Για την σεξουαλική παρενόχληση που δέχτηκε και η ίδια μίλησε μετά την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου η πρωταθλήτρια της ιστιοπλοΐας Μαρίνα Ψυχογιού σε τηλεοπτική συνέντευξη που έδωσε το πρωί της Δευτέρας (18/1)/
«Σε ποιον να το πεις και να κάνει τι» αναφέρει μεταξύ άλλων είπε στον ΣΚΑΪ.
Όπως ανέφερε το δικό της περιστατικό συνέβη το 1993 και όπως εξήγησε δεν ήθελε τότε να το καταγγείλει γιατί αν το έλεγε στους γονείς της θα την απομάκρυναν από το περιβάλλον και αυτό θα σήμαινε ότι δεν θα έκανε πια ιστιοπλοΐα που της άρεσε πάρα πολύ.
Επίσης επεσήμανε πως στο περιβάλλον του αθλήματος θα σήμαινε ότι θα έπεφτε σε μεγαλύτερη δυσμένεια στον χώρο του ομίλου ή της ομοσπονδίας.
Η κα Ψυχογιού τόνισε πως «μετά από 40 χρόνια στην ιστιοπλοΐα οι αδικίες εκ μέρους του συστήματος τόσο σε μένα όσο και σε συναθλητές μου είναι αναρίθμητες και αυτό είναι πολύ λιγότερο τραυματικό από άλλα που έχουν συμβεί» και τόνισε πως το δικός της περιστατικό το μοιράστηκε με κάποιους μετά από πολλά χρόνια όταν είχε σταματήσει να αγωνίζεται.
«Η καθεμία και ο καθένας γιατί μπορεί να συμβεί και σε αγόρι κάτι αντίστοιχο, όπως είπα στην ανάρτηση μου όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο το διαχειρίζεται με τον πιο ανώδυνο τρόπο για το ίδιο και τους αγαπημένους του» πρόσθεσε.
Παράλληλα η Μαρίνα Ψυχογιού εξήγησε πως αυτό που συμβαίνει μπορεί να σπαστεί δημιουργώντας ένα περιβάλλουν στο οποίο δεν θα μπορεί να γίνεται κατάχρηση εξουσίας
Αναφέρθηκε παράλληλα σε ένα σύστημα διαφορετικό που δεν θα επιτρέπεται η κατάχρηση εξουσίας, αξιοκρατικό, διάφανες, αδιάβλητο που δεν θα υπάρχει χώρο για τέτοιες συμπεριφορές τονίζοντας πως μέχρι τώρα δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.
Όπως εξήγησε το γεγονός ότι οι ίδιοι άνθρωποι είναι στις ίδιες θέσεις τόσα χρόνια δημιουργεί τις προϋποθέσεις για αδιαφάνεια.
Αναλυτικά η ανάρτηση της Μαρίνας Ψυχογιού στον λογαριασμό της στο Facebook όπου κατήγγειλε δημόσια ότι είχε πέσει και η ίδια θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης από παράγοντα της ΕΙΟ.
«Διαβάζω τη μαρτυρία της Σοφίας και όχι, δεν πέφτω από τα σύννεφα. Δεν μένω έκπληκτη από αυτά που περιγράφει, ακούγονται τόσο γνώριμα. Πολλά τα μηνύματα συμπαράστασης, αλλά πολλά και τα απαξιωτικά σχόλια, με κορυφαίο αυτό της εθνικής αρχής του αθλήματός μας, η οποία φαίνεται πως δυσκολεύεται να το πιστέψει.
Τέτοια περιστατικά γίνονται συνέχεια. Κάθε μία το αντιμετωπίζει όπως μπορεί. Ποτέ όμως, καμία, δεν το καταγγέλλει. Γιατί ακόμη κι αν δεν τη βγάλουν τρελή, ή ότι τα θέλει κι αυτή, το λιγότερο που θα συμβεί είναι ότι θα βρεθεί στη δυσμένεια του προπονητή, του εφόρου ή του ομοσπονδιάρχοντα. Και θα αισθανθεί ντροπή μπροστά στην οικογένεια, τους φίλους, το κοινωνικό περιβάλλον. Οπότε, για το καλό κυρίως το δικό της αλλά και των αγαπημένων της, προσπαθεί να το διαχειριστεί όσο καλύτερα και ανώδυνα γίνεται. Οι θύτες συνεχίζουν ακάθεκτοι, κι αν δεν τους κάτσει, ή σταματήσει να τους κάθεται μία, πάνε στην επόμενη.
Την άνοιξη του 1993 ήμουν 20 ετών. Είχα μόλις κερδίσει το πανελλήνιο/πρόκριση και παρακαλούσα τους ομοσπονδιάρχοντες να με συμπεριλάβουν στην εθνική ομάδα. Είχα μόλις τελειώσει μια συνάντηση για το θέμα στο ΝΟΤΚ, στο Δέλτα Φαλήρου, και έφευγα να για να επιστρέψω στο σπίτι μου με το λεωφορείο. Μέλος του ΔΣ της ΕΙΟ με πλησιάζει και προσφέρεται να με πάει. Ηλιακή τάξη του παππού μου ο κύριος, σε αυτήν την ηλικία έτσι τους μετράς τους μεγαλύτερους ανθρώπους. Έκανε κρύο και σκέφτηκα γιατί όχι, ευχαριστώ πολύ. Βγαίνοντας από το ΝΟΤΚ είχε τότε μια αφετηρία λεωφορείων, τις γραμμές 450 και 550.
Ο κύριος λοιπόν σταματά το αυτοκίνητο και αρχίζει μια συζήτηση ότι για να με στηρίξει η ΕΙΟ πρέπει να υπάρχει κάποιος που να παλεύει για μένα και αυτός μπορεί να αναλάβει να με βοηθήσει αν είμαι κι εγώ καλό κορίτσι. Με ευγένεια και ωραία λόγια και κολακεία απλωνόταν. Έπιασε το πόδι μου, ερχόταν πολύ κοντά μου, μου έλεγε να μη φοβάμαι, ότι γίνεται είναι για το καλό μου. Ήταν πολύ άβολη κατάσταση, προσπαθούσα να καταλάβω πως είναι δυνατόν αυτός ο μεγάλος άνθρωπος να με πλησιάζει έτσι, προσπαθούσα να αποφασίσω τι πρέπει να κάνω.
Δεν ήταν εύκολο να αντιδράσω, θα ήταν αγένεια να του πω ότι δε θέλω να με πάει στο σπίτι ή να του μιλήσω άσχημα. Κάποια στιγμή πήγε να με φιλήσει και του είπα ότι εγώ θα κερδίζω στη θάλασσα και δε χρειάζομαι τέτοια υποστήριξη γιατί είναι άδικο για όλους τους άλλους που δε θα έχουν κάποιον να τους υποστηρίζει. Άνοιξα την πόρτα, βγήκα από το αυτοκίνητο και έτρεξα και μπήκα στο λεωφορείο που περίμενε στην αφετηρία. Στο δρόμο για το σπίτι αποφάσισα ότι δε θα πω τίποτε σε κανέναν γιατί αν το μάθουν οι γονείς μου θα με σταματήσουν από την ιστιοπλοΐα.
Και βέβαια δεν υπήρχε περίπτωση να πω τίποτε σε κανέναν στο περιβάλλον του αθλήματος γιατί αυτό θα σήμαινε ακόμη περισσότερη δυσμένεια. Απλά, φρόντισα να μην του δώσω ποτέ ξανά την ευκαιρία να βρεθεί μόνος του μαζί μου. Ούτε στον συγκεκριμένο ούτε σε οποιονδήποτε άλλον.Δεν το θυμήθηκα τώρα. Τώρα όμως είναι ώρα να κάνουμε κάτι για το θέμα. Όχι τόσο για να τιμωρηθούν οι θύτες των διάφορων περιστατικών στο παρελθόν, αλλά πολύ πιο σημαντικό, για να δημιουργήσουμε ένα ασφαλέστερο περιβάλλον για όλους στην κοινωνία που ζούμε. Να μην υπάρχουν οι συνθήκες ώστε να δημιουργούνται τέτοιες καταστάσεις».