναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης (που μετέπειτα θα γινόταν ο πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας) και ο Γενικός Αρχηγός του Στρατού, αντιστράτηγος Παναγιώτης Δαγκλής (ο δημιουργός του θρυλικού ορειβατικού ρυμουλκούμενου πυροβόλου Σνάιντερ – Δαγκλή).
Την ιδιότητα του μέλους της Επιτροπής είχαν πέντε βουλευτές, τέσσερις πρώην υπουργοί, ένας πρώην βουλευτής, τέσσερις πανεπιστημιακοί καθηγητές, ο δημοσιογράφος Άδωνις Κύρου (εκδότης της εφημερίδας «Εστία») και ο συγγραφέας Ιωάννης Δαμβέργης (που το 1932 θα διατελούσε πρόεδρος του Εθνικού Θεάτρου).
Οι 20 ειδικές επιτροπές του Βασιλικού Διατάγματος
Το ίδιο Βασιλικό Διάταγμα προέβλεπε τη σύσταση άλλων… 20 ειδικών επιτροπών. Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ανέβαλε πρόεδρος της «Επιτροπής Μεγάλου Μνημείου», ενώ ο δημοσιογράφος και βουλευτής Εμμανουήλ Ρέπουλης (που αναπλήρωνε τον πρωθυπουργό όταν απουσίαζε στο εξωτερικό), χρίστηκε πρόεδρος της «Επιτροπής Πνευματικών Αγωνισμάτων». Το συγκεκριμένο σχήμα με την Κεντρική Επιτροπή και τις υποεπιτροπές δεν μακροημέρευσε καθώς ο Βενιζέλος έχασε τις εθνικές εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 (σ.σ. δεν εξελέγη ούτε καν βουλευτής) και όλη η σύνθεση άλλαξε.
Νέα πολυμελής Επιτροπή το 1921 και αναβολή λόγω Μικρασιατικής Εκστρατείας
Έτσι, το 1921, έχοντας πλέον φθάσει στη συμπλήρωση ενός αιώνα από την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα, καταρτίζεται νέα πολυμελής Επιτροπή, με πρόεδρο αυτή τη φορά, σύμφωνα με το Βασιλικό Διάταγμα της 20ής Φεβρουαρίου, τον πρίγκιπα Νικόλαο και επίτιμο πρόεδρο τον διάδοχο του θρόνου, Γεώργιο Β’.
Το έθνος όμως βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τον πολυάριθμο στρατό να δίνει μάχες μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Άγκυρας, επιχειρώντας να καταλάβει όσο περισσότερα εδάφη μπορούσε από την Οθωμανική αυτοκρατορία, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι η οδυνηρή ήττα βρίσκεται προ των πυλών.
Στις 25 Μαρτίου 1921 η εφημερίδα «Εμπρός» έγραφε στο σχετικό αφιέρωμα για τη συμπλήρωση ενός αιώνα από την Επανάσταση: «Ποιον άραγε μεγαλοπρεπέστερον και θριαμβευτηκότερον πανηγυρισμόν της εκατοστής επετείου της 25ης Μαρτίου ηδύνατο να ποθήσουν και να αξιώσουν αί ψυχαί των αθανάτων εκείνων Ελλήνων από τον ύμνον της Δόξας και του Θανάτου, τον οποίο εκπέμπουν σήμερον τα στόματα των Ελληνικών πυροβόλων είς τα όρη της Μικρασίας, και από την νικητήριον κραυγήν των νέων Ελλήνων ηρώων, ήτις αντηχεί παιάν απέραντος Ελληνικός εις ολόκληρον την Ανατολής, συντρίβουσα τας τελευταίας αλυσίδας της Τουρκικής τυραννίας».
«Σύμπας ο λαός έχει ήδη προσοχή του στραμμένη στα μικρασιατικά πεδία»
Εξαιτίας της Μικρασιατικής Εκστρατείας λοιπόν, οδηγηθήκαμε σε νέα αναβολή των επετειακών εκδηλώσεων, με τον γενικό γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής Εκατονταετηρίδος της Ελληνικής Επαναστάσεως Γεώργιο Χαριτάκη, διδάκτωρ της Νομικής Σχολής, να αναφέρει στο σκεπτικό: «Τα εθνικά γεγονότα έλαβον τοιαύτην τροπήν, ώστε σύμπας ο λαός έχει ήδη την προσοχήν του εστραμμένην προς τα μικρασιατικά πεδία, πεποιθώς ότι, ως και άλλοτε επί των μακεδονικών και των βυζαντινών χρόνων, ελληνικαί νίκαι θέλουν δοξάσει ταύτα. Η Εκτελεστική Επιτροπή της Εκατονταετηρίδος εθεώρησεν άκαιρον την διεξαγωγήν εορτασμών υπό τοιούτους όρους και απεφάσισεν όπως πάσα τοιαύτη ενέργεια αναβληθή επ’ αόριστον αναμενομένης της καταλληλοτέρας εποχής».
Μετάθεση των εκδηλώσεων για το… 1930
Οι προετοιμασίες συνεχίστηκαν κανονικά, αλλά ως ιωβηλαίο καθορίστηκε το έτος… 1930! Το σκεπτικό ήταν πως αφού δεν γιορτάσαμε τα 100 χρόνια από το ξέσπασμα της Επανάστασης, τουλάχιστον ας γιορτάσουμε τα 100 χρόνια από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους που προέκυψε με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου στις 3 Φεβρουαρίου του 1830.
Ειδικότερα, τον Αύγουστο του 1922 επιψηφίζεται ο νόμος 3009 «περί συστάσεως επιτροπής προς εορτασμόν της Εκατονταετηρίδος της Ελληνικής Παλιγγενεσίας» που αποτελείται από 6 άρθρα. Μεταξύ άλλων καταργεί την Επιτροπή του 1918 και καθορίζει το ύψος των δαπανών της νέας.
Το νομοθέτημα έχει ως εξής:
«Άρθρον 1: Καθίσταται δωδεκαμελής Επιτροπή, φέρουσα το όνομα «Κεντρική Επιτροπή Εκατονταετηρίδος», σκοπόν έχουσα την παρασκευήν και διεξαγωγήν καταλλήλου εορτασμού της Εκατονταετηρίσος της Ελληνικής Παλιγγενεσίας δι’ αγώνων, εκθέσεων και εορτασμών καθ΄όλον το έτος 1930, κηρυσσόμενον εορτάσιμον έτος, επίσης δε δι’ ανεγέρσεως αναμνηστικών μνημείων, ανδριάντων, συστάσεων κοινωφελών ιδρυμάτων, ειδικών εκδόσεων, ως η εκτέλεσις δύναται από τούδε ν’ αρχίση, συνεχιζομένη και πέραν του προμνησθέντος έτους.
Άρθρον 2: Τα μέλη της επιτροπής και ο Πρόεδρος αυτής ορίζονται διά Β. (σ.σ. Βασιλικού) Διατάγματος, προτάσει του Υπουργού των Εσωτερικών. Ωσαύτως δια Β. διατάγματoς προκαλουμένου υπό του αυτού Υπουργού, ορίζονται ο γενικός γραμματεύς και ο ταμίας της Επιτροπής, λαμβανόμενοι εκ των μελών αυτής τη προτάσει του Προέδρου αυτής.
Άρθρον 3: Προς κάλυψιν των δαπανών της Κεντρικής Επιτροπής παρέχεται υπό του Δημοσίου διά του Υπουργείου των Εσωτερικών συνδρομή ανερχομένη διά μεν το οικονομικό έτος 1922-23 εις δραχμάς διακοσίας χιλιάδας, δι’ έκαστον των οικονομικών ετών 1923-24, 1924-25 και 1925-26 εις δραχμάς τετρακοσίας χιλιάδας και δι’ έκαστον των υπολοίπων ετών από του 1926027 μέχρι και του 1921-32 δραχμαί εν εκατομμύριον.
Διά Β. διαταγμάτων δύνανται να ορισθώσιν υπέρ της αυτής Επιτροπής και έτεροι πόροι πλήν των εξ ιδιωτικών προσφορών επιτρεπομένων τοιούτων, βαρύνοντες τους προϋπολογισμούς των Δήμων, Κοινοτήτων, Λιμενικών Ταμείων, δημοσίων εν γένει και δημοτικών ιδρυμάτων.
Άρθρον 4: Η Κεντρική Επιτροπή δύναται να συστήσει ειδικάς και τοπικάς Επιτροπάς, είτε προς μελέτην και ευχερεστέραν διεκπεραίωσιν του έργου της, είτε προς εξεύρεσιν ευρυτέρων υλικών μέσων, είτε ειδικών εξ εράνων πόρων, είτε διά τον καθόλου πανηγυρισμόν και διά την επίτευξιν ειδικών χορηγιών δι’ ωρισμένα έργα εκ των τελεσθησομένων.
Άρθρον 5: Διά Β. διαταγμάτων, εκδιδομένων προτάσει του επί των Εσωτερικών Υπουργού, θέλουσιν ορισθή ο τρόπος της νομίμου εκπροσωπήσεως της επιτροπής, τα της διαχειρίσεως αυτής, τα του εσωτερικού κανονισμού και τα του προσωπικού των γραφείων αυτής και εν γένει πάντα τ’ αφορώντα την λειτουργίαν της Κεντρικής Επιτροπής.
Άρθρον 6: Ο νόμος 1375 του 1918 «περί συστάσεως επιτροπής προς πανηγυρισμούς της Εκατονταετηρίδος της Εθνικής Παλιγγενεσίας», καταργείται.
Η έναρξις της ισχύος του παρόντος νόμου ορισθήσεται διά Β. διατάγματος, προκαλουμένου υπό του Υπουργού των Εσωτερικών.
Ο παρών νόμος, ψηφισθείς υπό της Γ’ εν Αθήναις Εθνικής Συνελεύσεως και παρ’ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις την 6 Αυγούστου 1922.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β.
Ο επί των Εσωτερικών Υπουργός Ν.Α. Στράτος».
Οι εορτασμοί του 1930 περιλάμβαναν μεταξύ άλλων θεατρικές και μουσικές παραστάσεις, έκδοση μεταλλίων και γραμματοσήμων, την ανέγερση μικρότερων ή μεγαλύτερων μνημείων, την καταλογογράφηση των αρχειακών πηγών που αφορούν τον Αγώνα του 1821, τη σύνταξη βιβλιογραφίας σχετικά με την προεπαναστατική, την επαναστατική και την μετεπαναστατική περίοδο, την έκδοση λευκωμάτων καθώς επίσης και την έκδοση ιστορικών επισκοπήσεων των δράσεων του ελληνισμού από το 1800 και εντεύθεν.
- Ο Γεώργιος Σαρρής είναι δημοσιογράφος – μέλος της ΕΣΗΕΑ, τιμηθείς από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το Βραβείο Αθ. Μπότση για την αντικειμενική και με πληρότητα παρουσίαση ιστορικών πολιτικών θεμάτων.